Επανέρχεται η συζήτηση ενόψει ευρωεκλογών για ειδική πλειοψηφία στην εξωτερική πολιτική και άμυνα της ΕΕ-Ισχυρές διαφωνίες εντός του ΕΛΚ

FILE PHOTO To logo του Ευρωπαϊκόού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) Φωτογραφία via amna.gr (ΑΠΕ_ΜΠΕ)




Στις εσωτερικές συζητήσεις του κεντροδεξιού Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) της ΕΕ – της μεγαλύτερης πολιτικής οικογένειας στην Ευρώπη – σημειώθηκε μια «ανησυχητική» ανταλλαγή απόψεων σχετικά με τη διαδικασία σύνταξης του εκλογικού μανιφέστου του για τις ευρωεκλογές, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του Euractiv.

Υπήρξε «πολλή γκρίνια», καθώς ορισμένα μέλη του κόμματος αντιτάχθηκαν ακόμη και στην εξέταση τροπολογιών στο σχέδιο διακήρυξης, μια πρώιμη έκδοση του οποίου δημοσιοποιήθηκε για πρώτη φορά από το Euractiv, οι οποίες υποβλήθηκαν μετά την προγραμματισμένη προθεσμία.

Κατά τη διάρκεια της συζήτησης για το θέμα, ο γενικός γραμματέας του ΕΛΚ Θανάσης Μπακόλας ήταν αποφασισμένος να ακουστούν όλα τα μέρη και να γίνουν δεκτές οι τροπολογίες που υποβλήθηκαν ακόμη και μετά την καταληκτική ημερομηνία, δήλωσε αξιωματούχος εθνικής κυβέρνησης και μέλος του κόμματος μιλώντας στο Euractiv υπό τον όρο της ανωνυμίας.

Ο αξιωματούχος του ΕΛΚ σημείωσε ότι ο Μπακόλας ανέφερε πως «κάθε κόμμα έχει φωνή» και απέρριψε κάθε είδους «άτυπη ομάδα εργασίας που συντάσσει πολιτικές πίσω από κλειστές πόρτες».

Επικοινωνώντας με το Euractiv, ο Μπακόλας δεν σχολίασε το θέμα, αλλά δήλωσε το εξής: «Η συζήτηση συνεχίζεται επί ίσοις όροις».

Ομοφωνία ή ειδική πλειοψηφία

Ένα από τα βασικά σημεία τριβής ήταν η πρόταση για την αντικατάσταση της ομοφωνίας με την ειδική πλειοψηφία (QMV) σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας.

«Η Ευρώπη μπορεί να εκπροσωπεί τα συμφέροντά της στον κόσμο μόνο αν μιλάει με μία φωνή! Η Ευρώπη δεν πρέπει να επιτρέψει στον εαυτό της να διαιρεθεί ή να παραμείνει κολλημένη», ανέφερε το σχέδιο διακήρυξης.  Το προσχέδιο του μανιφέστου προσθέτει ότι το κόμμα «θα υποστηρίξει, επομένως, την αντικατάσταση της αρχής της ομοφωνίας στις αποφάσεις εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής με την ειδική πλειοψηφία».

Ένας τέτοιος τρόπος ψηφοφορίας θα απαιτούσε συμφωνία από 15 από τα 27 κράτη μέλη – αρκεί να εκπροσωπούν περισσότερο από το 65% του πληθυσμού της ΕΕ των 450 εκατομμυρίων. Το σύστημα ευνοεί κυρίως τη Γαλλία και τη Γερμανία, τις δύο πολυπληθέστερες χώρες της ΕΕ.

Πέρυσι, μια ομάδα εννέα κρατών μελών πίεσε για την αλλαγή της διαδικασίας λήψης αποφάσεων για την εξωτερική πολιτική του μπλοκ, ώστε να γίνει «ταχύτερη και αποτελεσματικότερη».

Παρόλο που ορισμένα μέλη τόνισαν την ανάγκη εισαγωγής μιας τέτοιας αλλαγής, πηγή του ΕΛΚ ανέφερε στο Euractiv πως δεν ήταν και λίγα εκείνα τα μέλη που αντιτάχθηκαν σθεναρά σε αυτήν την πρόταση.

«Οι φωνές που αντιτίθενται σε αυτό αποτελούν τη μειοψηφία και αγνοούν το γεγονός ότι η ομάδα του κόμματός μας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ψηφίσει υπέρ της ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία», πρόσθεσε η πηγή του ΕΛΚ.

Ορισμένες σκανδιναβικές αντιπροσωπείες εξέφρασαν τις επιφυλάξεις τους για ένα τέτοιο βήμα, δήλωσε στο Euractiv πηγή στο Βερολίνο.

Γερμανική υποστήριξη

Οι Γερμανοί συντηρητικοί είναι ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της επέκτασης της ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Το CDU και το CSU πιέζουν για το θέμα εδώ και καιρό και το έχουν ήδη συμπεριλάβει στο κοινό πρόγραμμα του κόμματός τους από τις ευρωεκλογές του 2019.

Το CDU το κατέστησε μάλιστα μία από τις σημαντικότερες προτεραιότητές του στο κεφάλαιο για την ΕΕ στο νέο πολιτικό πρόγραμμα του κόμματος, το οποίο θα εγκριθεί τους επόμενους μήνες.

«Οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων πρέπει να απλουστευθούν και να επιταχυνθούν, μεταξύ άλλων μέσω πλειοψηφικών αποφάσεων στην εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας», αναφέρεται στο σχέδιο για το μανιφέστο που πιθανότατα θα καθοδηγήσει την πολιτική του CDU για όλη την επόμενη δεκαετία.

Καθώς ο κόσμος φαίνεται να είναι όλο και πιο επιρρεπής σε συγκρούσεις, το θέμα κινείται ακόμη πιο ψηλά στην ατζέντα των Γερμανών συντηρητικών.

«Σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο, η Ευρώπη κινδυνεύει να διχαστεί όλο και περισσότερο ανάμεσα στα συμφέροντα μη ευρωπαϊκών υπερδυνάμεων. Αν θέλουμε να συνεχίσουμε να θεωρούμαστε παίκτης στην παγκόσμια πολιτική σκηνή στο μέλλον, πρέπει να καταφέρουμε να μιλήσουμε με ισχυρή φωνή ως Ευρώπη», δήλωσε στο Euractiv ο Jürgen Hardt, εκπρόσωπος για θέματα εξωτερικής πολιτικής και βουλευτής της παράταξης CDU/CSU.

Ο Γερμανός πολιτικός πρόσθεσε ότι η δυνατότητα άσκησης βέτο από κάθε κράτος μέλος «μας έχει καταστήσει ευάλωτους σε εσωτερικούς εκβιασμούς».

«Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι αποφάσεις με ειδική πλειοψηφία στην ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική είναι απαραίτητες εάν, μετά από εντατική συζήτηση, ο συμβιβασμός που επιτυγχάνεται εξακολουθεί να μην είναι αποδεκτός από όλους», σημείωσε.

Οι Γερμανοί συντηρητικοί προσπαθούν επίσης να ασκήσουν πιέσεις υπέρ της ειδικής πλειοψηφίας μεταξύ των άλλων μελών του ΕΛΚ.

«Είναι πιο σημαντικό μια ενωμένη και ισχυρή Ευρώπη να μιλάει με μια φωνή στον κόσμο και να γίνεται αντιληπτή ως τέτοια. Θα συνεχίσω να κάνω εκστρατεία γι’ αυτό με τα άλλα αδελφά κόμματα», δήλωσε ο Hardt στο Euractiv.

Σκαμπανεβάσματα και δισταγμοί

Η συζήτηση για την ψηφοφορία «ομοφωνία έναντι ειδικής πλειοψηφίας» δεν είναι καθόλου καινούργια και η έντασή της έχει περάσει από διάφορα σκαμπανεβάσματα ανάλογα με τις  κρίσεις στις οποίες βρίσκεται η ΕΕ.

Παρά την ανανεωμένη πίεση από ορισμένα τμήματα του ΕΛΚ, για άλλες πολιτικές ομάδες και ορισμένα κράτη μέλη, ένα τέτοιο βήμα παραμένει μακρινό.

Παρά το ότι τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ συμφωνούν ότι το μπλοκ αργεί πολύ συχνά να δράσει, ιδίως σε κρίσεις, οι προηγούμενες προσπάθειες για αλλαγή της μεθόδου ψηφοφορίας απέτυχαν καθώς οι μικρότερες χώρες, και στο παρελθόν, ιδίως τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, φοβούνται ότι οι πολιτικές τους ανησυχίες θα μπορούσαν να αγνοηθούν.

Οι υποστηρικτές της ομοφωνίας υποστηρίζουν ότι ο κανόνας ενθαρρύνει σκληρότερες διαπραγματεύσεις, ενισχύει τη δημοκρατική νομιμότητα και ενισχύει την προβολή της ενότητας προς τα έξω.

Οι αντίπαλοι υποστηρίζουν ότι θα μπορούσαν να χάσουν αν όλες οι αποφάσεις λαμβάνονταν μέσω της ψηφοφορίας με αυξημένη πλειοψηφία, η οποία χρησιμοποιείται επί του παρόντος για τις περισσότερες υποθέσεις της ΕΕ, αλλά όχι για ορισμένους περιορισμένους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας, καθώς αντιπροσωπεύει τον πυρήνα της εθνικής κυριαρχίας.

Ωστόσο, οποιαδήποτε νομικά δεσμευτική συμφωνία επί του θέματος θα απαιτούσε την επικύρωση και από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ.

Ένα πρόσθετο εμπόδιο είναι ότι ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ πιθανόν να διεξάγουν δημοψήφισμα για το θέμα, εάν απαιτείται αλλαγή της Συνθήκης – ένα βήμα που το 2005 οδήγησε στην απόρριψη της Συνταγματικής Συνθήκης, τότε από τη Γαλλία και την Ολλανδία.

Υπάρχουν και άλλες επιλογές

Οι αντίπαλοι υποστηρίζουν επίσης ότι η Ένωση δεν θα χρειαζόταν απαραιτήτως να αλλάξει τους κανόνες της για να είναι πιο αποτελεσματική στη χάραξη της εξωτερικής του πολιτικής.

Αντ’ αυτού, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τρεις διαφορετικές επιλογές που προβλέπονται από τις συνθήκες της ΕΕ.

Η μία θα ήταν μέσω της εποικοδομητικής αποχής- όταν ένα κράτος μέλος δεν συμφωνεί με μια συλλογική δράση, επιλέγει να απέχει αντί να ασκήσει βέτο.

Αυτή η επιλογή δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ μέχρι που ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν αποχώρησε από την αίθουσα τον Δεκέμβριο, όταν επρόκειτο να ληφθεί η απόφαση για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Ουκρανίας, γνωρίζοντας ότι οι άλλοι ηγέτες θα προχωρούσαν στην ψηφοφορία.

Μια άλλη επιλογή θα ήταν μια ειδική παρέκκλιση που θα μπορούσε να δοθεί από τους ηγέτες της ΕΕ ή τον επικεφαλής διπλωμάτη της ΕΕ ή μέσω μιας ρήτρας passerelle όταν οι ηγέτες της ΕΕ εκδίδουν απόφαση που επιτρέπει στα κράτη μέλη να ενεργούν με ειδική πλειοψηφία σε συγκεκριμένες περιπτώσεις εξωτερικής πολιτικής.

Με πληροφορίες από euractiv.gr
Ελλάδα Αθήνα

Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης: Οι Παλαιστίνιοι της Γάζας πρέπει να προστατευθούν από πράξεις γενοκτονίας

Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: