Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης παρακολουθεί την ομιλία του πρόεδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα στην Ολομέλεια της Βουλής. ΑΠΕ- ΜΠΕ, ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΡΩΝΗΣ
Ρεπορτάζ του ανταποκριτή της εφημερίδας Handelsblatt στην Αθήνα Gerd Höhler, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
Οι πολίτες στην Ελλάδα παίρνουν βαθιά ανάσα ανακούφισης μετά από σχεδόν 40 ημέρες περιορισμού κυκλοφορίας, καθώς η κυβέρνηση αποφάσισε την χαλάρωση των μέτρων για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού, όπως ανέφερε σε τηλεοπτικό διάγγελμα ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Τα μικρά καταστήματα ανοίγουν τη Δευτέρα, ενώ σε 4 εβδομάδες θα ανοίξουν τα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια. Η επανεκκίνηση της οικονομίας θα γίνει σταδιακά από αρχές Ιουλίου, με δεδομένο ότι η πανδημία παραμένει υπό έλεγχο.
Χάρη στους έγκαιρους περιορισμούς, η Ελλάδα έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας από Covid-19 στην Ευρώπη. Μέχρι στιγμής έχουν καταγραφεί 138 θάνατοι. Το Βέλγιο, με τον ίδιο περίπου πληθυσμό, ο αριθμός των θανάτων είναι 53 φορές υψηλότερος.
Ακόμα και εάν η Ελλάδα επιτύχει τη διαρκή μείωση της εξάπλωσης του ιού, οι συνέπειες της πανδημίας για την οικονομία είναι τεράστιες. Η χώρα μόλις ξεκίνησε να ανακάμπτει από τη χειρότερη μεταπολεμική οικονομική κρίση και τώρα γυρίζει πίσω σε αυτή. Η οικονομική ζωή έχει παραλύσει σε μεγάλο βαθμό από τα μέσα Μαρτίου. Η μείωση του τουρισμού συνιστά ιδιαίτερα σημαντικό πρόβλημα.
Το 2020 θα ήταν μια καλή χρονιά. Ο Υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας είχε θέσει στόχο ανάπτυξης 2,8% στο προσχέδιο του προϋπολογισμού. Θα ήταν το μεγαλύτερο ποσοστό ανάπτυξης από το 2007, χρονιά πριν την κρίση. Αντίθετα, τώρα η χώρα βυθίζεται στην ύφεση, ενώ παραμένει ασαφές, πόσο μεγάλη θα είναι η πτώση.
Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννης Στουρνάρας αναμένει ότι το ΑΕΠ θα μειωθεί κατά 4%. Ανήκει στους αισιόδοξους. Το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι η μείωση του ΑΕΠ θα είναι 5%. ΤΟ ΔΝΤ προβλέπει αρνητική ανάπτυξη 10%. Ακόμα επιφυλακτικότεροι είναι οι αναλυτές της Morgan Stanley που αναμένουν πτώση του ΑΕΠ 13,3-21,3%. Συγκριτικά, στο χειρότερο έτος της κρίσης, το 2011, το ΑΕΠ μειώθηκε 9,1%.
Οι εκτιμήσεις διαφέρουν πολύ όσον αφορά στην ταχύτητα ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας από τον κορωνοϊό. Οι οικονομολόγοι της Bank of America, οι οποίοι αναμένουν αρνητική ανάπτυξη 7,5% για φέτος, το 2021 αναμένουν ισχυρή ανάπτυξη 9,8%. Η Morgan Stanley προβλέπει άνοδο 1,1-4,3% για το επόμενο έτος και το ΔΝΤ 5,1%.
Πολλά θα εξαρτηθούν από το πόσο γρήγορα θα ανακάμψει από την κρίση ο ελληνικός τουρισμός. Πέρυσι συνέβαλε κατά 20% στο ΑΕΠ, ενώ εμμέσως σε ποσοστό 30%. Μία στις πέντε θέσεις εργασίας συνδέεται με τον τουρισμό.
Εξάλλου, η κρίση αυτή έχει σημαντικές συνέπειες στην αγορά εργασίας. Στην αρχή του έτους, η Ελλάδα είχε το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας στην ΕΕ (16,4%)- κληρονομιά των προγραμμάτων λιτότητας κατά την οικονομική κρίση. Στο αποκορύφωμα της κρίσης η ανεργία ανήλθε στο 28%, Τα τελευταία έξι χρόνια μειώνεται με αργό ρυθμό, ενώ τώρα σημειώνει πάλι άνοδο. Μόνο τον Μάρτιο χάθηκαν 42.000 θέσεις εργασίας. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι 300.000 άνθρωποι θα χάσουν τη θέση εργασίας τους μέχρι το τέλος του έτους. Το ΔΝΤ αναμένει αύξηση της ανεργίας στο 22,3% για φέτος. Σύμφωνα με μια πρόσφατη δημοσκόπηση, έξι στους δέκα Έλληνες ανησυχούν για τη θέση εργασίας τους.
Η κυβέρνηση προσπαθεί με ενέσεις δισεκατομμυρίων να διασώσει επιχειρήσεις που έχουν πληγεί και να διασφαλίσει τις θέσεις εργασίας που κινδυνεύουν να χαθούν. Τα προγράμματα βοήθειας φέρνουν σε οριακό σημείο τον προϋπολογισμό, ο οποίος σημειώνει απώλειες στα έσοδα από τη φορολογία. Ενώ η Ελλάδα σημείωνε πλεονάσματα από το 2016, ο προϋπολογισμός πιθανότατα να σημειώσει μεγάλη αρνητική υποχώρηση φέτος. Το ΔΝΤ αναμένει έλλειμμα 5,1% του ΑΕΠ για φέτος και 4,4% του χρόνου.
Το ΔΝΤ αναμένει ότι το χρέος της Ελλάδας θα ανέλθει στο 200,8% του ΑΕΠ στο τέλος του έτους, σημειώνοντας νέο ρεκόρ, ενώ για το 2021 προβλέπει ελαφριά μείωση στο 194,8%. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα οπισθοδρομεί όσον αφορά στη μείωση του χρέους της. Το 81% του χρέους της Ελλάδας βρίσκεται στα χέρια δημόσιων πιστωτών, όπως ο ΕΜΣ, το ΔΝΤ και άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Μετά το τέλος του προγράμματος διάσωσης το καλοκαίρι του 2018, δόθηκε στη χώρα περίοδος χάριτος, μείωση των επιτοκίων και επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής για τα δάνεια και έτσι η εξυπηρέτηση του χρέους θεωρείτο εξασφαλισμένη μέχρι το 2032. Με δεδομένο την κρίση του κορωνοϊού, μια επαναξιολόγηση μπορεί να είναι απαραίτητη, ενώ μπορεί να τεθεί πάλι στην ατζέντα το ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους, αναφέρει ο Zsolt Darvas από τη δεξαμενή σκέψης Bruegel με έδρα τις Βρυξέλλες.
Σε συνέντευξη του στο διαδικτυακό portal ‘newmoney’, ο αναλυτής ανέφερε ότι η κρίση αυτή πιθανόν να αποτελέσει ευκαιρία για να δοθεί στην Ελλάδα «κάποια μορφή ελάφρυνσης χρέους».