FILE PHOTO: Ο απερχόμενος πρωθυπουργός της Ολλανδίας, Μαρκ Ρούτε. EPA, REMKO DE WAAL
Οι Ολλανδοί ψηφοφόροι προσέρχονται στις κάλπες την ερχόμενη Τετάρτη σε μια εκλογική μάχη που προβλέπεται αμφίρροπη, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, και αναμένεται να μεταμορφώσει το πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Έπειτα από 13 χρόνια με τον Μαρκ Ρούτε στην πρωθυπουργία, οι Ολλανδοί δείχνουν έτοιμοι να εκλέξουν είτε την πρώτη γυναίκα πρωθυπουργό της χώρας είτε έναν “σταυροφόρο” κατά της διαφθοράς, ο οποίος ίδρυσε κόμμα μόλις πριν από λίγους μήνες.
Αυτό που φαίνεται σίγουρο, ωστόσο, είναι ότι ένα νέο πρόσωπο θα ηγείται πλέον της Ολλανδίας–της πέμπτης μεγαλύτερης οικονομίας στην ΕΕ.
“Ήρθα σε αυτή τη χώρα ως οκτάχρονη πρόσφυγας και γνωρίζω τι σημαίνει να αναζητείς ελευθερία και ασφάλεια”, δήλωνε η ίδια στο AFP σε πρόσφατη προεκλογική της συγκέντρωση.
“Πρέπει να μειώσουμε αυτό τον αριθμό προκειμένου να έχουμε έναν ασφαλή τόπο για τους πραγματικούς πρόσφυγες”, πρόσθεσε.
Με εμπειρία στις σχέσεις με τα μέσα ενημέρωσης, η Γεσιλγκιόζ διασκεδάζει τους ακολούθους της στο Instagram ποστάροντας φωτογραφίες των σκυλιών της και έχει διαρκή παρουσία στα πολιτικά τοκ σόου της Ολλανδίας.
Αλλά οι επικριτές της υποστηρίζουν ότι πασχίζει για να διατυπώσει ξεκάθαρες πολιτικές και να εξηγήσει με ποιον τρόπο θα κυβερνήσει διαφορετικά από τον Ρούτε, ο οποίος φέρεται να εμπλέκεται σε σκάνδαλα.
“Η βασική πρόκληση … είναι η αντίληψη ότι η προεκλογική εκστρατεία του κόμματος στερείται ουσίας”, λέει στο AFP η Σάρα ντε Λαντζ, καθηγήτρια πολιτικής στο πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ.
“Η Γεσιλγκιόζ τονίζει ότι θα κάνει διαφορετικά τα πράγματα χωρίς να υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες σχετικά με το ποια θα είναι τα βασικά μέτρα”, τονίζει.
Στήθος με στήθος με το VVD της Γεσιλγκιόζ έρχεται ένα νεοσύστατο κόμμα, το Νέο Κοινωνικό Κεφάλαιο (NSC), το οποίο ίδρυσε ο χαρισματικός Πίτερ Όμτσιχτ.
“Είχαμε πολλές πολιτικές αποτυχίες τα τελευταία χρόνια στην Ολλανδία”, δήλωσε σε συνέντευξή του στο AFP.
“…Παραλείψεις και απροσεξίες… και για να το διορθώσουμε χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης μιας μερικής μεταρρύθμισης του ολλανδικού κράτους”, πρόσθεσε ο Όμτσιχτ, ο οποίος επίσης τηρεί σκληρή στάση για τη μετανάστευση.
Είναι γνωστός για την καταπολέμηση της διαφθοράς στο εσωτερικό και στην Ευρώπη, αλλά οι ψηφοφόροι αντιμετωπίζουν ένα τεράστιο ερωτηματικό: έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θέλει να γίνει πρωθυπουργός, εάν το κόμμα του κερδίσει.
«Για μένα είναι δευτερεύον ποιος γίνεται πρωθυπουργός ή ακόμη και υπουργός», είπε, χωρίς να αποκλείσει το ενδεχόμενο να διορίσει κάποιον πρωθυπουργό που δεν περιλαμβάνεται καν στο ψηφοδέλτιο του NSC.
Η πολιτική αναλύτρια Γούτερς εξηγεί ότι για πολλούς Ολλανδούς, ο Όμτσιχτ είναι “ένα είδος Μεσσία” σε μια αποστολή να μεταρρυθμίσει την Ολλανδία.
«Είναι βασικά ένας εθνικός ήρωας, αλλά πολλοί άνθρωποι δεν ξέρουν τι αντιπροσωπεύει στην πραγματικότητα», είπε.
Στις δημοσκοπήσεις, ακριβώς πίσω από αυτούς τους δύο υποψήφιους βρίσκεται ο πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος Φρανς Τίμερμανς, ο “αρχιτέκτονας” της Πράσινης Συμφωνίας της ΕΕ, ο οποίος ηγείται ενός κοινού συνασπισμού Πρασίνων/Εργατικών.
Ο ακροδεξιός Γκέερτ Βίλντερς του PVV είναι επίσης υποψήφιος. Η υποστήριξη για το αντιμεταναστευτικό, αντιευρωπαϊκό μήνυμά του είναι σταθερή και το σημαντικότερο είναι ότι έχει αποσπάσει την συναίνεση της Γεσιλγκιόζ για έναν πιθανό συνασπισμό.
Ένα κόμμα αγροτών (BBB) που προέκυψε από διαμαρτυρίες κατά των μέτρων για τον περιορισμό των εκπομπών αζώτου και το οποίο σημείωσε εντυπωσιακή νίκη στις εκλογές της Γερουσίας νωρίτερα φέτος, φαίνεται να έχει χάσει τον δυναμισμό του, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις.
Αλλά η πολιτική μεταρρύθμιση είναι επίσης καθοριστική, ισχυρό χαρτί στα χέρια του Όμτσιχτ.
«Το πιο σημαντικό ζήτημα για πολλούς Ολλανδούς ψηφοφόρους αυτή τη στιγμή είναι το πώς μας κυβερνούν», εξηγεί η Γούτερς.
Οι εκλογές της 22ας Νοεμβρίου θα γίνουν η απαρχή για μια μακρά περίοδο διαπραγματεύσεων μεταξύ των κομμάτων για τον σχηματισμό ενός λειτουργικού συνασπισμού με κάθε μία από τις 150 έδρες του κοινοβουλίου να έχει κρίσιμη σημασία.
Οι τελευταίες μέρες θα είναι κρίσιμες, εκτιμά ο Τομ Λούβερς, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Λέιντεν.
“Δέκα έως 15% των ψηφοφόρων αποφασίζουν την ημέρα των εκλογών. Περίπου το 30% αποφασίζει λίγες μέρες πριν.”
Με πληροφορίες από AFP μέσω ΑΠΕ – ΜΠΕ
Χάγη, Netherlands
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE