Ελληνικές ταινίες που άφησαν εποχή: Από τον Ορέστη Μακρή στον Αγγελόπουλο και από τον Κακογιάννη στην Καρέζη [Ά μέρος]

File Photo Από αφίσες ελληνικών ταινιών via https://www.imdb.com/list/ls009669219/




Για κάποιους που το ελληνικό σινεμά προκαλεί αδιαφορία (και όχι άδικα μιας και δεν κατάφερε να ξεφύγει και αυτό από την μεταπολιτευτική πελατειακή ρεμούλα…

…και την αρτηριοσκλήρωση των ευνοημένων του συστήματος (μεγάλη συζήτηση αυτή) , οι παρακάτω ταινίες ίσως δίνουν ένα επιχείρημα ότι μπορούμε να έχουμε και σήμερα καλύτερο ελληνικό σινεμά αν το θέλουμε πραγματικά. Το θέλουμε όμως;

 

Ηλέκτρα 1962

Η Ηλέκτρα είναι μία από τις γνωστότερες παραγωγές της Φίνος Φιλμ σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη. Γυρίστηκε το 1962 και βασίστηκε στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη. Υπήρξε υποψήφια για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας την ίδια χρονιά, ενώ κέρδισε το βραβείο καλύτερης κινηματογραφικής μεταφοράς στο Φεστιβάλ των Καννών.

Συνολικά κέρδισε περισσότερες από 24 τιμητικές διακρίσεις και βραβεία. Οι κριτικές της ταινίας υπήρξαν ενθουσιώδεις και με θετικά σχόλια αναφέρθηκαν στο συγκεκριμένο έργο του Κακογιάννη οι New York Times, που θεωρούν την Ηλέκτρα «εκθαμβωτική εκμετάλλευση του κινηματογραφικού μέσου που μετουσιώνει το χρυσάφι της προφορικής ποίησης σε μια άλλη μορφή τέχνης». Για τη Le Monde το συνολικό έργο «ήταν ένα εκπληκτικό κατόρθωμα, μια ταινία συγκλονιστική, που βγάζει από τον καθένα μας ό,τι καλύτερο έχει μέσα του».

Η μουσική επένδυση της ταινίας έγινε από τον Μίκη Θεοδωράκη, ενώ τα σκηνικά και τα κοστούμια ήταν δουλειά του Σπύρου Βασιλείου.

 

Ο Θίασος 1975

Ο θίασος είναι ελληνική δραματική κινηματογραφική ταινία του 1975, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Υπήρξε η τρίτη κατά σειρά μεγάλου μήκους ταινία του σκηνοθέτη και κατατάσσεται στις σημαντικότερες δημιουργίες του ελληνικού κινηματογράφου με μεγάλη αίσθηση και στο εξωτερικό.

Η ταινία ακολουθεί τις περιπέτειες ενός περιοδεύοντος θιάσου στην Ελλάδα από το 1939 μέχρι το 1952, ο οποίος προσπαθεί να παρουσιάσει μια θεατρική παράσταση του βουκολικού δράματος του Περεσιάδη Γκόλφω, η βοσκοπούλα. Η πολιτική ιστορία της Ελλάδας και η ιδιωτική των μελών του θιάσου (που είναι ταυτόχρονα και μέλη της ίδιας οικογένειας) πλέκονται αξεδιάλυτα. Από τη μια παρακολουθούμε τις τελευταίες μέρες της δικτατορίας του Μεταξά, την έναρξη του πολέμου, την ιταλική εισβολή, τη γερμανική κατοχή, την Απελευθέρωση, την άφιξη των συμμάχων (Άγγλων αρχικά και Αμερικανών στη συνέχεια), την καταπίεση των «αριστερών» αγωνιστών και τον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, μέχρι τις εκλογές του 1952 όπου κυριαρχούν οι δυνάμεις της Δεξιάς.

Μουσική
Λουκιανός Κηλαηδόνης. (Ακορντεόν: Αντρέας Τσεκούρας. Τραγούδι: Ιωάννα Κιουρκτσόγλου, Νένα Μεντή, Δημήτρης Καμπερίδης, Κώστας Μεσσάρης. Επιλογή στα τραγούδια και στα κείμενα: Φώτος Λαμπρινός.)
Ερμηνευτές
Εύα Κοταμανίδου (Ηλέκτρα), Αλίκη Γεωργούλη (Μητέρα), Στράτος Παχής (Πατέρας), Μαρία Βασιλείου (Χρυσόθεμη), Βαγγέλης Καζάν (Αίγισθος), Πέτρος Ζαρκάδης (Oρέστης), Κυριάκος Κατριβάνος (Πυλάδης), Γρηγόρης Ευαγγελάτος (Ποιητής), Γιάννης Φύριος (ακορντεονίστας), Νίνα Παπαζαφειροπούλου (γριά), Αλέξης Μπούμπης (γέρος), Θάνος Γραμμένος, Κώστας Στυλιάρης, Γιώργος Βερλής, Κώστας Μανδήλας, Γιώργος Τσιφός, Ιάκωβος Παϊρίδης, Τάκης Δουκάκος, Μαίρη Ανδροπούλου

Η κάλπικη λίρα 1955

Το Ιστορία μιας κάλπικης λίρας (γνωστή ως Η Κάλπικη Λίρα) είναι ελληνική ηθογραφική σπονδυλωτή ταινία του 1955, με κωμική, αισθηματική και δραματική διάθεση.

Η παραγωγή είναι της Ανζερβός και τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Γιώργος Τζαβέλλας, σε δικό του σενάριο.

Πρωταγωνιστούν οι Βασίλης Λογοθετίδης, Ίλια Λιβυκού, κ.α. Η υπόθεση αφορά μία λίρα κάλπικη, η οποία δημιουργήθηκε από τον πρωταγωνιστή της πρώτης από τις τέσσερις ιστορίες δηλαδή τον Ανάργυρο (Βασίλης Λογοθετίδης), που όμως δεν καταφέρνει να προσφέρει στους κατόχους της εκείνα που ονειρεύονται, δηλαδή, τα πλούτη. Αποτελεί μια ηθογραφία της κοινωνίας του ’50 με την ιδιαίτερη οπτική γωνία του σκηνοθέτη Γιώργου Τζαβέλλα.

Πολίτικη κουζίνα 2003 

Πρόκειται για μία βιωματική ταινία του σκηνοθέτη Τάσου Μπουλμέτη, που όντας Κωνσταντινουπολίτης στην καταγωγή ο ίδιος, καταπιάνεται με το ζήτημα των διωγμών που υπέστησαν από τις τουρκικές αρχές οι Έλληνες της Πόλης το 1964.

Ο πρωταγωνιστής της ταινίας Φάνης Ιακωβίδης (τον υποδύεται ο Γιώργος Χωραφάς), καθηγητής αστροφυσικής στην Αθήνα, περιμένει τον παππού του από την Κωνσταντινούπολη, τον οποίο έχει να δει από την παιδική του ηλικία. Αρχίζοντας προετοιμασίες για την υποδοχή του προσκαλεί όλους τους φίλους του παππού του και ετοιμάζει μια σειρά από πιάτα πολίτικης κουζίνας.

Μια ξαφνική αρρώστια όμως του παππού, δεν θα του επιτρέψει να ταξιδέψει στην Αθήνα. Ο καθηγητής τότε θα αποφασίσει να πάει εκείνος στην Κωνσταντινούπολη για να τον συναντήσει και να θυμηθεί ξανά τα χρόνια που έζησε εκεί με τους γονείς του, τους οποίους ενσαρκώνουν οι Ιεροκλής Μιχαηλίδης και Ρένια Λουιζίδου.

Εκεί επιστρέφουν όλες οι ευχάριστες αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας, οι δυσάρεστες του διωγμού και της απέλασης, αλλά και ο πρώτος έρωτας της ζωής του, η Σαϊμέ, που υποδύεται η Τουρκάλα ηθοποιός Μπασάκ Κοκλούκαγια (Başak Köklükaya).

El Greco

Η ταινία μας μεταφέρει στον 16ο αιώνα με αφετηρία την Κρήτη, στη Βενετία ως το Τολέδο της Ισπανίας, ακολουθώντας την περιπετειώδη αναζήτηση του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου ή Ελ Γκρέκο για ελευθερία και έρωτα.

Εκείνη την εποχή η Κρήτη, η ιδιαίτερη πατρίδα του ζωγράφου, βρίσκεται υπό την κατοχή των Ενετών. Ο πατέρας του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου είναι αντάρτης και μάχεται τους κατακτητές, ενώ ο νεαρός καλλιτέχνης απολαμβάνει ήδη μεγάλη φήμη και επιτυχία. Μαζί με το στενό του φίλο Νικολό, που τον συνοδεύει παντού και τον προστατεύει, ο Γκρέκο θα βρεθεί στη Βενετία, ακολουθώντας την πανέμορφη Φραντζέσκα ντα Ρίμι. Εκεί θα θητεύσει στο εργαστήριο του μεγάλου ζωγράφου της Αναγέννησης Τιτσιάνο, ενώ θα γνωρίσει τον Ισπανό ιδεαλιστή ιερωμένο Νίνο ντε Γκεβάρα, που θα επηρεάσει καθοριστικά τη ζωή του. Ο Γκεβάρα γοητεύεται από το ταλέντο του Έλληνα ζωγράφου και τον θαυμάζει, αν και διαφωνεί με την ιδιότυπη στάση του σε ό,τι αφορά την τέχνη και τον Θεό. Οι δυο τους αναπτύσσουν μια ξεχωριστή φιλία.

Φθάνοντας στην Ισπανία, ο Θεοτοκόπουλος κατακτά παγκόσμια φήμη ως καλλιτέχνης, ενώ βρίσκει τον μεγάλο έρωτα της ζωής του στο πρόσωπο της Χερόνιμα. Αποκτά ισχυρούς φίλους και είναι ευτυχισμένος που εργάζεται στην Ισπανία, ως τη στιγμή που θα δεχτεί το πρώτο χτύπημα της μοίρας. Μέσα στη δυστυχία του, θα ξανασυναντηθεί με ένα αγαπημένο πρόσωπο από το παρελθόν: τον Νίνο ντε Γκεβάρα, ο οποίος τώρα πια είναι Μέγας Ιεροεξεταστής και στέλνει τους «αιρετικούς» στην πυρά. Η μετάλλαξη του φίλου του σοκάρει τον Γκρέκο, ενώ το συγκλονιστικό θέαμα των ανθρώπων στην πυρά τον ωθεί να απεικονίσει με σχεδόν υπερφυσικό τρόπο την ψυχή των αθώων, κάνοντάς τους να φαίνονται άγιοι. Αυτό εξοργίζει τον Γκεβάρα.

Στη μάχη που θα διεξαχθεί ανάμεσά τους, το φως πολεμά το σκοτάδι. Τα όπλα του Γκεβάρα είναι η εξουσία και ο θάνατος, ενώ ο Γκρέκο προτάσσει τους πίνακές του, το φως και τις αξίες του ανυπότακτου κρητικού πολιτισμού που τον γέννησε.

Το ποτάμι 1960

Ένα ποτάμι, συμβολικό όριο που χωρίζει τη ζωή από το θάνατο, τη φθορά της καθημερινότητας από το όνειρο, έλκει σαν μαγνήτης τους ανθρώπους και τους καλεί να κάνουν την υπέρβασή τους. Τρεις χωρικοί κλέβουν ένα σταυρό από κάποιο μοναστήρι, αλλά η απληστία θα τους οδηγήσει στο θάνατο και το ποτάμι θα παρασύρει στη θάλασσα την ανομία τους. Ένας Έλληνας συνοριοφύλακας θα πληρώσει με τη ζωή του το δισταγμό του και θα πέσει νεκρός από τα πυρά της εχθρικής απέναντι πλευράς. Ένα ζευγάρι ερωτευμένων που κλέφτηκαν παράνομα θα πέσει σε ναρκοπέδιο κοντά στο ποτάμι και η δοκιμασία αυτή θα οδηγήσει στην αποδοχή της σχέσης τους απ’ τους δικούς τους. Τέλος, ένα μικρό κοριτσάκι που το έσκασε από μια διαλυμένη οικογένεια, θα δεχτεί την προστασία από έναν συνομήλικό της βοσκό. Μεταξύ τους θα αναπτυχθεί μια μεγάλη φιλία, δώρο της φύσης και της υπέρβασης του ορίου.

Ο Δράκος (1956)

Ένας ασήμαντος τραπεζικός υπάλληλος, ο Θωμάς (Ντίνος Ηλιόπουλος), ετοιμάζεται να περάσει μόνος τις διακοπές της Πρωτοχρονιάς όταν τρομοκρατημένος συνειδητοποιεί ότι μοιάζει μ’ έναν κακοποιό που οι εφημερίδες αποκαλούν “Ο Δράκος”. Λόγω της παρεξήγησης, η αστυνομία τον καταδιώκει και αυτός βρίσκει καταφύγιο σ’ ένα καμπαρέ. Μες στη διφορούμενη γοητεία της νύχτας, μία συμμορία του υποκόσμου (οι άνθρωποι του καμπαρέ), τον αντιμετωπίζουν ως τον γνήσιο Δράκο και μία χορεύτρια, η λεγόμενη Κάρμεν (Μαρίκα Λεκάκη), τον συμπαθεί και τον προστατεύει. Εκεί ο Θωμάς γνωρίζει την Ρούλα (Μαργαρίτα Παπαγεωργίου), το “μωρό” οπως την αποκαλούν, ένα νεαρό κορίτσι, ορφανό μετά τον βομβαρδισμό του Πειραιά, που το περιμάζεψε η Κάρμεν και το οδήγησε στο καμπαρέ. Το αφεντικό (Γιάννης Αργύρης), ο “Χοντρός” όπως τον αποκαλούν, είναι ερωτευμένος με το “μωρό”, την μαλώνει από ζήλεια και δεν την αφήνει να φύγει από τον έλεγχό του. Η ίδια είναι αθώα, με αγνή, σχεδόν παιδική ψυχή και επιθυμεί να φύγει από το καμπαρέ και τον υπόκοσμο, στον οποίο είναι υποχρεωμένη να κινείται. Η εμφάνιση του υποτιθέμενου “Δράκου”, δηλαδή του Θωμά, σηματοδοτεί κάτι καινούργιο στη ζωή της

Στέλλα 1955

Η Στέλλα είναι τραγουδίστρια στο κέντρο Παράδεισος, που διευθύνει η Μαρία. Στο ίδιο κέντρο τραγουδά και μια άλλη τραγουδίστρια, η Αννέτα, που ζηλεύει τη Στέλλα. Το αγόρι της Στέλλας είναι ο Αλέκος, γόνος πλούσιας οικογένειας, που αντιδρά έντονα σε αυτή τη σχέση. Η Στέλλα όμως αποφασίζει να θέσει τέρμα στη σχέση τους, πριν έρθει η φθορά αλλά και επειδή έχει ήδη εμφανιστεί ο Μίλτος, ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού, που κέντρισε το ενδιαφέρον της.

Η Στέλλα αρχικά αποδεύγει τη στενή πολιορκία του Μίλτου, αργότερα όμως υποκύπτει στο πάθος και τη γοητεία του. Τον αγαπά· αγαπά όμως και την ελευθερία της. Θα χρειαστεί λοιπόν να κάνει μια σημαντική επιλογή, όταν εκείνος της κάνει πρόταση γάμου. Δέχεται μεν την πρόταση, αλλά με μισή καρδιά, αφού μια τέτοια απόφαση δεν είναι ταιριαστή με την ιδιοσυγκρασία της. Λίγο πριν από τον γάμο, την επισκέπτεται στο σπίτι της όπου βρίσκεται με την Αννέτα η μάνα του Μίλτου. Η γερόντισσα δίνει την ευχή της στη Στέλλα, η οποία, μόλις φεύγει η μέλλουσα πεθερά της, σηκώνεται και φεύγει και αυτή αφήνοντας την Αννέτα πίσω της να φωνάζει. Περνά την υπόλοιπη μέρα αλλά και τη νύχτα της με τον νεαρό θαυμαστή της Αντώνη, μια τυχαία γνωριμία. Τα χαράματα, επιστρέφοντας στο σπίτι της, την περιμένει ο Μίλτος, ο οποίος τη μαχαιρώνει στη μέση του δρόμου και, αμέσως μετά, την αγκαλιάζει φιλώντας την. Μαζεύεται κόσμος, ανάμεσά τους και η Αννέτα, η οποία φωνάζει στον Μίλτο να φύγει για να μη συλληφθεί, ενώ εκείνος συνεχίζει να αγκαλιάζει τη νεκρή Στέλλα, μοιάζοντας να μην ακούει τίποτα.

Ο Ηλίας του 16ου

Ο Ηλίας είναι άνεργος σερβιτόρος που ψάχνει για δουλειά. Μένει σε ένα ξενοδοχείο στο οποίο όμως, λόγω ανεργίας, χρωστά 320 δραχμές νοίκια. Αποφασίζει, λοιπόν, να ζητήσει βοήθεια από τον φίλο του τον Βαγγέλη, ο οποίος δουλεύει σε ένα καφενείο, ιδιοκτήτης του οποίου είναι ο τοκογλύφος κυρ-Λάμπρος. Εκεί συναντά τον τρίτο της παρέας τον Θωμά, ο οποίος βρίσκεται στο ίδιο οικονομικό αδιέξοδο μιας και έκλεισε το μαγαζί όπου δούλευε. Για κακή τύχη και των δυο ο Βαγγέλης έχει και ο ίδιος ανάγκη από 500 δραχμές για να βγάλει από το νοσοκομείο τη γυναίκα του, τη Φώτω, που έκανε εγχείρηση.

Ενώ ο Ηλίας κάθεται σκεφτικός στο καφενείο, στο διπλανό τραπέζι κάθονται ο κύριος Ορέστης και η κυρία Αλέκα Κωνσταντινίδη, μανιώδεις χαρτοπαίκτες, και παζαρεύουν ένα μονόπετρο δακτυλίδι μεγάλης αξίας με τον Λάμπρο. Το συγκεκριμένο κόσμημα ανήκει σε μια φίλη τους, τη Λουκία, η οποία λείπει στην Αιδηψό. Στόχος τους είναι να δανειστούν χρήματα από τον Λάμπρο για να παίξουν στο βραδινό καρέ και να ρεφάρουν τη χασούρα των προηγουμένων ημερών. Τελικά ο Λάμπρος το κρατά ενέχυρο και τους δανείζει για 15 ημέρες 10.000 δραχμές με τόκο 1 χιλιάρικο. Εντωμεταξύ ο Ηλίας παρακολουθεί την όλη συζήτηση. Όταν τελικά επιστρέφουν οι δυο του φίλοι στο καφενείο και το καφενείο αδειάζει από κόσμο, κάθονται και οι τρεις να συζητήσουν για το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκονται. Τότε ο Ηλίας αναφέρει τα όσα είδε πριν και ο Βαγγέλης τους λέει για τις δουλειές του Λάμπρου και τα κοσμήματα που κρατά ως ενέχυρα ή τα αγοράζει από ανθρώπους που είναι σε ανάγκη. Τους λέει επίσης πως τα κρύβει σε μια αρβύλα και με δισταγμό τους λέει το σχέδιο του με το οποίο οι δυο μπατίρηδες φίλοι συμφωνούν αμέσως. Να αρπάξουν την αρβύλα.

Λατέρνα φτώχεια και γαρύφαλλο 1957

Ο ένας εκ των δυο λατερνατζήδων της ταινίας ” Λατέρνα Φτώχεια και Γαρύφαλλο ” ( 1955 ), ο Παυλάρας ( Βασιλής Αυλωνίτης ) αρρωσταίνει. Ο Πετράκης ( Μίμης Φωτόπουλος ) αναγκάζεται να πουλήσει τη Λατέρνα για να τον βοηθήσει. Εν τω μεταξυ, η Καίτη ( Τζένη Καρέζη ), η οποία έχει χωρίσει με τον Δημήτρη ( Αλέκος Αλεξανδράκης ) βρίσκεται σε ταξίδι. Στη συνέχεια, η Καίτη αγοράζει τη λατέρνα και τους την επιστρέφει. Ο Παυλάρας αναρρώνει και οι δύο συνοδοιπόροι αναλαμβάνουν δράση να ξανασμίξουν το ζευγάρι.

Με πληροφορίες από imdb.com, wikipedia

Δέκα από τις Καλύτερες Ταινίες Όλων των Εποχών: Από το 1940 μέχρι σήμερα

Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: