Απέναντι στην επιθετική Τουρκία, η Ελλάδα δεν μειώνει την επιφυλακή της: Χωρίς αποτέλεσμα οι επαφές…

O υπουργός Εθνικής ’Aμυνας Νικόλαος Παναγιωτόπουλος με τη Γαλλίδα ομόλογό του, Φλωράνς Παρλύ (Florence Parly), στο Υπουργείο Εθνικής Αμύνης, τη Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2021. EPA, YANNIS KOLESIDIS




Στη χωρίς «απτά αποτελέσματα» επανάληψη των συνομιλιών Ελλάδας-Τουρκίας, ως προς «τα θαλάσσια σύνορα», με την υπόσχεση για «διατήρηση του διαλόγου», που διακόπηκε από το 2016, αναφέρεται το δημοσίευμα της εφημερίδας Le Monde (κείμενο Marie Jégo και Marina Rafenberg). 

Σημειώνει ότι οι προσδοκίες ήταν χαμηλές και οι δύο χώρες δεν κατάφεραν καν να συμφωνήσουν για τα θέματα που θα συζητούσαν, καθώς οι Έλληνες διπλωμάτες πίστευαν πως οι διαπραγματεύσεις πρέπει να επικεντρώνονται μόνο στα θαλάσσια σύνορα και στην κατανομή των ενεργειακών πόρων, ενώ οι Τούρκοι ομόλογοι τους ήθελαν να θέσουν όλα τα προβλήματα στο τραπέζι, ιδίως εκείνο της αποστρατικοποίησης των ελληνικών νησιών ή του καθεστώτος της τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα.

Υπογραμμίζεται, ότι αυτές οι συζητήσεις ήταν ευπρόσδεκτες για τη μείωση των εντάσεων μεταξύ των δύο χωρών, οι οποίες το περασμένο Καλοκαίρι έφθασαν κοντά σε πόλεμο – γίνεται αναφορά στην ανάπτυξη του Oruç-Reis – ενώ επισημαίνεται, ότι τις τελευταίες εβδομάδες, η Τουρκία, γνωρίζοντας πως μία επανάληψη της έντασης  θα μπορούσε ενδεχομένως να προκαλέσει κυρώσεις εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που έχει προγραμματιστεί για τον Μάρτιο, επέλεξε μια πιο συμφιλιωτική στάση.

Προβάλλεται η δήλωση στο twitter, μετά το πέρας της συνάντησης, του Ibrahim Kalin, σημειώνεται, ότι μία δεύτερη συνάντηση, αυτή τη φορά στην Αθήνα, έχει προγραμματιστεί για τον Φεβρουάριο, ενώ παρατίθεται άποψη Έλληνα διπλωμάτη, ο οποίος εκτιμά, ότι αυτή η «φαινομενική ηρεμία» μπορεί να εξηγηθεί για τρεις λόγους:

«Ο Τούρκος πρόεδρος πρέπει επί του παρόντος να επικεντρωθεί, όπως όλοι οι ηγέτες, στην πανδημία που προκαλείται από τον κορωνοϊό και τα σημαντικά οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα του. Πρέπει να αποφύγει τις ευρωπαϊκές κυρώσεις και, τέλος, θέλει χρόνο για να παρατηρήσει τη θέση του νέου προέδρου των ΗΠΑ Joe Biden, ο οποίος αναμένεται να είναι λιγότερο ευνοϊκός για την Τουρκία από τον Donald Trump»

Η Ελλάδα διαβεβαιώνει ωστόσο, ότι δεν «ξεγελιέται» και «παραμένει επιφυλακτική», σημειώνει η εφημερίδα, προσθέτοντας, ότι ελληνική κυβέρνηση, αντιμέτωπη με την πολεμοχαρή συμπεριφορά της Τουρκίας με τους γείτονές της κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, συνέχισε να ενισχύει τις αμυντικές της δυνατότητες και θα πενταπλασιάσει τις δαπάνες της για στρατιωτικό εξοπλισμό, το 2021.

Στο σημείο αυτό γίνεται αναφορά στην υπογραφή της συμφωνίας για την αγορά  των 18 μαχητικών Rafale, ενώ τονίζεται, ότι  τους τελευταίους μήνες, η ελληνική κυβέρνηση επιτάχυνε τις διαπραγματεύσεις με τη Γαλλία, για την ενίσχυση της στρατιωτικής συμμαχίας των δύο χωρών, υπενθυμίζοντας την υπογραφή, πριν από ένα χρόνο, συμφωνίας που προβλέπει τη δημιουργία κοινών ναυτικών, αεροπορικών και χερσαίων επιχειρήσεων, την τετραμερή άσκηση τον Αύγουστο του 2020, με την Ιταλία και την Κύπρο, αλλά και αυτή τον Δεκέμβριο του 2020, με την Κύπρο και τα ΗΑΕ.

Προβάλλονται οι δηλώσεις της υπουργού Άμυνας Florence Parly, στις οποίες προέβη στην Αθήνα, περί «ενίσχυσης αυτής δυναμικής, το 2021» και ότι «η οικοδόμηση αυτής της συνεργασίας ιδιαίτερα στη Μεσόγειο, είναι απαραίτητη για να διασφαλιστεί η ασφάλεια της ευρωπαϊκής ηπείρου, για να διασφαλιστεί ο σεβασμός του νόμου και της ελεύθερης κυκλοφορίας».

Σημειώνεται, ότι η Γαλλία  πρέπει να στείλει σύντομα στην Ελλάδα προτάσεις ανανέωσης του στόλου των φρεγατών, χωρίς να παραλείπεται η επισήμανση, ότι οι ΗΠΑ είναι και αυτές στο παιχνίδι, υπενθυμίζοντας την επίσκεψη του Mike Pompeo το Σεπτέμβριο στην Αθήνα και τις συζητήσεις που είχε με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.

Σημειώνοντας την εξαίρεση της Τουρκίας, λόγω των S-400, από το πρόγραμμα παράδοσης και κατασκευής των F-35, υπογραμμίζεται, ότι ενώ οι τουρκικές αρχές πολλαπλασίασαν τις προκλήσεις (ανάρμοστες υπερπτήσεις των ελληνικών νησιών του Αιγαίου, γεωτρήσεις στα ελληνικά ύδατα, αποστολή μεταναστών την Άνοιξη του 2020, στα ελληνοτουρκικά σύνορα), οι Έλληνες αξιωματούχοι προσπάθησαν να ενισχύσουν τις συμμαχίες τους και συγκεκριμένα να δημιουργήσουν στενούς δεσμούς με τις ΗΠΑ, ως προς το οποίο και σημειώνεται:

«Η προσέγγιση με την Ουάσινγκτον ξεκίνησε με την υπογραφή, τον Ιανουάριο του 2020, μιας συμφωνίας στρατιωτικής συνεργασίας, που προβλέπει την επέκταση των δραστηριοτήτων εντός βάσεων και ελληνικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων στη Λάρισα, όπου σταθμεύουν αμερικανικά drones, καθώς και στο Στεφανοβίκιο και την Αλεξανδρούπολη, ενώ προβλέπεται επίσης ενίσχυση των ναυτικών εγκαταστάσεων των ΗΠΑ στη Σούδα, στο νησί της Κρήτης».

Ως προς το αν διακυβεύεται η εκκένωση της τούρκο-αμερικανικής βάσης στο Incirlik της Τουρκίας, όπως αναφέρουν ορισμένοι αναλυτές, οι υπογράφουσες το άρθρο επισημαίνουν, ότι η Τουρκία, με τον δεκαπλασιασμό των  προκλήσεων της προς τους γείτονές της, τους τελευταίους μήνες, οδήγησε σε αυξανόμενο ενδιαφέρον από πλευράς Αμερικανών και Ευρωπαίων για ένα άλλο γεωστρατηγικό σημείο, την Ελλάδα.

Ένα τέλειο φυλάκιο για την παρακολούθηση των επιχειρήσεων στη Συρία, την κατάσταση στη Λιβύη ή τις ρωσικές στρατιωτικές δραστηριότητες στην Ανατολική Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο, γεγονός που, όπως παρατηρούν, τόνισε και ο Mike Pompeo, κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα το Σεπτέμβριο του 2020,  δηλώνοντας, ότι «η Ελλάδα μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό στρατηγικό ρόλο στην περιοχή και να είναι ένας πυλώνας σταθερότητας». 

ΠΗΓΗ: Le Monde – Marie Jégo  και Marina RafenbergFace à la Turquie, la Grèce ne baisse pas la garde

Χωρίς αποτέλεσμα η συνάντηση της Κωνσταντινούπολης: Όχι ακόμα «αξιόπιστες επιτόπου χειρονομίες»

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: