Όταν υπάρχει ένα τέτοιο σκηνικό, μόνο οι ηττημένοι συναινούν και αναγκάζονται να συρθούν σε διάλογο υπό εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες

ΣΚΙΤΣΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΓΚΟΥΜΑ




Του ΠΑΝΙΚΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ

Ας πάρουμε ως αφετηρία τον Ιούλιο του 1974 και να μην συνυπολογίσουμε τα όσα διαδραματίστηκαν στις ελληνοτουρκικές σχέσεις για δεκαετίες πριν το διπλό έγκλημα στην Κύπρο και την πτώση της χούντας στην Ελλάδα.

Άλλωστε, όπως λένε, οι κοινωνίες και οι λαοί ωριμάζουν και αλλάζουν με την πάροδο του χρόνου, ανάλογα φυσικά με τα βιώματα και την ιστορία του καθενός.

Επομένως, όπως συνέβη σε άλλα μέρη, όπου υπήρξαν υπερβάσεις και συμφωνίες μετά από δεκαετίες ακόμη και αιώνες παραδοσιακών εχθροτήτων, έτσι και στην περίπτωση Ελλήνων και Τούρκων θα μπορούσε να ακολουθηθεί ο δρόμος της ειρήνευσης και της συνεργασίας.

Και ένας λόγος παραπάνω ήταν το γεγονός ότι οι ηττημένοι (από την απώλεια της Σμύρνης και τη Συνθήκη της Λωζάνης μέχρι σήμερα) ουδέποτε σε επίσημο επίπεδο είχαν επιδείξει επιθετική συμπεριφορά απέναντι στους γείτονές τους, παρά την καταπάτηση των συμφωνηθέντων σε Ίμβρο και Τένεδο, την εθνοκάθαρση εις βάρος του Ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης και τις συνεχείς τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο.

  • Όσον για την Κύπρο, οι ξένες επεμβάσεις και η προδοσία διευκόλυναν την Τουρκία να πραγματοποιήσει τους πάγιους σχεδιασμούς της. Ο στόχος της ήταν και παραμένει ο έλεγχος του νησιού, σε πλήρη συμπόρευση με τις επιδιώξεις της Βρετανίας, η οποία διασφάλισε τα δικά της συμφέροντα χρησιμοποιώντας την τακτική του «διαίρει και βασίλευε».

Η Βρετανία και η Τουρκία συνεχίζουν με συστηματική παραπληροφόρηση, ασύστολα ψέματα και ενδεχομένως με «ύποπτες συναλλαγές» να διχάζουν τόσο τους Ελληνοκύπριους όσο και τις δυο κοινότητες. Δυστυχώς, δεν αποτελεί έκπληξη ότι μερικοί σε Λευκωσία και Αθήνα έφτασαν στο σημείο να υιοθετούν ξεδιάντροπα τα τουρκικά και βρετανικά επιχειρήματα στο Κυπριακό και τα Ελληνοτουρκικά.

Φέτος, συμπληρώθηκαν 46 χρόνια τουρκικής κατοχής στο βόρειο τμήμα της Κύπρου και 46 χρόνια μεταπολίτευσης στην Ελλάδα. Από τότε, η Τουρκία επιδιώκει να εδραιώσει τα τετελεσμένα στις κατεχόμενες περιοχές, αλλά και να δημιουργήσει νέα, είτε με παράνομες ενέργειες επί του εδάφους και επί της θάλασσας είτε μέσω διαπραγματεύσεων.

Η Άγκυρα έχει σταθερή, αποκρυσταλλωμένη στρατηγική για την Κύπρο, την Ανατολική Μεσόγειο, το Αιγαίο και τη Θράκη. Με μεθοδευμένες κινήσεις σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο, αλλά κυρίως με την απειλή χρήση βίας έχει αποδείξει επανειλημμένα τι ακριβώς επιδιώκει και πως λειτουργεί για να υλοποιήσει τα βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα σχέδιά της.

Η ιστορική εμπειρία και οι πάμπολλες προσπάθειες της Αθήνας και της Λευκωσίας όλα αυτά τα χρόνια για ειλικρινή προσέγγιση και διάλογο καταδεικνύουν ότι στο τέλος της ημέρας, τόσο στο Κυπριακό όσο και στα Ελλληνοτουρκικά, η Άγκυρα είναι η κερδισμένη. Όχι μόνο παραμένει αμετακίνητη στους επεκτατικούς σχεδιασμούς της, αλλά κάθε φορά που η ελληνική πλευρά επιδεικνύει διάθεση για ουσιαστικές συζητήσεις, μέχρι και αναζήτηση συμβιβαστικών λύσεων, η Τουρκία δεν χάνει την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί προς όφελός της αυτή την επίδειξη ρεαλισμού ή αδυναμίας από μέρους της Αθήνας και της Λευκωσίας.

Χρησιμοποιεί τον στρατιωτικό εκβιασμό για να επιβάλει «τουρκικές λύσεις» στην περιοχή. Επειδή ξέρει πολύ καλά πως αντιδρούν οι ελληνικές ηγεσίες, αλλά και ο διεθνής παράγοντας, έχει μάθει με τι είδους τεχνάσματα και πονηριές μπορεί να επιβάλει τους δικούς της όρους, ενώ παράλληλα αποπροσανατολίζει και διχάζει την ελληνική κοινή γνώμη και τον πολιτικό κόσμο. Αυτό το γνωστό σκηνικό από τα παλιά έστησε και πάλι ο νεοσουλτάνος Ερντογάν.

Μετά το 1974 έγιναν διάφορες απόπειρες στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όπως η συμφωνία Σημίτη-Ντεμιρέλ στη Μαδρίτη τον Ιούλιο του 1997, καθώς και η αναφορά για την Τουρκία και τις υπόλοιπες υποψήφιες χώρες προς ένταξη στην ΕΕ στο κείμενο συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής του Ελσίνκι το 1999.

  • Όποτε όμως επιχειρήθηκε να πραγματοποιηθούν συνομιλίες σε ανώτερο επίπεδο, η Τουρκία κατάφερε να προχωρήσει ένα βήμα παραπάνω στις διεκδικήσεις της εις βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Το εξαιρετικό βιβλίο «Η Συμφωνία που “γκρίζαρε” το Αιγαίο – Από τα Ίμια στη Μαδρίτη», των συναδέλφων Μιχάλη Ιγνατίου και Νίκου Μελέτη, αποτελεί ένα ιστορικό ντοκουμέντο και αναδεικνύει ακριβώς αυτή τη θλιβερή πραγματικότητα.

Με συστηματικό τρόπο, η Τουρκία επιδίδεται σε καλά οργανωμένες κινήσεις για κλοπή εδαφών και θαλασσών. Επιπλέον, με τον Ερντογάν στην εξουσία οι τουρκικές διεκδικήσεις διευρύνθηκαν και ξεπέρασαν τα γεωγραφικά όρια της περιοχής μας, ενώ με θρασύτητα παρουσιάζεται ως ο αδικημένος. Η πιο τραγική πτυχή αυτής της ιστορίας είναι ότι, κατά διαστήματα, εμφανίζονται διάφοροι πολιτικοί και αναλυτές σε Ελλάδα και Κύπρο που ασπάζονται τις παράλογες θέσεις του και δικαιολογούν τις τουρκικές παράνομες ενέργειες.

Ο διάλογος είναι αναγκαίος και επιτακτικός. Ο πόλεμος φέρνει θάνατο και καταστροφή. Αλλά, είναι άλλο πράγμα να είναι κανείς πολεμοκάπηλος και ιμπεριαλιστής και άλλο πράγμα να είναι υπερασπιστής των κυριαρχικών δικαιωμάτων της πατρίδας του.

Με βάση λοιπόν τα προαναφερόμενα και τα όσα διαδραματίζονται στην Ανατολική Μεσόγειο (με την προσπάθεια της Τουρκίας να υφαρπάξει μεγάλο κομμάτι των ελληνικών χωρικών υδάτων και της κυπριακής ΑΟΖ), καθώς και λαμβάνοντας επίσης υπόψη το σημερινό διεθνές περιβάλλον εν μέσω πανδημίας, με την Τουρκία να εισβάλλει σε άλλα κράτη χωρίς σχεδόν καμία αντίδραση από τον ΟΗΕ και την ΕΕ, με τον Ερντογάν να ελίσσεται ανάμεσα σε συγκρουόμενα συμφέροντα και αβέβαιες καταστάσεις (όπως η προεκλογική περίοδος στις ΗΠΑ) και βρίσκοντας, μέχρι στιγμής, ανοχή και μερικές φορές σιωπηλή ή φανερή υποστήριξη από τον Τραμπ, τον Πούτιν και άλλους, τίθεται ένα εύλογο ερώτημα:

Τι είδους διάλογος μπορεί να γίνει μεταξύ της Αθήνας και της Άγκυρας και πού θα μπορούσε να οδηγήσει;

  • Όταν υπάρχει ένα τέτοιο σκηνικό, μόνο οι ηττημένοι συναινούν και αναγκάζονται να συρθούν σε διάλογο υπό εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες που έχουν διαμορφώσει οι νικητές και οι μεσολαβητές.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Ελλάδα ούτε ηττήθηκε, ούτε έδειξε προθυμία για παραχωρήσεις στα κυριαρχικά δικαιώματά της (σ.σ. ευελπιστούμε ότι την ίδια στάση διατηρεί και στις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις). Άρα, αν θα πάει σε διάλογο σε ένα τέτοιο περιβάλλον, δυο ενδεχόμενα θα υπάρξουν:

Είτε θα υποχρεωθεί σε οδυνηρό συμβιβασμό ή θα αποδειχθεί ξανά ότι δεν υπάρχουν περιθώρια συνεννόησης με τον ισλαμοφασίστα Ερντογάν. Εάν όμως συμβεί κάτι τέτοιο, δεν αποκλείεται οι τρίτοι και οι δήθεν σύμμαχοι να στραφούν προς την Αθήνα, ενοχοποιώντας το θύμα και αθωώνοντας τον θύτη, με ό,τι αυτό θα συνεπάγεται για τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΓΝΩΜΕΣ, ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΕΔΩ ΚΑΙ ΕΔΩ

  • Τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν απαραίτητα τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.

Ακολουθήστε το Hellas Journal στο NEWS GOOGLE

Αν η Αθήνα επιδείξει γενναιοδωρία απέναντι στην Τουρκία, όπως σε Ιταλία και Αίγυπτο, θα είναι εθνική αυτοκτονία

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: