Πλοία του τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού. Photo via Twitter, T.C. Millî Savunma Bakanlığı @tcsavunma
Η Ελλάδα το τελευταίο διάστημα έχει να αντιμετωπίσει πολλές προκλήσεις με διεθνείς προεκτάσεις.
Η Τουρκία επισείει μόνιμα το μεταναστευτικό για να δρέψει οφέλη από την Ευρώπη και να εκβιάσει την Ελλάδα. Η λιβυκή κρίση έχει μπει σε νέα ρότα, όχι ευνοϊκή για τα συμφέροντά μας. Ο διεθνής παράγοντας φαίνεται να μην υπολογίζει ιδιαίτερα την Ελλάδα ως χώρα που μπορεί να συμβάλλει ενεργά σε μία λύση στη Λιβύη.
Το τουρκολιβυκό σύμφωνο έχει διαμορφώσει ένα εκρηκτικό πλαίσιο, μέσω του οποίου η Τουρκία δημιουργεί τετελεσμένα σε θαλάσσιες ζώνες στην Ανατολική Μεσόγειο, αναγκάζοντας τη χώρα μας να απειλεί πως θα λάβει δραστικά μέτρα. Αναρωτιέμαι όμως, πως φτάσαμε μέχρι εδώ και γιατί πριν από αυτό το σημείο δεν έχουμε προβεί στη μονομερή άσκηση των δικαιωμάτων μας όπως αυτά απορρέουν από τις διεθνείς συμβάσεις, θέτοντας, με αυτή την απραξία, σε κίνδυνο και τα ήδη υπάρχοντα.
Έχω την πεποίθηση πως τώρα περισσότερο από ποτέ πρέπει να δρέψουμε τους καρπούς της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (1982)(16). Καταρχήν, πιστεύω πως πρέπει χωρίς χρονοτριβή να επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ν.μ..
Η εισβολή στη Συρία έγινε μετά από τη χρόνια εξάντληση του Συριακού στρατού λόγω του εμφυλίου και αφού οι συνθήκες ήταν ώριμες ώστε να «πεισθεί» η διεθνής κοινότητα πως η εισβολή γίνεται για λόγους ασφαλείας(18). Με ποια αιτιολογία θα μπορούσε η Τουρκία να κηρύξει τον πόλεμο στην Ελλάδα, όταν η τελευταία, απλώς θα έκανε χρήση των δικαιωμάτων της όπως απορρέουν από μία διεθνή Σύμβαση που επέχει θέση Εθιµικού Κανόνα Δικαίου και γι’ αυτό είναι δεσµευτική για όλα τα κράτη(16). Επιπλέον, η απειλή χρήσης βίας παραβιάζει κατάφωρα θεμελιώδεις αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών(17).
Ποιο άλλο κράτος θα έδινε το οποιοδήποτε δίκιο στην Τουρκία, ακόμα και εάν πλήττονταν τα συμφέροντά του από μία τέτοια ενέργεια της Ελλάδας; Μόνο εμείς από 149 παράκτια κράτη δεν έχουμε επεκτείνει τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ν.μ.(19).
Αλλά ακόμη και αν η Τουρκία απεφάσιζε μία τέτοια ενέργεια, πέραν από την ισχυρή αποτρεπτική δύναμη των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων που θα είχε να αντιμετωπίσει, δεν θα έπρεπε να το κάνει μέσω μίας αφορμής, μέσω ενός γεγονότος που θα παρουσίαζε την Ελλάδα ως καταπατητή των δικών της δικαιωμάτων; Είναι η επέκταση των χωρικών μας υδάτων παράνομη; Προφανώς, δεν είναι.
Αντιθέτως, πιστεύω, πως η μέγιστη εξασφάλιση στο Αιγαίο θα ήταν εφικτή, μόνο με την επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 ν.μ.. Με αυτή την ενέργεια επιτυγχάνουμε ταυτόχρονα πάρα πολλούς σκοπούς. Πρώτον, καταργούμε το επιχείρημα περί ανακολουθίας χωρικών υδάτων και εθνικού εναέριου χώρου. Δεύτερον, ένα μεγάλο μέρος του αιγαιακού χώρου καθίσταται εθνικός και συνεπώς καταρρίπτεται οποιαδήποτε αιτίαση της Τουρκίας για διεκδίκηση χώρου έρευνας και διάσωσης δυτικά των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, πλην ορισμένων περιπτώσεων στο Βόρειο και κεντρικό Αιγαίο που παραμένουν διεθνή, αλλά είναι αρκετά απομακρυσμένα πλέον από τα τουρκικά παράλια. Ίσως, αυτό να μην εμποδίσει την Τουρκία να διεκδικεί, αλλά οπωσδήποτε το οποιοδήποτε επιχείρημά της θα είναι πιο εξασθενημένο και εν τέλει ανεπαρκές.
Ομοίως, εξασθενεί τα επιχειρήματά της για παραβάσεις του FIR Αθηνών, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του στο Αιγαίο καλύπτεται πλέον από εθνικό εναέριο χώρο. Τέλος, ακόμη, και αυτή η ίδια διαφορά της υφαλοκρηπίδας του αιγαιακού χώρου σχεδόν επιλύεται, καθώς μετά την επέκταση των χωρικών μας υδάτων μόνο το 5% της αιγαιακής υφαλοκρηπίδας παραμένει υπό διεκδίκηση από τα δύο κράτη(19). Μάλιστα, η επίλυση αυτής της διαφοράς γίνεται ακριβώς και μόνο με τη χρήση του Διεθνούς Δικαίου.
Όπως επιθυμούμε.
Μήπως, εμφανιζόμαστε ανακόλουθοι και για αυτό δεν γινόμαστε πιστευτοί ως προς τη ζέση των προθέσεών μας;
Πέρα από αυτά, ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα νομίζω είναι πως στην πράξη καταργεί το τουρκολιβυκό σύμφωνο για οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης. Η προσέγγιση του να προσβάλλουμε το σύμφωνο αυτό στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (Δ.Δ.Χ.), προσφεύγοντας σε αυτό με τη Λιβύη, όπως συζητείται(24), δεν νομίζω πως είναι μια αποτελεσματική κίνηση. Καταρχάς, η λιβυκή κυβέρνηση είναι όμηρος της Τουρκίας.
Συνακόλουθα, η Τουρκία θα ρίξει σε εμάς την ευθύνη των μη διαπραγματεύσεων, καθώς αποφεύγουμε να συνομιλήσουμε για ζητήματα που εγείρει, όπως η αποστρατικοποίηση νησιών και ζητήματα κυριότητας κάποιων από αυτά, ζητήματα που προφανώς, στη λογική της Τουρκίας, επηρεάζουν και την όποια οριοθέτηση. Άλλωστε η προηγούμενη μονομερής (παρά το συνυποσχετικό που είχε υποσχεθεί πως θα υπογράψει η Τουρκία το 1975) προσφυγή μας στο Δ.Δ.Χ. το 1976 δεν είχε αίσια έκβαση για τα δικαιώματά μας(21).
Αντιθέτως, η επέκταση των χωρικών μας υδάτων, είναι μία λύση ξεκάθαρη και δεσμευτική, καθ’ όλα σύννομη η οποία καταργεί με τον πιο εύγλωττο τρόπο τις κατατεθειμένες στον Ο.Η.Ε. συντεταγμένες του μνημονίου, αφού καταργεί καταρχήν τα εξωτερικά του όρια με αναφορά τα ελληνικά νησιά και σε πρόσθετο εύρος 6 ν.μ.. Ταυτόχρονα, καμία χώρα πλέον δεν έχει την παραμικρή δικαιολογία να εκτελέσει οποιαδήποτε εργασία σε εύρος μέχρι και 12 ν.μ. από τις ελληνικές ακτές. Επομένως, η Τουρκία εκτίθεται ανεπανόρθωτα.
Να προσθέσω στο σημείο αυτό πως θεωρώ ό,τι για την Τουρκία το φερόμενο ζήτημα της αποστρατικοποίησης είναι η αιχμή του δόρατος των επιθετικών της αιτιάσεων κατά της χώρας μας. Πρώτον, μας αποτρέπει από οποιαδήποτε προσέλευση σε διαπραγματεύσεις, με ατζέντα που περιλαμβάνει και αυτό το ζήτημα. Δεύτερον, νομίζω πως, δυνητικά, της παρέχει την αιτιολογία να θεωρήσει κίνδυνο την ύπαρξη ελληνικών δυνάμεων ασφαλείας, για τις δικές της αλιευτικές, ερευνητικές, διασωστικές ή στρατιωτικές δραστηριότητες σε κοντινή απόσταση από κάποιο νησί, που η ίδια θεωρεί πως πρέπει να είναι αποστρατικοποιημένο.
Ας μην ξεχνάμε πως η προσφιλέστερη αφορμή για εισβολή από μέρους της Τουρκίας, αποτελεί ακριβώς η επίκληση ζητημάτων ασφαλείας είτε της ίδιας από παράνομους εισβολείς από όμορα κράτη (π.χ. Συρία, Ιράκ) είτε του ντόπιου πληθυσμού που κατοικεί σε γειτονικά κράτη (π.χ. Κύπρο). Τέλος, εντύπωση προκαλεί και το γεγονός πως στην επιχειρηματολογία της τουρκικής πλευράς η «στρατικοποίηση» των νησιών αποτελεί αιτία ακυρότητας των προϋποθέσεων βάσει των οποίων αυτά τα νησιά δόθηκαν στην Ελλάδα(22).
Επιπλέον, σκέφτομαι πως, θα μπορούσε η επέκταση των χωρικών μας υδάτων και συνακόλουθα του εναέριου χώρου να αποκαλύψει τον προβληματισμό μας για τη μεγάλη στρατικοποίηση των δυτικών παραλίων της Μικράς Ασίας και να τον καταστήσει διεθνή, χωρίς να θίγονται τα δικαιώματά μας σε άμυνα και ασφάλεια, ως κυρίαρχου κράτους στα νησιά μας(20). Αφού πλέον το μεγαλύτερο μέρος των προβλημάτων στο Αιγαίο με την Τουρκία, τυπικά, επιλύονται με αυτή μας την ενέργεια, στα πλαίσια ενός καλά μελετημένου και οργανωμένου σχεδίου, πιστεύω πως θα μπορούσαμε να απαιτήσουμε και να πετύχουμε σταδιακά μια στρατιωτική επιχειρησιακή υποβάθμιση της αξίας των δυτικών παραλίων της Τουρκίας στα πλαίσια του ΝΑΤΟ.
Φυσικά, το ζήτημα πρέπει να τίθεται, με κάθε ευκαιρία, και στην Ε.Ε..
Με δεδομένο ότι πλέον η πρόσβαση σε διεθνή ύδατα και εναέριο χώρο είναι περιορισμένη από τα παράλια της Μικράς Ασίας, ποιο άλλο νόημα έχει για μια χώρα του ΝΑΤΟ να διατηρεί ναυτικές, αεροπορικές πολεμικές βάσεις και μια ολόκληρη στρατιά εκεί, απέναντι από τα νησιά, τα χωρικά ύδατα και τον εναέριο χώρο μιας άλλης συμμάχου χώρας, εκτός από το να απειλήσει την κυριότητά τους;
Επιπλέον, η εναργής επίλυση των ζητημάτων που θέτει η Τουρκία στο Αιγαίο, ως επακόλουθο της επέκτασης των χωρικών μας υδάτων, προφανώς ευνοεί και τη λειτουργία της συμμαχίας. Μου κάνει εντύπωση πως η συμμαχία και οι Η.Π.Α. δεν αντιλαμβάνονται πως με τη συνδιαχείριση και συνεκμετάλλευση του Αιγαίου που προωθούν, ευνοούν την περαιτέρω διεκδικητικότητα και επεκτατικότητα της Τουρκίας, διατηρώντας συνεχώς μία εστία έντασης εντός της συμμαχίας σε έναν ζωτικό και εύφλεκτο χώρο.
Η εξασφάλιση της αρτιότητας και χωρικής λειτουργικότητας της Ελλάδας σε όλη της την επικράτεια, μιας χώρας με την οποία οι δυτικοί σύμμαχοι μοιράζονται κοινές πολιτισμικές αναφορές, μιας χώρας που επιθυμεί την απρόσκοπτη ανάπτυξη όλων των χωρών της βαλκανικής και εργάζεται για αυτό, πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα, ως προϋπόθεση της ειρήνης και ασφάλειας στην περιοχή. Αντιθέτως, η μεγέθυνση της αστάθειας που επιφυλάσσει η γιγάντωση του τουρκικού αναθεωρητισμού, εκτός από τον κίνδυνο μίας τοπικής σύγκρουσης, δίνουν τη δυνατότητα σε τρίτες χώρες να επεμβαίνουν και να αναμειγνύονται στα εσωτερικά των δύο χωρών επηρεάζοντας και τα εσωτερικά της συμμαχίας, όπως πολύ χαρακτηριστικά έγινε με την αγορά και εγκατάσταση του αντιαεροπορικού συστήματος S-400 από την Τουρκία. Η χρόνια κρίση, δεσμεύει πόρους (οικονομικούς και στρατιωτικούς) των δύο χώρων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικότερα σε άλλες αποστολές, όπως η ασφάλεια της διεθνούς ναυσιπλοϊας.
Επίσης, η οριστική απαγκίστρωση της Τουρκίας από την επεκτατικότητά της έναντι της Ελλάδας, θα μπορούσε να ευνοήσει τη μεταβολή της οπτική της για τη θέση και στάση της στην περιοχή, αλλά και να ενισχύσει την εσωτερική της ευστάθεια, αφού εκλείπει ένα σοβαρό άλλοθι για τις αναποτελεσματικότητές της. Έτσι, η «αποτυχία της» στο χώρο του Αιγαίου, μπορεί να την αναγκάσει να δώσει τη δέουσα βαρύτητα στα εσωτερικά προβλήματά της, επιλέγοντας ίσως, πιο ενεργά και την ευρωπαϊκή της πορεία, βοηθώντας στην ευρωατλαντική της ολοκλήρωση. Για το αντίθετο αμφιβάλλω.
Η αβέβαιη εποχή για την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια που ξημερώνει επιβάλλει από το ΝΑΤΟ να αλλάξει τον τρόπο που αντιλαμβάνεται το παγκόσμιο γίγνεσθαι. Πρέπει να απεμπλακεί από τη λογική της βραχυχρόνιας διαχείρισης και εκμετάλλευσης των περιφερειακών κρίσεων για εξασφάλιση βραχυχρόνιων ωφελειών των επιμέρους μελών του, ειδικά των πιο ισχυρών και να περάσει στη σχεδίαση μιας ολιστικής στρατηγικής, στην οποία θα καταξιωθεί ως παγκόσμιος ηγέτης για την ασφάλεια. Κάτι τέτοιο αναπόδραστα θα το φέρει σε συνεργασία με άλλες δυνάμεις αποφεύγοντας συγκρουσιακές στρατηγικές, ανανεώνοντας και εμπλουτίζοντας εποικοδομητικά το ρόλο του. Και φυσικά, η αλλαγή της στρατηγικής αυτής λογικής προς τα έξω, συνδέεται καταρχήν, με την αλλαγή της οπτικής του στα εσωτερικά του, ώστε να γίνει πιο ευσταθές και αρραγές. Όταν όλοι κοιτάνε το άμεσο όφελος, θέτοντας σε κίνδυνο και τη χώρα μας, είναι υποχρέωσή μας να τους αλλάξουμε την οπτική, αναλαμβάνοντας τις κατάλληλες πρωτοβουλίες.
Ταυτόχρονα, η Τουρκία πρέπει να μάθει πως οι παράνομες ενέργειές της έχουν κόστος.
Οι ροές προς και από τον Εύξεινο Πόντο, όπως και προς και από τα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας θα διέρχονται αναγκαστικά μέσα από τα χωρικά μας ύδατα υποβαθμίζοντας ως προς τούτο την Τουρκία. Απομακρύνουμε την Τουρκία από τον αιγαιακό χώρο, εξασθενώντας καταλυτικά την γκριζοποίηση περιοχών του Αιγαίου(19) και καθιστούμε σαφές σε όλους, λόγω της επίδειξης αποφασιστικότητας στη χρήση των προνοιών του Διεθνούς Δικαίου, πως η οριοθέτηση ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο μπορεί να γίνει με όρους Διεθνούς Δικαίου και μόνο με τη συμμετοχή μας. Επιπλέον, η Τουρκία δεν έχει κανένα έρεισμα, από αυτά που αναζητεί για στρατιωτική εμπλοκή. Έχω την αίσθηση πως είναι η μόνη διπλωματική μας ενέργεια για την οποία δεν έχει απάντηση σύμφωνη με τα επεκτατικά της σχέδια, διότι αυτά βασίζονται στην αμφιβολία για το τι ισχύει, για αυτό και βιάστηκε να θέσει το casus belli. Αντιθέτως, πιστεύω πως τα ανατρέπουμε σε καταλυτικό βαθμό, ενώ εμείς αποκτούμε μία τεράστια εργαλειοθήκη διπλωματικών και νομικών όπλων, ώστε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικότερα τις τουρκικές παρανομίες.
Επιτέλους, μπαίνουμε στο χάρτη επίλυσης των προβλημάτων που δημιουργεί η Τουρκία, μεταξύ αυτών και με μας. Επιτέλους, ας το τολμήσουμε. Πλέον νομίζω πως δεν έχουμε να χάσουμε κάτι ως προς την ειρήνη ή την ησυχία μας, ενώ αντιθέτως, ενισχύουμε την αποτρεπτική μας ικανότητα αυξάνοντας τα μέσα δράσης μας ενάντια σε μία χώρα που ετοιμάζεται για πόλεμο. Δεν φτιάχνεις τόσο στρατό για να μην τον χρησιμοποιείς, οπότε, θεωρώ πως όσες υποχωρήσεις και να κάνουμε η τουρκική στρατιωτική μηχανή θα είναι εκεί για να χρησιμοποιηθεί, με κάποια άλλη αφορμή σε κατάλληλη για αυτή συγκυρία, διεκδικώντας κάτι άλλο από αυτό που μέχρι τότε δεν εκχωρήσαμε. Εμείς μπορούμε να είμαστε πάντα έτοιμοι, σε κάθε πρόκληση;
Η ιστορία έχει αποδείξει πως δεν μπορούμε να είμαστε ανά πάσα στιγμή έτοιμοι σε βάθος χρόνου.
Η Τουρκία μεθοδεύει στρατηγικές άρσης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και περιορισμού του ελληνισμού, για χρόνια περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή. Παραδείγματα υπάρχουν πολλά, τα οποία δεν μας γίνονται μάθημα, η έξωση του ελληνισμού της Πόλης, παρά της υποχωρήσεις μας στην Κύπρο, η έξωση των Ελλήνων της Ίμβρου, η εισβολή και κατοχή της Κύπρου, η κρίση των Ιμίων (1996), η ρητή πλέον αμφισβήτηση ελληνικών νησιών. Εμείς από την άλλη, περιοριζόμαστε στο να απαντάμε στις προκλήσεις της Τουρκίας αναζητώντας συνεχώς λύσεις σε ένα ολοένα και πιο σύνθετο πλέγμα αιτιάσεων και διεκδικήσεων που εγείρονται από την άλλη πλευρά, αναμένοντας από αυτή να προσέλθει σε ένα «λογικό» διάλογο για συμβιβαστική διευθέτηση.
Η πολιτική όμως της τελευταίας είναι να δημιουργεί αμφιβολίες, ώστε στην κατάλληλη ευκαιρία με όπλα να αρπάξει τα λάφυρα. Δεν τις χαρίζεται το οτιδήποτε, το διεκδικεί και πείθει διεθνείς παίκτες, συμμάχους και μη πως είναι προς όφελός τους να συνεργαστούν μαζί της σε κάθε κρίση που παρουσιάζεται. Ας εφαρμόσουμε επιτέλους το Διεθνές Δίκαιο, στο βαθμό που εξαρτάται από εμάς και ας αλλάξουμε τους συσχετισμούς προς όφελος των δικαιωμάτων μας ξεκαθαρίζοντας επιτέλους τα πράγματα.
Σημειώσεις:
ΟΛΕΣ ΟΙ ΓΝΩΜΕΣ, ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΕΔΩ ΚΑΙ ΕΔΩ