Άδειο το πάρκο του Κολοκοτρώνη στο κέντρο της πόλης του Ναυπλίου λόγω των μέτρων για τον κορονοϊό, Σάββατο 25 Απριλίου 2020. ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΜΠΟΥΓΙΩΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ
Θα πρέπει να είναι κάποιος πολιτικά μικρόψυχος ή αθεράπευτα …Συριζαίος για να ισχυριστεί ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη απέτυχε στην διαχείριση της, πρώτης τουλάχιστον φάσης, επέλασης του κορωνοιού.
Με τα μέσα που διέθετε η χώρα μια χαρά τα πήγε και από υγειονομικής και από πολιτικής πλευράς. Από επικοινωνιακής δε, έσπασε όλα τα κοντέρ αφού πρώτα έτρεξε να μπουκώσει τα πρόθυμα λιβανιστήρια των ΜΜΕ με κρατική διαφήμιση, αναστέλλοντας ταυτόχρονα τις οικονομικές υποχρεώσεις των τηλεοπτικών σταθμών.
Φοβάμαι πώς ειδικά αυτή την αθέμιτη υπερβολή μπορεί να την πληρώσει ακριβά η κυβέρνηση στο μέλλον. Πρώτον επειδή τα ίδια τα ενημερωτικά μέσα του συστήματος, μέσα στον ζήλο να εξυπηρετήσουν, έβαλαν τον πήχη πολύ ψηλά, διατεινόμενα ότι στη μάχη κατά του κορωνοιού, είμαστε…πρωταθλητές κόσμου.
Η εικόνα είναι όμως απατηλή και αδικεί τις ελληνικές επιδόσεις. Απλούστατα γιατί στην Ελλάδα τα κρούσματα, λόγω μη διενέργειας επαρκών ελέγχων έχουν υποεκτιμηθεί δραματικά. Με βάση τον εκτιμώμενο πραγματικό αριθμό κρούσματων το ποσοστό θνησιμότητας είναι πολύ μικρότερο από το περίπου 5% που εμφανίζεται σήμερα, πιθανότατα και κάτω και από την ποσοστιαία μονάδα.
Ενας άλλος δείκτης που στην περίπτωση της Ελλάδας είναι πιο αντιπροσωπευτικός αφορά τον αριθμό θανάτων που αποδίδονται στο Covid-19, ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Eκεί η Ελλάδα εμφανίζει αξιοσημείωτη επίδοση και βρίσκεται στην πρώτη εικοσάδα χωρών με τους λιγότερους θανάτους, πάντα αναλογικά ως προς τον πληθυσμό. Ασφαλώς και υπάρχουν κράτη με καλύτερες επιδόσεις, όπως το Ισραήλ, η Αυστραλία, η Ισλανδία, ακόμη και η γειτονική μας Σερβία. Το γεγονός όμως ότι η χώρα μας δεν έγινε Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία ή ακόμη και Βέλγιο που με πληθυσμό ανάλογο με τον ελληνικό έχει 60 φορές περισσότερους θανάτους και η κυβέρνηση του πασχίζει να δικαιολογηθεί ότι τους μετράει…σωστότερα, είναι από μόνο του μία μεγάλη επιτυχία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το σκληρό lockdown ήταν μονόδρομος για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Και μπράβο στην αποφασιστικότητα του, ανεξαρτήτως αν κοίταξε(δεν θέλω να πω προέταξε)και την δική του πολιτική επιβίωση. Με τα ελάχιστα μέσα που διέθετε στην αρχή της κρίσης το ελληνικό σύστημα υγείας είναι βέβαιον ότι δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί σε μια μαζική εξάπλωση κρουσμάτων. Θα κατέρρεε εν μία νυκτί και η κυβέρνηση μαζί του.
Οι τραγικές αδυναμίες του εθνικού συστήματος υγείας που γιγαντώθηκαν στα χρόνια του μνημονίου καθώς ισοπεδώθηκε το κράτος πρόνοιας, ήταν γνωστές στον κάθε Ελληνα. Γι αυτό μπροστά στον φόβο ενός «κρασαρίσματος» που θα παρέπεμπε σε σενάριο τρόμου, όλοι, λιγότερο ή περισσότερο πρόθυμα, αποδέχτηκαν την συνταγή των περιοριστικών μέτρων που επέβαλε ο Μητσοτάκης.
Εκ του αποτελέσματος κρινόμενοι, οι χειρισμοί σε πρώτη φάση-το τονίζω αυτό-αποδείχτηκαν σωστοί. Το ποιος πιστώνεται βέβαια πρωτίστως τα εύσημα είναι μια άλλη υπόθεση. Μέσα από την περιπέτεια του κορωνοιού αναδείχτηκαν πρόσωπα υψηλής αποδοχής όπως ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας που έκλεψε την παράσταση χάρις σε ένα ταπεινό, αλλά και απόλυτα τεχνοκρατικό δημόσιο προφίλ. Αυτός είναι ο πρωταγωνιστής της επιτυχίας σε υγειονομικό επίπεδο και αυτόν υπερπροέβαλαν τα συστημικά μέσα ενημέρωσης μέσα στην αγωνία τους να αποθεώσουν την συνολικότερη εικόνα της κυβέρνησης.
Γι αυτό πριν στου Μαξίμου αρχίσουν να ανοίγουν σαμπάνιες, καλό θα ήταν πρώτα να παραγγείλουν μια δημοσκόπηση, σωστή και όχι σαν αυτές της κοπτοραπτικής, που προβάλουν τα κανάλια, ρωτώντας σε ποιόν αποδίδει ο κόσμος την «ελληνική επιτυχία»; Στον πρωθυπουργό και τη κυβέρνηση; Μήπως στο κλίμα και τη γεωγραφική θέση; Η στον Σωτήρη Τσιόδρα και την επιστημονική του ομάδα;
Φοβούμαι πώς η τρίτη επιλογή θα είναι μακράν η πιο δημοφιλής. Καιρό τώρα ψάχνει ο λαός έναν εθνικό ήρωα μακριά από τα μπαλκόνια της πολιτικής.
Ας μην χαίρεται λοιπόν η κυβέρνηση για τα εξωπραγματικά ποσοστά υπεροχής που της δίνουν οι «φωτογραφίες της στιγμής». Ο Τσιόδρας είναι και πιθανότατα θα παραμείνει λαοφιλής(αν δεν τον κάψουν από την υπερπροβολή τα μέσα), αλλά η πολιτική ηγεσία κρίνεται μέρα με τη μέρα.
Εκεί θα φανεί αν η πρώιμη επέμβαση έσωσε τον ασθενή ή απλώς του χάρισε μερικές μέρες ζωής μέχρι να τον στείλει οριστικά στα…θυμαράκια.