File Photo: Κοντά στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, έχει φθάσει, σύμφωνα με τις αρμόδιες κτηνιατρικές υπηρεσίες, η αφρικανική πανώλη των χοίρων, ενώ θεωρείται ιδιαίτερα πιθανό έως αναπόφευκτο ότι σύντομα θα περάσει στο ελληνικό έδαφος. Photo via Unsplash.com, @suzanne_tucker
Προ των πυλών της Ελλάδας, κοντά στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, έχει φθάσει, σύμφωνα με τις αρμόδιες κτηνιατρικές υπηρεσίες, η αφρικανική πανώλη των χοίρων, ενώ θεωρείται ιδιαίτερα πιθανό έως αναπόφευκτο ότι σύντομα το επικίνδυνο ιογενές νόσημα θα περάσει στο ελληνικό έδαφος.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της ηλεκτρονικής έκδοσης της εφημερίδας ΕΘΝΟΣ, τα δύο πιο πρόσφατα κρούσματα στη Βουλγαρία βρίσκονται λιγότερα από 50 χλμ. μακριά από τα σύνορα με την Ελλάδα, και σε απόσταση 60 χλμ. από την Κομοτηνή και 70 από το Κάτω Νευροκόπι στη Δράμα.
Η υπηρεσία καλεί τους πολίτες να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στις επισκέψεις τους στις επαρχίες Κάρτζαλη, Μπορινό και Ντόσπατ, όπου εμφανίστηκαν οι τρεις πρόσφατες εστίες, όπως και σε όλες τις περιοχές της γειτονικής χώρας, όπου έχουν εντοπιστεί κρούσματα.
Η υπηρεσία επισημαίνει πως απαγορεύεται αυστηρά η μεταφορά χοιρινού κρέατος, προϊόντων κρέατος και κρέατος αγριόχοιρου, μη θερμικά επεξεργασμένων, χωρίς ειδική επισήμανση, από τη Βουλγαρία και άλλες χώρες με κρούσματα αφρικανικής πανώλης. Για το λόγο αυτό έχουν ενταθεί οι έλεγχοι στα σημεία εισόδου της χώρας (Εξοχή, Άγιο Κωνσταντίνο, Νυμφαία, Ορμένιο, Καστανιές, Κήποι και Κυπρίνος), σε συνεργασία με την αστυνομία και τις αρμόδιες τελωνειακές Αρχές.
Νωρίτερα, στις 8 Αυγούστου, είχε επιβεβαιωθεί εστία σε αγριόχοιρο στις επαρχίες Μπορινό (Borino) και Δόσπατ (Dospat), βόρεια της Δράμας. Το Δόσπατ απέχει 71 χλμ. από το Κάτω Νευροκόπι.
«Τα κρούσματα στη Βουλγαρία αυξάνονται συνεχώς (38 ήδη σε οικόσιτους χοίρους και 61 σε αγριόχοιρους για το 2019) και η Αφρικανική Πανώλη των Χοίρων πλησιάζει σταδιακά τα σύνορα της Περιφέρειας και φυσικά της χώρας», επισημαίνει στην ανακοίνωσή της η Διεύθυνση Κτηνιατρικής και τονίζει με έμφαση πως «η σοβαρότητα του νοσήματος δεν επιτρέπει τον εφησυχασμό των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών, των Περιφερειακών και Δημοτικών Αρχών, των χοιροτρόφων, κυνηγών, επαγγελματιών και όλων των εμπλεκόμενων φορέων».
Σύμφωνα με τον κ. Σαχπατζίδη, τόσο στην παραμεθόριο περιοχή όσο και στο σύνολο της Περιφέρειας δεν υπάρχουν μεγάλες συστηματικές εκμεταλλεύσεις, ενώ ως φυσική «ασπίδα» λειτουργεί και η παρουσία της μουσουλμανικής μειονότητας στους νομούς Ροδόπης και Ξάνθης, που δεν καταναλώνει χοιρινό κρέας και δεν διαθέτει οικόσιτες εκτροφές. «Ωστόσο, πολλοί συμπολίτες μας των περιοχών αυτών, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, είναι κυνηγοί και υπάρχει κίνδυνος να μεταφέρουν κάποιο μολυσμένο θήραμα», σημείωσε ο ίδιος.
Πρόκειται για ιογενές νόσημα μεγάλης μεταδοτικότητας, που προσβάλει χοίρους και αγριόχοιρους. Παρόλο που δεν προσβάλλει τον άνθρωπο ή άλλα είδη ζώων, αποτελεί σημαντική απειλή για την κτηνοτροφία, με σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις, καθώς είναι ανίατη και χαρακτηρίζεται από υψηλή θνητότητα και μεταδοτικότητα, ενώ η εκρίζωσή της απαιτεί δεκαετίες προσπαθειών.
Ο ιός επιβιώνει για μεγάλο διάστημα στο περιβάλλον κυρίως σε νεκρούς ιστούς χοιρινών και μεταδίδεται πολύ εύκολα, με κατανάλωση μολυσμένης τροφής, με άμεση επαφή ασθενών ζώων με υγιή ζώα, έμμεσα με μολυσμένα οχήματα, ρούχα, υποδήματα, εξοπλισμό, ζωοτροφές καθώς και με έντομα.
Το νόσημα ενδημεί στην ανατολική υποσαχάρια Αφρική και άρχισε να απειλεί την Ευρώπη μετά το 2007, όταν πρωτοεμφανίστηκε στη Γεωργία και στη νότια Ρωσία. Εκτιμάται πως εισήχθη εκεί με υπολείμματα μαγειρείων από εμπορικά πλοία, προερχόμενα από τη Νοτιοανατολική Αφρική. Η νόσος εξαπλώθηκε σε όλες τις χώρες του Καυκάσου και μεταδόθηκε αρχικά σε Ουκρανία, Λευκορωσία, Λετονία, Εσθονία, Πολωνία και Ρουμανία και στη συνέχεια σε χώρες της Κεντρικής Ευρώπης όπως η Τσεχία, αλλά και στη Σαρδηνία. Από πέρυσι άρχισαν να εμφανίζονται κρούσματα στις βόρειες περιοχές της Βουλγαρίας, τα οποία γρήγορα εξαπλώθηκαν προς τα νότια, φτάνοντας στην «πόρτα» της Ελλάδας.
Ως πιθανότεροι τρόποι για την είσοδο και εξάπλωση του νοσήματος στην Ελλάδα θεωρούνται από τη μια οι αγριόχοιροι που δεν γνωρίζουν από σύνορα και μετακινούνται από χώρα σε χώρα, και από την άλλη η σίτιση οικόσιτων χοίρων με υπολείμματα τροφών που περιέχουν τον ιό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην ιβηρική χερσόνησο, όπου εμφανίστηκε η αφρικανική πανώλη στα μέσα της δεκαετίας του 1950, οι αρχές χρειάστηκαν πάνω από τρεις δεκαετίες μέχρι να την εκριζώσουν.
in Estonia tens of thousands of wild and farm pigs are killed at once if only 1 diagnosed of African Swine Plague. never heard of cure tries pic.twitter.com/Fm6svSVPLa
— Ann Must Ⓥ (@AnnMust) October 8, 2016
Οι Αρμόδιες Κτηνιατρικές Αρχές της εξετάζουν κλινικά σε τακτά χρονικά διαστήματα όλες τις χοιροτροφικές εκμεταλλεύσεις δίνοντας ιδιαίτερο βάρος σε όσες βρίσκονται κοντά στα σύνορα Ελλάδας-Βουλγαρίας και Ελλάδας-Τουρκίας. Όλοι οι χοίροι που πρόκειται να μετακινηθούν από τις περιοχές επιτήρησης προς άλλες περιοχές εξετάζονται πρώτα κλινικά
Καθοριστική είναι η συμβολή των κυνηγών, που οφείλουν να ενημερώνουν άμεσα τις αρμόδιες Αρχές σε περίπτωση εντοπισμού μεγάλου αριθμού ασθενών, νεκρών ή τραυματισμένων αγριόχοιρων σε δάσος ή οδικό δίκτυο. Επίσης, στη διάρκεια του κυνηγιού, απαγορεύεται να πετούν στο περιβάλλον υπολείμματα θηραμάτων αγριόχοιρων, να ταΐζουν κυνηγετικά σκυλιά με πτώματα νεκρών αγριόχοιρων κ.ά.
Για όσους παραβιάζουν τη σχετική νομοθεσία επιβάλλονται διοικητικές και ποινικές κυρώσεις.
Πηγή: ΕΘΝΟΣ
Συναγερμός για τα ρέματα της Αττικής εν όψει βροχοπτώσεων: Σύσκεψη για δράσεις…