Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν στην κηδεία του υφυπουργού Τουρισμού. Φωτογραφία Τουρκική Προεδρία
Πέντε μήνες έπειτα από τις -πολιτικά «κοστοβόρες» για τον ίδιο τον Ερντογάν – δημοτικές εκλογές του περασμένου Μαρτίου, το ισλαμοσυντηρητικό τουρκικό καθεστώς βρίσκεται πλέον αντιμέτωπο με ένα αναδυόμενο κύμα λαϊκής κατακραυγής, γύρω από το οποίο μάλιστα συσπειρώνονται και επιφανείς προσωπικότητες της πολιτικής και των τεχνών διαμορφώνοντας έτσι μια αντικυβερνητική δυναμική που θυμίζει σε πολλά τις διαμαρτυρίες του 2013 και όσα επεισοδιακά είχαν λάβει τότε χώρα με επίκεντρο το πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης.
Και τότε άλλωστε, όπως και σήμερα, η εστία της έντασης στην Τουρκία είχε οικολογική αφετηρία.
Η απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης να παραχωρήσει μια από τις όχι πολλές εναπομείνασες κοιτίδες βιοποικιλότητας για εξορύξεις στην καναδική εταιρεία «Alamos Gold» (και μαζί στην τουρκική «Doğu Biga Madencilik») έμελλε να συνοδευτεί από αντιδράσεις, αντιδράσεις που επρόκειτο να γιγαντωθούν καθώς παράλληλα θα έρχονταν στο φως και οι «λεπτομέρειες» της «επένδυσης». Είναι ενδεικτικό ότι σχετική συγκέντρωση διαμαρτυρίας πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο ακόμη και έξω από το προξενείο της Τουρκίας στο Μόντρεαλ του Καναδά.
Οι καταγγελίες από την πλευρά των ακτιβιστών ότι στην περιοχή του όρους Ίδη κόπηκαν με συνοπτικές διαδικασίες περί τα 195.000 δέντρα (αν και η ίδια η κυβέρνηση κατεβάζει τον αριθμό σε μόλις 13.000) προκάλεσαν, όπως ήταν αναμενόμενο, σφοδρότατες αντιδράσεις, με τις οικολογικές οργανώσεις να εστιάζουν ωστόσο την κριτική τους και σε άλλες πηγές ανησυχίας για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία.
Πηγή ανησυχίας αποτελεί, για παράδειγμα, το γεγονός ότι το προς διαμόρφωση ορυχείο θα παίρνει νερό από το φράγμα Ατίκχισαρ (Atikhisar), το οποίο όμως αποτελεί παράλληλα και τη μοναδική πηγή πόσιμου νερού για περίπου 180 χιλιάδες κατοίκους της επαρχίας του Τσανάκαλε (του οποίου ο δήμαρχος να σημειωθεί ότι ανήκει στο αντιπολιτευόμενο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, CHP). Με άλλα λόγια, εάν ανακύψουν προβλήματα στην τροφοδοσία, αυτά ίσως έχουν άμεση επίπτωση και στο σύστημα ύδρευσης για χιλιάδες νοικοκυριά.
Κατά τα λοιπά, ωστόσο, οι αντιδράσεις περιστρέφονται γύρω και από τους καταγγελλόμενους ως αδιαφανείς τρόπους με τους οποίους το τουρκικό καθεστώς παραχωρεί τις προς εκμετάλλευση περιοχές-φιλέτα σε ημέτερα επιχειρηματικά συμφέροντα, «εξαγοράζοντας» έτσι πολιτική στήριξη, όπως του καταλογίζουν οι επικριτές του. Ο σκοπός της επιβίωσης στην εξουσία, βέβαια, προφανώς και αρκεί για να «αγιάσει» όλα τα μέσα, με την καταστροφή του περιβάλλοντος να ακολουθεί συχνά ως παράπλευρη απώλεια.
Προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για την κατασκευή του νέου αεροδρομίου της Κων/πολης, λέγεται για παράδειγμα ότι κόπηκαν περίπου 13 εκατομμύρια δέντρα από τα λίγα πλέον που έχουν απομείνει κοντά στη μεγαλούπολη. Τούρκοι αρθρογράφοι, όπως ο Γιαβούζ Μπαϊντάρ, κάνουν λόγο και για άλλα επιχειρηματικά πρότζεκτ, καταστροφικά για το περιβάλλον πλην όμως ωφέλιμα για το κυβερνών ισλαμοσυντηρητικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν, σε περιοχές όπως είναι το Σαράχο (Ουζουνγκιόλ) του νομού Τραπεζούντας στον Πόντο και η λίμνη Σαλντά στη νοτιοδυτική Τουρκία.
Σαν να μην έφταναν όλα τα παραπάνω, το τελευταίο διάστημα έχουν την εμφάνισή τους στην Τουρκία και δημοσιεύματα (Cumhuriyet, BirGün) που κάνουν λόγο για «κατασκευαστικές παραλείψεις» και «ρωγμές» στον πυρηνικό σταθμό του Ακούγιου στις νότιες ακτές της χώρας.
Η στενή και “ανάρμοστη” σχέση του Τραμπ με τον Ερντογάν: Το …βιολί και οι χαμένες κυρώσεις