Οι λαϊκιστές δεν είναι απαραιτήτως δεξιοί και ανερχόµενοι.Θα µπορούσαν να είναι και στελέχη της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς που τρέχουν ξαφνικά να φωτογραφηθούν µε «κίτρινα γιλέκα» αγκαλιάζοντας τους επιθανάτιους ρόγχους των εργατικών κινηµάτων ωσάν νέα κινήµατα, ή πολιτικοί χαµαιλέοντες που όταν βρίσκονται στην εξουσία πορεύονται µε όρους Realpolitik και όταν επιστρέφουν στην αντιπολίτευση θυµούνται την «επανάσταση».
Οι λαϊκιστές τυχαίνει να είναι δεξιοί και ανερχόµενοι µόνο όταν το ευνοούν οι συνθήκες (βλ. παγκοσµιοποίηση).
Η κριτική είναι πια εύκολη, ειδικά όταν δεν συνοδεύεται από αντιπροτάσεις, και η κριτική «ανθεί» στην εποχή των social media δηµιουργώντας εντυπώσεις µέσα από ανέξοδες και συχνά ανώνυµες ή ψευδώνυµες αναρτήσεις στο ξέφραγο αµπέλι των κοινωνικών δικτύων.
Το πρόβληµα εντείνεται δε όταν οι προσωπικές αναρτήσεις αρχίζουν να περνιούνται για τάσεις και οι εν λόγω τάσεις µε τη σειρά τους να θεωρούνται… κοινή γνώµη στις επιταγές της οποίας νιώθουν ξαφνικά την ανάγκη να προσαρµοστούν άπαντες.
Καθ’ όσον γνωρίζω, δεν υπάρχει πολιτική δύναµη στην Ελλάδα που να έχει δηµοσιοποιήσει αναλυτικά τέτοιες αντιπροτάσεις. Εκτός βέβαια και αν η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες ή η αόριστη επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων θεωρούνται αντιπρόταση… χωρίς όμως πραγματική αντιπρόταση στο τραπέζι.
Θεµιτή η κριτική. Πολύτιµη η διαµαρτυρία. Αµφότερες, ωστόσο, υπάρχει ο κίνδυνος να επιτείνουν τη σύγχυση και την αστάθεια, όταν δεν εκπορεύονται από εποικοδοµητικές αφετηρίες.
Σε χώρες όπως είναι η Γερµανία και η Ισπανία, για να ανατραπεί µε πρόταση δυσπιστίας η ηγεσία µιας κυβέρνησης, πρέπει να έχει προηγουµένως εξασφαλιστεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα στηρίξει την επόµενη. Ονοµάζουν τη διαδικασία εποικοδοµητική πρόταση δυσπιστίας (konstruktives Misstrauensvotum), µε την έµφαση να δίνεται στο «εποικοδοµητική».
Οι Αμερικανοί τρέμουν με την ιδέα της σφαγής των Κούρδων της Συρίας: Το μήνυμα στον Ταγίπ