FILE PHOTO: Το κεντρικό κτίριο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στη Φρανκφούρτη. EPA, RONALD WITTEK
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και ο πόλεμος που μαίνεται για τρίτη εβδομάδα έχουν αντίκτυπο στην οικονομία καθώς τροφοδοτούν τον πληθωρισμό μέσω κυρίως της εκτίναξης των τιμών ενέργειας, τροφίμων και άλλων πρώτων υλών.
Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) την περασμένη Πέμπτη να επισπεύσει τον τερματισμό του προγράμματος αγορών ομολόγων, όπως και η αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) την ερχόμενη Τετάρτη, δείχνουν ότι προτεραιότητα είναι η αντιμετώπιση του πληθωρισμού, που ακολουθεί έντονα ανοδική πορεία.
Η άποψη που επικρατεί στις νομισματικές Αρχές παγκοσμίως είναι ότι το πρόβλημα του πληθωρισμού είναι πιο σημαντικό από την επιβράδυνση της ανάπτυξης και ότι αν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα ο πληθωρισμός θα είναι δυσμενέστερες οι εξελίξεις μεσοπρόθεσμα και για την ανάπτυξη.
Ο φόβος είναι ότι αν εμπεδωθούν στην οικονομία και την κοινωνία προσδοκίες για υψηλό πληθωρισμό μεσοπρόθεσμα, τότε θα υπάρξει ένας φαύλος κύκλος αυξήσεων των τιμών και των μισθών που θα έχει σημαντικό κόστος για τις οικονομίες.
Ο φόβος αυτός είναι πιο έντονος σήμερα στις ΗΠΑ, όπου ο πληθωρισμός αυξήθηκε στο 7,9% τον Φεβρουάριο και μπορεί να αυξηθεί κοντά σε διψήφια νούμερα έως τον Απρίλιο.
Οι μισθοί στις ΗΠΑ αυξάνονται με ετήσιο ρυθμό 4,5% και ο επικεφαλής της Fed, Τζερόμ Πάουελ, διαμήνυσε σε πρόσφατη ομιλία του στο Κογκρέσο ότι είναι αναγκαία μία σειρά αυξήσεων των επιτοκίων, αρχής γενομένης από την ερχόμενη Τετάρτη.
Οι αγορές αναμένουν συνολικά επτά αυξήσεις επιτοκίων, ενός τετάρτου της ποσοστιαίας μονάδας η κάθε μία, στο ερχόμενο 12μηνο.
Στην Ευρωζώνη, ο πληθωρισμός και οι αυξήσεις των μισθών κινούνται σε χαμηλότερα επίπεδα από τις ΗΠΑ, αλλά ο φόβος είναι επίσης μεγάλος καθώς μάλιστα υπάρχει και η αβεβαιότητα για την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία και η επίπτωση που θα έχει αυτός στις τιμές.
Λόγω της αβεβαιότητας αυτής, η ΕΚΤ παρουσίασε την Πέμπτη τρία σενάρια για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη.
Με το βασικό σενάριο, ο πληθωρισμός για το 2023 διαμορφώνεται στο 2,1%, ενώ με το δυσμενές και το πλέον δυσμενές σενάριο στο 2% και 2,7%, αντίστοιχα.
Η ΕΚΤ προανήγγειλε ότι είναι πιθανόν να ολοκληρώσει στο τρίτο τρίμηνο του 2022 τις αγορές ομολόγων μέσω του τακτικού προγράμματος της (APP), αν τα νεότερα στοιχεία δείξουν ότι ο πληθωρισμός θα κινείται πάνω από το 2% και το 2023.
Οι αγορές ομολόγων μέσω του έκτακτου προγράμματος για την πανδημία (PEPP) ολοκληρώνονται αυτό τον μήνα, όπως είχε αποφασισθεί τον Δεκέμβριο. Οι επαναγορές ομολόγων για το PEPP, στο οποίο συμμετέχουν και τα ελληνικά ομόλογα, θα συνεχισθούν έως τουλάχιστον το τέλος του 2024, επίσης όπως προέβλεπε και η απόφαση του Δεκεμβρίου.
Η ΕΚΤ έκανε ξανά ειδική αναφορά για τα ελληνικά ομόλογα, σημειώνοντας, όπως και τον Δεκέμβριο, ότι θα μπορεί να τα αγοράζει με ευελιξία σε περίπτωση κατακερματισμού της αγοράς, αν δηλαδή αυξηθούν σημαντικά οι αποδόσεις τους, σε μία περίοδο που η ελληνική οικονομία ανακάμπτει από την πανδημία.
Σύμφωνα με την ΕΚΤ τα επιτόκια θα αυξηθούν μετά από κάποιο χρόνο από τον τερματισμό των αγορών ομολόγων, ο οποίος πιθανόν, όπως αναφέρθηκε, να είναι σε κάποιο σημείο στο τρίτο τρίμηνο.
Ο ακριβής χρόνος αύξησης των επιτοκίων θα εξαρτηθεί βέβαια από την πορεία του πληθωρισμού τους επόμενους μήνες, αλλά με τα σημερινά δεδομένα πρέπει να αναμένεται εντός του 2022.
Οι αγορές χρήματος προεξοφλούσαν, μετά τις ανακοινώσεις της ΕΚΤ, ότι η πρώτη αύξηση των επιτοκίων θα γίνει τον Οκτώβριο.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, Ακης Χαραλαμπίδης
Αθήνα, Ελλάδα
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE