ΣΚΙΤΣΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΓΚΟΥΜΑ – Και μετά την προδοσία; ρωτά ο ποιητής: “…Κατά πού θα κινήσεις; Πώς θ’ αντικρίσεις την ζωή και τον θάνατο, την αρετή και το φόβο;” Δεν ξέρω εάν το παλληκάρι (παλληκάρια) ήξεραν, δεν ξέρω εάν θα μάθουμε ποτέ… Ήταν το τελευταίο βλέμμα… Πριν την εκτέλεση από τους Τούρκους
Οι εικόνες, μαυρόασπρες, δείχνουν και την απόσταση του χρόνου και τις μνήμες που ξεθωριάζουν. Αυτές τις ημέρες είναι πιο έντονες καθώς ανασύρονται από τα αρχεία και προβάλλονται ξανά και ξανά. Σαράντα επτά χρόνια από τότε. Η δεύτερη φάση της εισβολής, ήταν η ολοκλήρωση επί του εδάφους του σχεδίου της Τουρκίας στην Κύπρο.
Μετά από τη στρατιωτική επιχείρηση ξεκίνησε διά της διπλωματικής οδού η νομιμοποίηση των κατοχικών δεδομένων. Την ώρα που η ελληνική πλευρά κάτω από το βάρος της στρατιωτικής ήττας, της καταστροφής, της τραγωδίας, αναζητούσε ένα «συμβιβασμό», η κατοχική δύναμη ανέπτυσσε το σχέδιο Β΄. Διά του χρόνου εδραίωση των κατοχικών δεδομένων και η βαθμηδόν ενίσχυση των απαιτήσεών της.
Όπως έλεγε ο πάλαι ποτέ ηγέτης του κατοχικού καθεστώτος, Ραούφ Ντενκτάς, «δώστε μου χρόνο να περάσουν δυο γενιές και… όλα θα λυθούν». Το είπε σε Αμερικανούς αξιωματούχους, που μπορεί να μην είχαν αντιληφθεί τότε τι εννοούσε ακριβώς. Το είδαμε στην πράξη, μέσα από το «ροκάνισμα» του χρόνου και διά των διαφόρων διαδικασιών της διολίσθησης του Κυπριακού.
Από την αρχή φάνηκε πως στη διαχείριση του Κυπριακού πρυτάνευσε η «λογική» των «ρεαλιστών» σύμφωνα με την οποία, δίνοντας δώρα προς την κατοχική δύναμη κάποια στιγμή θα δεήσει να κάνει πίσω και να συζητήσει σοβαρά. Έχουμε φθάσει, πλέον, στο σημείο να αδειάσει η σακούλα με τα δώρα και ακόμη η Τουρκία εξακολουθεί να θέτει κι άλλες αξιώσεις. Αυτό ήθελε από την αρχή, να βρεθεί η ελληνική πλευρά μπροστά σε καταστροφικά διλήμματα. Να ικανοποιηθούν οι σχεδιασμοί της Τουρκίας είτε με συμφωνία είτε όχι.
Και φθάνουμε σιγά-σιγά σε αυτό το καταστροφικό δίλημμα πλήρους ικανοποίησης των τουρκικών επιδιώξεων. Τα όσα για χρόνια προωθούσαν συγκαλυμμένα, τώρα επιχειρείται να επιβληθούν απροκάλυπτα. Δεν έχει λόγο άλλωστε να κάνει πίσω. Κινείται, λίγο-πολύ ανενόχλητα και χωρίς κόστος.
Έχει απέναντι της μια μικρή χώρα, η οποία όμως δεν έχει αποφασιστικότητα και πλάνο. Έχει την Αθήνα καιγόμενη και «στοχοπροσηλωμένη» στα συμφωνηθέντα- όπως θέλει να πιστεύει- των «ήρεμων νερών του Αιγαίου», να δείχνει πάντα ότι φοβάται. Με προσεγγίσεις του τύπου πως «άλλο η Κύπρος και διαφορετικό η Ελλάδα», διευκολύνουν τους τουρκικούς σχεδιασμούς καθώς η Άγκυρα αρέσκεται στην τακτική της σαλαμοποίησης.
Δεν βλέπουν, δεν διαβάζουν και δεν παρακολουθούν; Ασκούν πολιτική στα στενά όρια του λεκανοπεδίου των Αθηνών. Το τι επιδιώκει η Τουρκία σε βάρος και της Ελλάδος το λένε ανοικτά στην Άγκυρα. Γκριζάρουν περιοχές, αμφισβητούν την κυριαρχία τους και μετά θεωρούν πως έχουν λόγους να τις διεκδικούν. Το κάνουν χρόνια, αλλά όλα αντιμετωπίζονται από ελληνικής πλευράς σπασμωδικά και χωρίς ολοκληρωμένη πολιτική.
Στην Κύπρο λειτουργεί το σύστημα, πολιτικό και οικονομικό, σε ένα ρυθμό «κανονικότητας». Έχει γίνει συνήθεια, για κάποιους, η συνεχιζόμενη κατοχή. Έχει γίνει συνήθεια μια λογική συμβιβασμού αναγνώρισης των τετελεσμένων της εισβολής. Θεωρούν αφελώς πως με τέτοιες προσεγγίσεις δεν θα έχουν τον τουρκικό «πονοκέφαλο». Λειτουργεί και η άλλη «κανονικότητα», αυτή των συναλλαγών, υπόγειων και μη, ενός συστήματος που αρέσκεται στη διαφθορά και τη διαπλοκή.
Κάθε χρόνο τέτοιες ημέρες, μνήμης επετείων, στα μνημόσυνα και στις εκδηλώσεις για τη συνεχιζόμενη κατοχή. Αυτές οι εκδηλώσεις κρατούν τη μνήμη ζωντανή. Και μετά; Μετά στην άλλη «κανονικότητα»;
Μπορούμε για ανατροπές; Δεν δοκιμάσαμε. Προτιμάται την πεπατημένη της κανονικότητας και της παραίτησης από διεκδικήσεις, που χάνονται μέσα από την προσαρμογή των κατοχικών δεδομένων. Να ανοίξει ένας διάλογος, χωρίς δογματισμούς και εμμονές.
Η Τουρκία σχεδίαζε εισβολή στην Κύπρο από το 1956: Η πληροφορία που έδωσε ο Τίτο στον Καραμανλή