Ζεμενίδης: «Ευθυγράμμιση συμφερόντων ΗΠΑ και Κύπρου», στόχος η κατάργηση της κατοχής

File photo O εκτελεστικός διευθυντής του Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (HALC) Έντι Ζεμενίδης. Φωτογραφία via Halc




Του ΠΑΝΙΚΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ

«Για πρώτη φορά βρισκόμαστε σε ευθυγράμμιση των συμφερόντων Ηνωμένων Πολιτειών και Κυπριακής Δημοκρατίας» τονίζει σε συνέντευξή του στον «Φιλελεύθερο» της Κύπρου ο εκτελεστικός διευθυντής του Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (HALC) Έντι Ζεμενίδης, ο οποίος θεωρεί ότι τελικά θα επιβληθούν κυρώσεις στην Τουρκία λόγω της αγοράς των ρωσικών πυραύλων (σ.σ. η συνέντευξη πάρθηκε την περασμένη εβδομάδα).

Απαντώντας σε ερωτήματά μας, ο κ. Ζεμενίδης αναφέρεται στο πολυσυζητημένο νομοσχέδιο Μενέντεζ – Ρούμπιο, υποστηρίζοντας ότι «η Λευκωσία έχει το δικαίωμα να κάνει τις επιλογές της και να ενταχθεί σε ένα πλαίσιο συνεργασίας στην περιοχή για τη δική της ασφάλεια. Και μια τέτοια επιλογή δεν σημαίνει ότι στρέφεται εναντίον άλλης χώρας με την οποία συνεργάζεται, όπως η Ρωσία».

Μεταξύ άλλων, επισημαίνει επίσης ότι στην περίπτωση που προωθηθεί νομοσχέδιο στο Κογκρέσο με βασικό αίτημα την αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων από την Κύπρο, «δεν είμαστε μακριά από έναν τέτοιο στόχο», δηλαδή για την υιοθέτησή του από Βουλή και Γερουσία.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης:

  • – Η προσπάθειά σας στην Ουάσινγκτον στηρίχθηκε από την αρχή στη δοκιμασία των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, στις πιθανές συνέπειες, αλλά και σε κάποιες προοπτικές, που, έως πρόσφατα, έμοιαζαν ουτοπικές. Σήμερα, οκτώ χρόνια σχεδόν μετά, τι λέτε;

– Όταν ξεκίνησε να λειτουργεί το HALC, οι σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας και γενικότερα Δύσης – Τουρκίας ήταν πολύ διαφορετικές και σε γενικές γραμμές ήταν καλές. Αρχίσαμε να δραστηριοποιούμαστε με βάση την εκτίμηση ότι αυτές οι σχέσεις ήταν ψεύτικες, δεν είχαν γερά θεμέλια και πως, αργά ή γρήγορα, θα δημιουργείτο κρίση και θα ξεκινούσε η αντίστροφη μέτρηση. Δεν ήταν μόνο τα έως τότε γεγονότα και η συμπεριφορά της τουρκικής ηγεσίας που ενίσχυαν αυτή την προοπτική, αλλά βλέπαμε ότι τα συμφέροντα ΗΠΑ και Τουρκίας κινούνταν προς διαφορετικές κατευθύνσεις.

Στην Ουάσινγκτον επεδίωκαν τη βελτίωση των σχέσεων στηριζόμενοι σε μια προσδοκία και όχι σε μια πραγματικότητα που δεν άφηνε περιθώρια για αυταπάτες. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία δεν ήταν και δεν είναι σημαντική χώρα για τις ΗΠΑ για γεωγραφικούς, οικονομικούς και στρατιωτικούς λόγους.

Αλλά, ο Ερντογάν επέλεξε διαφορετική πορεία και σήμερα βρισκόμαστε στο αποκορύφωμα των πολιτικών επιλογών του που συγκρούονται με τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα. Παρά το γεγονός ότι η επικρατούσα άποψη είναι ότι «στη διεθνή σκακιέρα μετράνε μόνο τα συμφέροντα», εμείς θελήσαμε να στηριχθούμε, πέρα από τα όποια καινούργια δεδομένα, στο διεθνές δίκαιο και στις αμερικανικές αξίες. Άλλωστε, όταν αντιμετωπίζουμε τα θέματά μας μέσα από μια μυωπική αντίληψη της διεθνούς και περιφερειακής πολιτικής, αυτόματα περιορίζουμε το πεδίο δράσης μας και πολλές φορές δεν βγαίνει σε καλό.

Η βασική φιλοσοφία του HALC στηρίζεται στην άποψη ότι όταν οι διμερείς σχέσεις Ελλάδας – ΗΠΑ και Κύπρου – ΗΠΑ αναπτυχθούν και διαμορφωθεί ένα νέο στρατηγικό πλαίσιο συνεργασίας, τότε ενισχύουμε τις αξίες μας. Και πιστεύουμε ότι για πρώτη φορά βρισκόμαστε σε ευθυγράμμιση των συμφερόντων των τριών χωρών.

Την πρώτη φάση την έχουμε περάσει και αφορούσε την κατανόηση αυτής της πραγματικότητας. Τώρα, διανύουμε τη δεύτερη φάση και αποσκοπεί στη θεσμοθέτηση αυτής της συνεργασίας, δημιουργώντας την υποδομή για αποτελεσματικότερη δράση. Έως τώρα έχουν γίνει αρκετά σημαντικά βήματα και αναπτύξαμε συνεργασίες, πέρα από τους μεγάλους ελληνοαμερικανικούς οργανισμούς, με οργανώσεις της εβραϊκής και αρμενικής κοινότητας, προωθώντας στο Κογκρέσο ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος.

Το νομοσχέδιο Μενέντεζ – Ρούμπιο

  • – Πού βρίσκεται το θέμα με το πολυσυζητημένο νομοσχέδιο για «την εταιρική σχέση ασφάλειας και ενέργειας της Ανατολικής Μεσογείου»;

– Για μας, είναι πάρα πολύ σημαντικό το δικομματικό νομοσχέδιο Μενέντεζ – Ρούμπιο στη Γερουσία και Μπιλιράκη – Ντόιτς – Σιτσιλίνε στη Βουλή. Με το νομοσχέδιο γίνεται μια σωστή αρχή και ανοίγονται καινούργιοι ορίζοντες, ειδικότερα για τη συνεργασία των ΗΠΑ με Ελλάδα και Κύπρο σε θέματα ασφάλειας και ενέργειας, όσο και στον οικονομικό-εμπορικό τομέα.

Αυτό το θέμα συζητήθηκε εκτενώς στο πρόσφατο συνέδριο που διοργανώθηκε στην Ουάσινγκτον για τις «νέες στρατηγικές και προοπτικές στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο», το οποίο διοργάνωσαν το «Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών» και η εφημερίδα «Καθημερινή», σε συνεργασία με το Συμβούλιο Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας.

Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο αντιμετωπίζεται πολύ ευνοϊκά από αξιωματούχους του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Πενταγώνου. Σ’ αυτό το σημείο θα ήθελα να επαναλάβω ότι η συζήτηση που έγινε την περασμένη άνοιξη στην Κύπρο περιείχε κάποια στοιχεία ανακρίβειας. Κατ’ αρχάς, το νομοσχέδιο είναι το αποτέλεσμα μιας πολύχρονης και σταδιακής προσπάθειας, που συμπεριλαμβάνει την άρση του στρατιωτικού εμπάργκο κατά της Κύπρου. Αντιπροσωπεύει μια πολιτική που την ακολουθούμε για πολλά χρόνια, αλλά οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές και δεν είχαν δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις για να γίνει εφικτή η έγκρισή του από το Κογκρέσο.

Επίσης, να επαναλάβω ότι δεν πρόκειται για νομοσχέδιο που αφορά μόνο την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά και άλλες χώρες, όπως το Ισραήλ. Δεν το υποστηρίζουμε μόνο εμείς, αλλά οι Χριστιανοί όλης της περιοχής, οι Ευαγγελιστές, οι Αρμένιοι. Ακόμα και στην περίπτωση που τα ξαναβρούν οι ΗΠΑ με την Τουρκία, καθώς και το Ισραήλ με την Τουρκία, μέσω αυτού του νομοσχεδίου, επιδιώκεται να δημιουργηθούν μόνιμες συνθήκες ασφάλειας προς όφελος της Κύπρου και της Ελλάδας.

Η Τουρκία δεν σταμάτησε τελικά στην Κύπρο και είμαστε μόνο στην αρχή της επιθετικότητας της

  • – Ποια είναι η δική σας θέση για τις επικριτικές απόψεις που διατυπώθηκαν, κυρίως για πτυχές του νομοσχεδίου που επηρεάζουν αρνητικά, όπως ειπώθηκε, τις σχέσεις της Κύπρου με άλλες χώρες, κυρίως με τη Ρωσία;

– Πρώτα απ’ όλα, αν η Κυπριακή Δημοκρατία θέλει να επιλέξει και άλλες συμμαχίες, είναι δική της επιλογή. Θεωρώ ότι αυτό το νομοσχέδιο δεν επηρεάζει την οποιαδήποτε συνεργασία Κύπρου – Ρωσίας, επειδή δεν υπάρχει στρατιωτική συνεργασία των δύο χωρών, ούτε υπήρχε ποτέ. Το ίδιο ισχύει για την Ελλάδα και για το Ισραήλ για τις σχέσεις τους με τη Ρωσία. Επομένως, πιστεύω ότι οι σχετικές συζητήσεις είναι αχρείαστες. Το νομοσχέδιο δεν περιορίζει τις επιλογές της Κύπρου.

Την ίδια στιγμή όμως όταν ζητούμε οι σχέσεις με τις ΗΠΑ να μπουν σε ένα άλλο επίπεδο θα πρέπει και η Κύπρος να είναι έτοιμη να αποδεχθεί κάποια πράγματα. Η αναφορά σε «ανεφοδιασμό ρωσικών πλοίων» σε κυπριακά λιμάνια δεν αφορά πλοία μεταφοράς ανθρωπιστικής βοήθειας. Νομίζω ότι όλοι καταλαβαίνουμε ποια είναι η διαφορά. Η Ρωσία, η οποία προσφέρει πλέον κάθε είδους στήριξη στην Τουρκία, από τη δημιουργία πυρηνικών σταθμών έως την πώληση πυραύλων S-400, υποστηρίζει ότι αυτή η εξέλιξη δεν επηρεάζει τις σχέσεις της με τη Λευκωσία.

Έτσι λοιπόν και η Λευκωσία έχει το δικαίωμα να κάνει τις επιλογές της και να ενταχθεί σε ένα πλαίσιο συνεργασίας στην περιοχή για τη δική της ασφάλεια. Και μια τέτοια επιλογή δεν σημαίνει ότι στρέφεται εναντίον άλλης χώρας με την οποία η Κύπρος συνεργάζεται, όπως η Ρωσία. Δεν έχω ακούσει από κανένα Αμερικανό αξιωματούχο ότι οι ΗΠΑ ζητούν από την Κύπρο να κάνει τους Ρώσους εχθρούς. Επίσης, για το θέμα της πώλησης αμερικανικών όπλων στην Κύπρο δεν είναι υποχρεωτικό.

Αν η Κύπρος αποφασίσει ότι δεν της συμφέρει ή για οποιονδήποτε λόγο δεν θέλει να αγοράσει αμερικανικά όπλα όταν αρθεί το εμπάργκο, τότε απλά δεν αγοράζει. Το νομοσχέδιο αν εγκριθεί δεν θα είναι διακρατική συμφωνία ΗΠΑ-Κύπρου. Επομένως, κανένας δεν θα υποχρεώσει την Κύπρο από πού θα αγοράσει οπλισμό. Αλλά, να μην ξεχνάμε ότι πολλά πράγματα στη διεθνή πολιτική είναι αλληλένδετα. Όταν ζητάμε κυρώσεις για την Τουρκία επειδή αγόρασε ρωσικούς πυραύλους, θα πρέπει να δούμε και κάποια πράγματα από διαφορετικό πρίσμα.

Κυρώσεις στην Τουρκία

  • – Πιστεύετε ότι τελικά θα επιβληθούν κυρώσεις στην Τουρκία, παρά την αντίθεση του Προέδρου Τραμπ;

– Ναι, σίγουρα. Ο Ερντογάν είναι ανένδοτος και οι Τούρκοι συνεχίζουν να προκαλούν τις ΗΠΑ. Ο Πρόεδρος Τραμπ προσπαθεί να αποτρέψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Η επίσκεψη Ερντογάν στην Ουάσινγκτον δεν πήγε καθόλου καλά και τα αποτελέσματά της ήταν εντελώς διαφορετικά σε σχέση με όσα ειπώθηκαν στην κοινή συνέντευξη Τύπου.

Στις συζητήσεις αναδείχθηκαν μεγάλες και αγεφύρωτες διαφορές σε όλα σχεδόν τα ζητήματα. Μπορεί οι Ρεπουμπλικάνοι άρχικά να μπλοκάρανε στη Γερουσία το νομοσχέδιο για την Αρμενική Γενοκτονία, αλλά δεν σημαίνει ότι δεν θα συναινέσουν για την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία. Η αλήθεια είναι ότι ο Ερντογάν όχι μόνο δεν τους έπεισε για την εισβολή στη Συρία, αλλά τους εκνεύρισε περισσότερο για τους Κούρδους.

Αυτή την περίοδο, όπως είναι γνωστό, υπάρχουν δύο διαφορετικές καταστάσεις στην Ουάσινγκτον. Από τη μια είναι ο Πρόεδρος Τραμπ, ο οποίος έχει αποδείξει με δηλώσεις και ενέργειές του ότι δεν επιθυμεί την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία και από την άλλη είναι το Κογκρέσο, του οποίου η πλειοψηφία των μελών εμφανίζεται πλέον αποφασισμένη να ψηφίσει υπέρ της επιβολής αυστηρών κυρώσεων στην Τουρκία, βάσει του νόμου CAATSA.

  • – Μέσα απ’ όλα αυτά, μπορεί να υπάρξει πραγματική μετατόπιση-διαφοροποίηση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής για την Τουρκία και στις σχέσεις των ΗΠΑ με Κύπρο και Ελλάδα;

– Βεβαίως, το βλέπουμε καθημερινά. Μπορεί ακόμα να μην έχουν γίνει αποφασιστικές κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά αυτή η προοπτική είναι πλέον ορατή. Για παράδειγμα, όταν ο Πομπέο μετέβη στην Αθήνα το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να υπογραφεί μια καινούργια αναβαθμισμένη συμφωνία για αμυντικούς σκοπούς. Επενδύουν περισσότερο στη βάση της Σούδας και σιγά-σιγά αποδυναμώνουν τη βάση στο Ιντσιρλίκ της Τουρκίας. Το ίδιο κάνουν και οι Γερμανοί με την αποχώρηση αεροπλάνων τους και κάποια απ’ αυτά φαίνεται να τα έχουν μεταφέρει στην Κύπρο.

Αξίζει μόνο να αναφέρω ότι ο κύριος αναλυτής για την Τουρκία στο Council on Foreign Relations, ο Στίβεν Κουκ, στην περσινή έκθεσή του είχε παρουσιάσει την Τουρκία με τον τίτλο: «Ούτε εχθρός ούτε φίλος». Απαντώντας σε ερώτηση, κατά τη διάρκεια του συνεδρίου μας, πώς θα χαρακτηρίσει την Τουρκία στη φετινή έκθεσή του, είπε: «Πιο πολύ εχθρός, παρά φίλος». Αυτό τα λέει όλα.

Κυπριακό και υδρογονάνθρακες

  • – Στο Κυπριακό δεν φαίνεται να αλλάζει κάτι από πλευράς ΗΠΑ. Για το θέμα όμως των υδρογονανθράκων, νομίζετε ότι μπορεί να φτάσει και η στιγμή που η Ουάσινγκτον θα επιδείξει αποφασιστικότητα στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας;

– Θα εξαρτηθεί από τον βαθμό της τουρκικής προκλητικότητας και παραβατικότητας. Υπάρχουν διάφορα στάδια αντιδράσεων και φυσικά δεν μιλούμε για στρατιωτικές ενέργειες. Να πω μόνο ότι αν, για παράδειγμα, φτάσει η στιγμή που η αμερικανική ExxonMobil θα είναι έτοιμη για εξόρυξη φυσικού αερίου στην κυπριακή ΑΟΖ, θα γίνει. Και ό,τι θα γίνει εκεί, θα επηρεάσει την Αίγυπτο, το Ισραήλ και άλλες χώρες, όπως και την Ευρώπη. Το μόνιμο παράπονό μου από την Ουάσινγκτον είναι ότι όλες αυτές τις δεκαετίες αντιμετώπιζε την Κυπριακή Δημοκρατία κάπως ως μία κοινότητα και όχι ως κράτος.

Αυτά που συμβαίνουν σήμερα, με «στρατηγικό συνεταιρισμό», με άρση του εμπάργκο και με μια σειρά άλλων θεμάτων που μπαίνουν στη βάση των διακρατικών σχέσεων, αλλάζουν πλήρως το σκηνικό. Αν προχωρήσουν, κάποια στιγμή ενδεχομένως θα δούμε διαφορετική προσέγγιση και στο Κυπριακό. Είναι από τις περιπτώσεις που αποδεικνύεται ξανά ότι τα πάντα ρει…

Από πλευράς μας, ως Ελληνισμός και σε πλήρη συνεννόηση Ομογένειας – Λευκωσίας – Αθήνας θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να εργαστούμε με ενωτική διάθεση. Κι όταν τα συμφέροντα αλλάζουν, αλλάζει και η πολιτική. Άρα, πρέπει να είμαστε ενεργοί και πιο συγκροτημένοι για να αξιοποιήσουμε όσον το δυνατόν αποτελεσματικότερα κάθε ευκαιρία που παρουσιάζεται και κάθε χαραμάδα που ανοίγεται για να προωθήσουμε τα δίκαιά μας.

Ο ιδρυτής του HALC, ο αλησμόνητος Νίκος Μούγιαρης, για να τονίσει ότι χρειάζεται αποφασιστικότητα, υπομονή και προγραμματισμός, επικαλείτο πάντα τους στίχους του Ελύτη «για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή».

  • – Ποια είναι η εκτίμησή σας για την πρόσφατη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Χριστοδουλίδη στην Ουάσινγκτον;

– Πήγε πάρα πολύ καλά σε όλες τις συναντήσεις του και ιδιαίτερα με τον Αμερικανό ομόλογό του Μάικ Πομπέο. Και δεν μπορεί να υποβαθμιστεί το γεγονός ότι σε μια περίοδο που όλοι στην Ουάσινγκτον ασχολούνταν με τη διαδικασία παραπομπής του Προέδρου Τραμπ, με το «σκάνδαλο Ουκρανία», με το κουρδικό ζήτημα και την εισβολή της Τουρκίας στη Συρία, ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε συνάντηση με τον υπουργό Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η πραγματοποίηση της συνάντησης δεν ήταν τυχαία εκείνες τις ημέρες και είχε και έναν ιδιαίτερο συμβολισμό.

Απόσυρση των κατοχικών στρατευμάτων

  • – Λαμβάνοντας υπόψη την προαναφερθείσα εικόνα που περιγράφετε, αν προωθούσατε στο Κογκρέσο ένα νομοσχέδιο με βασικό αίτημα την αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων από την Κύπρο, υπάρχουν περιθώρια να εγκριθεί ή ακόμα είμαστε πολύ μακριά από έναν τέτοιο στόχο;

– Όχι, δεν νομίζω να είμαστε μακριά από έναν τέτοιο στόχο. Μπορεί να υπάρξει άρνηση στην προώθηση ενός τέτοιου νομοσχεδίου με το σκεπτικό ότι εφόσον υπάρχουν διαπραγματεύσεις μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς την προσπάθεια του ΟΗΕ για την επίτευξη λύσης.

Αλλά, αν αποδείξουμε ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο σε όλα αυτά είναι ο Ερντογάν, δεν το αποκλείω καθόλου. Κι όσον βελτιώνουμε τις διμερείς μας σχέσεις, τόσο καλύτερες πιθανότητες θα υπάρχουν για μια τέτοια εξέλιξη, επειδή δεν θα βλέπουν το Κυπριακό ως ενόχληση, αλλά ως ένα εμπόδιο στην υλοποίηση της στρατηγικής των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή.

Νίκη της Ομογένειας: Ψηφίζεται το νομοσχέδιο για συνεργασία ΗΠΑ, Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: