Ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν κέρδισε μια Πύρρειο νίκη στις δημοτικές εκλογές της 31ης Μαρτίου. Κέρδισε μεν σε εθνικό επίπεδο αυξάνοντας και ελαφρά τα ποσοστά του κόμματος του της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του οποίου είναι ταυτόχρονα και Πρόεδρος. Και μαζί με το συμμαχικό του κόμμα των Γκρίζων Λύκων του Δεβλέτ Μπαχτσελί (Εθνικής Δράσης, MHP) κτύπησε 52%, ποσοστό με το οποίο κέρδισε τις προεδρικές τον Ιούνιο του 2018.
Ο Ερντογάν είναι ο χαμένος των εκλογών και δεν υπάρχει υπεκφυγή γύρω από το γεγονός αυτό. Εξαρχής ανέδειξε τον ύψιστο συμβολισμό της διατήρησης του ελέγχου των δυο μεγαλύτερων μητροπολιτικών δήμων της χώρας, της Πόλης και της Άγκυρας. Η διατήρηση αυτή ταυτίστηκε από όλους – συμμετέχοντες και παρακολουθούντες- με νίκη προσωπικά του Ερντογάν. Απώλεια τους, με ήττα προσωπικά του Ερντογάν.
Στις 11:20 μμ το βράδυ της 31 Μαρτίου όλοι στη Τουρκία κατάλαβαν πως ο Ερντογάν έχασε την Πόλη. Ήταν η στιγμή που η κρατική τηλεόραση σταμάτησε – με άνωθεν εντολές- την ροή των αποτελεσμάτων, ενώ ο υποψήφιος της Συμμαχίας του Έθνους, Εκρέμ Ιμάμογλου, προηγούνταν σταθερά με 99% των καταμετρημένων ψήφων.
Οι Κούρδοι κέρδισαν ξανά τους δήμους που έχασαν στις περιοχές τους. Μόνο μια πόλη έχασαν, τη Σιρνάκ, που ήταν στρατοκρατούμενη αφού τρία χρόνια πριν την είχε καταστρέψει ο στρατός, χιλιάδες μέλη του οποίου ψήφισαν εκεί στις εκλογές! Επιπλέον οι Κούρδοι πριμοδότησσαν τους υποψήφιους της αντιπολίτευσης στα αστικά κέντρα και, σίγουρα, έκαναν τη διαφορά στην Πόλη, για παράδειγμα, όπου υπάρχουν πάνω από πέντε εκατομμύρια!
Πέραν του ύψιστου συμβολισμού της απώλειας της Πόλης- που ανέδειξε πολιτικά τον Ερντογάν το 1994- όλες οι προαναφερθείσες περιοχές παράγουν σχεδόν 70% του πλούτου της χώρας. Είναι δε από τον έλεγχο του κατασκευαστικού τομέα της Πόλης- που το AKP διατηρούσε από το 1994 με την εκλογή του Ερντογάν ως δημάρχου- και που η συνομοταξία του Ερντογάν και το κόμμα πλούτισαν αθέμιτα. Και είναι από την Πόλη που άρχισαν τα πρώτα οικονομικά σκάνδαλα -οι παπουτσοθήκες με τα εκατομμύρια στα σπίτια του Ερντογάν, Υπουργών και συνεργατών του- η σύγκρουση με τον Χότζια Γκιουλέν, καθώς και τα γεγονότα του Γκεζί Πάρκ το 2013, που ερμηνεύθηκαν ως εξέγερση κατά του Ερντογάν υποκινούμενη από το εξωτερικό και που κατεστάλθηκε βίαια.
Εκτιμώ πως ο Ερντογάν θα παραμείνει στην εξουσία γιατί αυτός είναι πλέον η εξουσία στην Τουρκία. Εκτός εάν είτε από ασθένεια είτε από βία εξουδετερωθεί, θα κυβερνά ως σουλτάνος μέχρι το 2023 και ίσως και μετά. Και ο λόγος είναι απλός. Το καθεστώς της χώρας έχει αλλάξει ριζικά με το δημοψήφισμα του 2017 και την εκλογή του Ταγίπ ως Προέδρου το 2018.
Η Τουρκία δεν έχει πλέον κοινοβουλευτικό καθεστώς. Έχει ένα καθεστώς διακυβέρνησης χωρίς προηγούμενο στη μεταπολεμική εποχή. Είναι ένα δεσποτικό καθεστώς που συνδιάζει τον σουλτανισμό/χαλιφισμό της Ανατολής με τον φασισμό/ολοκληρωτισμό της Δύσης. Να θυμίσω πως πριν από μερικά χρόνια ο Ερντογάν δήλωσε δημόσια θαυμαστής του χιτλερικού τρόπου διακυβέρνησης. Και εσωτερικά αρέσκεται να τον παρουσιάζουν ως Χαλίφη.
Η επίσημη ονομασία του Ερντογανικού συστήματος διακυβέρνησης είναι “Presidential System of Governance” – “Προεδρικό Σύστημα Διακυβέρνησης”. Όλες οι εξουσίες βρίσκονται στα χέρια ενός ατόμου- του Προέδρου. Αυτός είναι η εξουσία. Κυβερνά με διοικητικές πράξεις – by decree ή by fiat, που λέμε. Δεν λογοδοτεί σε κανένα. Δεν υπάρχει διάκριση εξουσιών. Το Κοινοβούλιο είναι πλέον για το θεαθείναι. Το ίδιο και το Δικαστικό Σώμα. Το Υπουργικό Συμβούλιο θα διορίζεται. Οι Δικαστές θα διορίζονται.Οι Κυβερνήτες θα διορίζονται. Και οι Δήμαρχοι που δεν συμμορφώνονται θα καθαιρούνται.
Παράδειγμα. Στη Πόλη, αν δεν γίνει ήδη νοθεία με την ανακαταμέτρηση που ως γνωστό ζητήθηκε από το AKP, κάποια μέρα και με αφορμή πως ο νέος δήμαρχος δεν μαζεύει αποτελεσματικά τα σκύβαλλα, μπορεί να καθαιρεθεί. Υπάρχει όμως και άλλος αποτελεσματικός τροπος. Με το νέο σύστημα η χρηματοδότηση των δήμων θα γίνεται με την απευθείας έγκριση του Προέδρου Ερντογάν. Νομίζω πως τα επιπλέον σχόλια περιττεύουν. Οι εξουσίες του Ερντογάν είναι απόλυτες.
Και ενώ θα μπορούσε να βοηθηθεί από το δυτικό σύστημα – λόγω και μόνο της Νατοϊκής του ταυτότητας- πήραν τα μυαλά του αέρα και, μαζί, όλης της ισλαμιστικής του συνομοταξίας. Και σταδιακά και συσσωρευτικά το σύστημα άρχισε να τον δένει χειροπόδαρα. Οι παλληκαρισμοί του με τη “διπλωματία των ομήρων”, ο αντιαμερικανισμός, ο αντισημιτισμός, ο τζιχαντισμός και η επιδρομική του πολιτική στη Συρία και άλλου, κορυφώθηκαν με την αγορά των αντιαεροπορικών πυραύλων S- 400 από τη Ρωσία. Και τότε η Δύση άρχισε να του ζητά τον λογαριασμό. Με την οπίσθοδρόμηση της 31 Μαρτίου, η διαπραγματευτική ισχύς του Ερντογάν έναντι της Δύσης μειώθηκε αισθητά.
Στη χώρα μας και όχι μόνο, ο Ερντογάν θεωρείται μεγάλος παίκτης. Δείχνει να είναι. Και μπορεί να είναι. Παίζει όμως σε πολλά ταμπλό. Και είναι υπερξαπλωμένος (overextended). Και αυτός προσωπικά και η χώρα του. Η Τουρκία είναι ισχυρή χώρα. Δεν είναι όμως Μεγάλη Δύναμη (Great Power) ώστε να μπορεί να θεραπεύει μόνη της αδυναμίες της.
Στην ατλαντική Δύση φαίνεται να πιστεύουν πως η Τουρκία δεν έχει “χαθεί”, και πως ο Ερντογάν, μετά τις εκλογές- και με τις επόμενες μέχρι το 2023- θα βάλει νερό στο κρασί του για να περισώσει την οικονομία και τον εαυτό του. Και αναμένουν πως θα υποχωρήσει στο κρίσιμο ζήτημα των S-400. Είναι όμως τόσες οι φορές που ο Ερντογάν και οι αξιωματούχοι του έχουν δεσμευθεί δημόσια για το θέμα, που διερωτάται κανείς σε που βασίζονται οι Δυτικοί ώστε να πιστεύουν πως ο Ερντογάν θα κάνει “κωλοτούμπα”. Πέραν των δεσμεύσεων έναντι στη Μόσχα, η Άγκυρα έχει άμεση στρατιωτική ανάγκη τη Ρωσία στη Συρία για πολλαπλά ζητήματα ασφαλείας, πέρα του μείζονος που είναι το κουρδικό.
Υπάρχουν δηλαδή σημαντικά δομικά προβλήματα μέσα στην τουρκική κοινωνία που αν ο Ερντογάν και το “Προεδρικό Σύστημα Διακυβέρνησης” του εξαφανίζονταν ως δια μαγείας, λίγα πράγματα θα άλλαζαν στη συμπεριφορά της Άγκυρας έναντι των γειτόνων της. Ο μακαρίτης δημοσιογράφος Μεχμέτ Αλί Μπιράντ το είχε παράπονο. Και σε περιόδους εντάσεων πάντοτε ρωτούσε τους αναγνώστες του. “Γιατί η χώρα μας έχει κακές σχέσεις με όλους τους γείτονές της; Μπορεί κανείς να μου απαντήσει;” Συνεχώς ρωτούσε. Έφυγε και απάντηση δεν πήρε. Υπάρχει;
Θα εγκαταλείψει η Τουρκία το ΝΑΤΟ; Οι πολύ δυσκολες ώρες του Μεβλούτ στην Ουάσιγκτον