Το θέμα στην περίπτωση της Βενεζουέλας δεν είναι το αν ο Νικολά Μαδούρο είναι ένας απεχθής «δικτάτορας» που καταπιέζει τον λαό του.
Σίγουρα, το ότι είσαι δημοκρατικά εκλεγμένος δεν σημαίνει, άνευ ετέρου, ότι είσαι και δημοκράτης. Άλλωστε και ο Χίτλερ δημοκρατικά εκλέχθηκε. Η δημοκρατία είναι ένα ποιοτικό στοιχείο που διαπιστώνεται (και) εμπειρικά. Το διακύβευμα στην περίπτωση της Βενεζουέλας έγκειται σε κάτι άλλο, πιο βαθύ, σχετιζόμενο πρωτίστως με την ανακατάταξη των διεθνών ισορροπιών.
Η Λατινική Αμερική είναι το «μαλακό υπογάστριο» των ΗΠΑ. Είναι περιοχές τις οποίες, αν δεν μπορεί να ελέγχει άμεσα, «οφείλει» να διασφαλίζει ότι δεν θα τις προκαλέσουν δυνητικά προβλήματα. Χαρακτηριστική στιγμή στην ιστορία είναι η κρίση της Κούβας όπου η πυρηνική σύρραξη μεταξύ ΕΣΣΔ και ΗΠΑ απεφεύχθη οριακά, με τις ΗΠΑ να αντιδρούν στην τοποθέτηση πυραύλων στο γειτνιάζον νησί. Άλλο παράδειγμα ήταν η ανατροπή του δημοκρατικά εκλεγμένου σοσιαλιστή (μαρξιστή κατά βάση) Προέδρου της Χιλής Σαλβαντόρ Αλιέντε: το πραξικόπημα οργανώθηκε και υποστηρίχθηκε στρατιωτικά και οικονομικά από τις ΗΠΑ.
Τον αντικατέστησαν δε με έναν από τους σκληρότερους δικτάτορες, τον Πινοσέτ, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ βασάνισε και κατέσφαξε τον λαό του, δεν διώχθηκε ποτέ, με τις «ευαίσθητες» ΗΠΑ να σιγούν για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την γενοκτονία που συντελέστηκε σε αυτή τη χώρα.
Συνεπώς, το να υποστηρίζει κανείς ότι οι ΗΠΑ κινούνται προς την ανατροπή του Μαδούρο για ανθρωπιστικούς και δημοκρατικούς λόγους είναι ρομαντικό και καθόλα μη ρεαλιστικό. Είναι δεδομένο ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν επιτελούν σε διεθνές επίπεδο τον ρόλο που επιτελούν σε μία εθνική συνταγματική τάξη, ούτε προστατεύονται με τον ίδιο τρόπο. Δεν υπάρχει διεθνής συλλογική διακυβέρνηση, υπάρχει ευκαιριακή σύγκλιση δράσεων εθνικών δρώντων με γνώμονα την εξυπηρέτηση ίδιων συμφερόντων και επιδιώξεων. Αν οι ΗΠΑ πραγματικά ενδιαφέρονταν για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία το πρώτο καθεστώς που θα έπρεπε να είχαν ανατρέψει ήταν αυτό της Σαουδικής Αραβίας!
Αυτό που δεν γίνεται αντιληπτό και που εμμονικά επιμένουμε να εξηγούμε με την παρωχημένη ιδέα της «σύγκρουσης των πολιτισμών» είναι ότι αυτή τη στιγμή συντελείται η μετάβαση από τη νεωτερικότητα στη μετανεωτερικότητα.
Πλέον, ο Ψυχρός Πόλεμος και το διπολικό ανταγωνιστικό σύστημα που δημιούργησε, τελείωσε. Η ψηφιακή τεχνολογία τερμάτισε τον αμερικανικό ηγεμονισμό και καλλιεργεί το έδαφος για ένα πολυπολικό σύστημα όπου κάθε πόλος εφαρμόζει διαφορετικό κοινωνικό μοντέλο. Η ολική εξαφάνιση κάποιου από τους πόλους δεν είναι εφικτή. Ο κόσμος μας δεν εξηγείται πια με μανιχαϊστικά δίπολα, τα οποία ήταν βασικό χαρακτηριστικό της νεωτερικότητας, η οποία θέλει το (συλλογικό) εγώ να ορίζεται μέσω της αντιπαραβολής και της καθυπόταξης του (οποιουδήποτε) άλλου.
Αντίθετα, η μετα-νεωτερικότητα ορίζει το εγώ συνεκτιμώντας την ετερότητα και αναγνωρίζοντας έναν αξιακό πλουραλισμό και την πολυπολιτισμικότητα, και τα δύο εμπειρικά διαπιστώσιμα. Οι ασιατικές και ισλαμικές κοινωνίες φερ’ειπείν δεν αντιλαμβάνονται την πρόοδο ως ρήξη με την συντηρητική παράδοση (όπως ήταν η περίπτωση της Γαλλικής Επανάστασης) αλλά ως μίας προσπάθειας δημιουργικής σύνδεσης της παράδοσης και της θρησκείας με τον εκσυγχρονισμό, έναν συμβιβασμό δηλαδή μεταξύ των δύο πόλων.
Στην περίπτωση της νεωτερικότητας κυριαρχεί η σύγκρουση, η αντιπαράθεση παλαιού – νέου. Στην μετα-νεωτερικότητα επιδιώκεται η συνύπαρξη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σοβαρές, ίσως και αγεφύρωτες, διαφορές μεταξύ των συνομιλούντων.
Στο πλαίσιο αυτό, αν και αμφιβάλλω ότι η συλλογιστική της κυβέρνησης υιοθετούσε το σκεπτικό που καταγράψαμε, η διαφοροποίηση της χώρας μας ως προς αυτό το θέμα δεν είναι απαραίτητα εσφαλμένη. Η πάγια θέση της εξωτερικής μας πολιτικής να ανήκουμε στη Δύση δεν σημαίνει ότι πρέπει να αποδεχόμαστε και να συμπορευόμαστε με ό,τι αυτή αποφασίζει. Η διαφοροποίησή μας αυτή δεν καταγράφεται πρώτη φορά, καθότι η μικρή Ελλάδα καταγράφει καλές σχέσεις με τους Άραβες γείτονες της τη στιγμή που η κρατούσα αντίληψη για τους Δυτικούς στις χώρες αυτές είναι αρνητική.
Παράδειγμα το ότι στην κρίση με το Κατάρ, η Αίγυπτος επέλεξε να αναθέσει τη διπλωματική της εκπροσώπηση στην χώρα αυτή στην Ελλάδα. Το να εκφράζεις δε την διαφορετική σου άποψη στο πλαίσιο των οργανισμών στους οποίους συμμετέχεις ισότιμα είναι δείγμα δημοκρατίας εντός αυτών. Ή μήπως τελικά δεν είναι και τόσο δημοκρατικοί αυτοί οι οργανισμοί και απλά αξιώνουν την τυφλή υποταγή και την διαχρονική σιωπή;
(*) Η Χριστιάννα Δ. Λιούντρη είναι πτυχιούχος Διεθνών Σχέσεων και τελειόφοιτη της Νομικής Σχολής Αθηνών. (οικονομολόγος, διεθνολόγος, συντονιστής έρευνας στο Παρατηρητήριο Ανατολικής Μεσογείου του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων)
Ο Πάστορας ξύπνησε τα αντιτουρκικά αισθήματα του Ντόναλντ Τραμπ: ‘Η τους Πάτριοτ ή τίποτα…