Ομολογώ ότι δεν μου είναι πολύ βαρετό. Να ψάχνω εδώ και εκεί να δω τι έλεγα. Αν διαψεύστηκα ή αν επιβεβαιώθηκα. Δεν έχω τη ψευδαίσθηση ότι ανήκω στην ευδοκιμούσα πολυπληθή στην Ελλάδα κατηγορία των «αλάθητων». Πολιτικών, δημοσιογράφων, της μυριάδας γεωστρατηγικών αναλυτών και βέβαια ημών των διπλωματών.
Στην πολιτική και διπλωματική μας ιστορία η Συμφωνία των Ψαράδων – Οτέσεβο (Πρέσπες) θα καταγράφεται πλέον με την κάθε άλλο παρά τυπική ένδειξη Νόμος 4588 (ΦΕΚ, τεύχος πρώτο, αρ. φύλλου 9) της 25ης Ιανουαρίου 2019. Ο νόμος, όπως άλλωστε και το κείμενο της συμφωνίας, φέρει λάθος τίτλο «Τελική Συμφωνία για την Επίλυση των Διαφορών οι οποίες περιγράφονται στις Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας 817 (1993) και 845 (1993)…».
Πέρυσι τέτοια εποχή, αρκετά πριν φθάσουμε στις όχθες των Πρεσπών, έγραφα στην «Καθημερινή» (18 Φεβρουαρίου 2018): «Είναι ήδη αργά για ψύχραιμη συζήτηση και υπεύθυνη ενημέρωση της κοινής γνώμης.
Η μία Ελλάδα ακυρώνει –συνειδητά ή ασυνείδητα– στο επίπεδο της πολιτικής εθνικής ασφάλειας την άλλη Ελλάδα. Τις πταίει;».
Ο νόμος 4588 σήμανε πλέον για όλους μας την ώρα της αλήθειας.
Χωρισμένοι ήδη από το 1992 σε κατηγορίες: α) σε αυτούς που λόγω ρομαντισμού θεωρούσαν ότι το Μακεδονικό (όνομα) ήταν εξαρχής μια χαμένη μάχη, β) στους ασυμβίβαστους αρνητές κάθε συμβιβασμού, γ) στους τυφλούς οπαδούς της κομματικής ορθοφροσύνης (εθνικά ορθό είναι το κομματικά ωφέλιμο) και δ) στους θιασώτες ενός βιώσιμου αμοιβαία αποδεκτού συμβιβασμού (στους οποίους περιλαμβάνομαι). Σήμερα στη δύσκολη αυτή ώρα του απολογισμού, θα τολμούσα να ισχυριστώ ότι κατεξοχήν χαμένοι είναι όσοι μέχρι και την περασμένη εβδομάδα ανήκαν –το επανέλαβαν μάλιστα στη Βουλή– στις δύο πρώτες κατηγορίες.
Απόλυτα, στιγμιαία όμως, κερδισμένοι πιστεύουν ότι είναι εκείνοι που κατά συνείδηση στοιχήθηκαν πίσω από τις κομματικές κυβερνητικές και αντιπολιτευτικές γραμμές. Φρόντισαν στις αγορεύσεις τους να αποστηθίσουν τις θέσεις των τενόρων, βαρύτονων και υψίφωνων. Αυτοί σίγουρα ουδέν συνειδησιακό πρόβλημα έχουν. Κανόνας είναι ότι «το κομματικά τερπνόν είναι και το εθνικά ωφέλιμο».
Aς πούμε τα πράγματα με το όνομά τους.
Έρχομαι τώρα στο κύριο πρόβλημα.
Θα μου επιτρέψετε να το αποδώσω με τον αδόκιμο όρο το Μετα-Μακεδονικό Ζήτημα. Άνοιξε, δεν έκλεισε ούτε λύθηκε με τη συμφωνία. Θα συμβιώσουμε μαζί του. Έχει δύο όψεις.
Όπως δυστυχώς συμβαίνει στο άρθρο 36 του Συντάγματος της γειτονικής μας χώρας. Ισχυρίζονται ότι αντανακλά «ένα πραγματικό ιστορικό γεγονός». Ως προς αυτό συμφωνούμε. Διαφωνούμε στην ανάγνωση, στην ερμηνεία και στις δυνατές, εύχομαι όχι πιθανές, μελλοντικές επιπτώσεις.
Πιστεύουμε ότι οι πληγές που αφήνει στον πολιτικό και κοινωνικό μας ιστό ο διχασμός τον οποίο μας προκάλεσε η συμφωνία των Πρεσπών, ενισχύει ή αποδυναμώνει την ατομική και συλλογική συνείδηση της αυτογνωσίας και της ευθύνης;
Τώρα πρέπει να αρχίσει η μεγάλη προσπάθεια της επούλωσης των δικών μας πληγών. Ναι αυτές που μόνοι μας ανοίξαμε στην προσπάθεια να κλείσουμε την ανοιχτή πληγή με τους γείτονές μας. Θα πάρει περισσότερο χρόνο και θα απαιτήσει μία συνειδητή εθνική προσπάθεια.
* Ο κ. Αλέξανδρος Π. Μαλλιάς είναι πρέσβης επί τιμή και συγγραφέας του βιβλίου «Ελλάδα και Βόρεια Μακεδονία: Αυτοψία της Δύσκολης Συμφωνίας των Πρεσπών» (Εκδόσεις Ι. Σιδέρης). Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Περίεργα κίνητρα: Γιατί η Ν.Δ. διοχετεύει το θυμό για το Σκοπιανό στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας