Του Προέδρου της Δημοκρατίας
ΠΡΟΚΟΠΗ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ
Ο επισκέπτης του Μουσείου της Ακρόπολης -του Μουσείου το οποίο, ας μην το ξεχνάμε, δημιουργήθηκε για να στεγάσει οριστικά τα ανεκτίμητα σπαράγματα των γλυπτών του Παρθενώνα που το πολιτισμικό, και όχι μόνον, ανοσιούργημα του Λόρδου Έλγιν οδήγησε «εν αιχμαλωσία» στο Βρετανικό Μουσείο, όπου και κείτονται «θρηνητικά» ως σήμερα- στην «προσκυνηματική» περιπλάνησή του ανάμεσα στα, απαράμιλλης τέχνης, δημιουργήματα της Κλασικής Αρχαιότητας, θ’ αντικρύσει, σχεδόν νομοτελειακώς, το γλυπτό με αριθμό καταλόγου 695.
Α. Πρόκειται για την «Αθηνά σκεπτομένη» – ή «Αθηνά προ στήλης», με βάση τις υποθέσεις των αρχαιολόγων ως προς το τι στεκόταν απέναντι από την Αθηνά- που σε «κατακτά» με το πρώτο βλέμμα, μέσ’ από την «ανεπίληπτη» δωρική τελειότητα της σμίλης η οποία την δημιούργησε.
Και ύστερα, για τον επισκέπτη που έχει κάπως εντρυφήσει στους εκθαμβωτικούς μαιάνδρους της αρχαίας ελληνικής τέχνης, αρχίζει η βαθειά περίσκεψη αναφορικά με το τι μπορεί να συμβολίσει η «Αθηνά σκεπτομένη», πέρα κι έξω από τις -εν πολλοίς άγνωστες βεβαίως- βουλές του γλύπτη, με βάση τα δεδομένα της εξέλιξης του Πολιτισμού της Δύσης, και κατ’ ακριβολογία, του Πολιτισμού της Ευρώπης. Αφού ο δεύτερος είναι η ψυχή του πρώτου, δίχως δυνατότητα ιστορικής αμφισβήτησης.
Β. Το γλυπτό της «Αθηνάς σκεπτομένης» έχει την δύναμη να συμβολίζει, διαχρονικώς από τότε που σμιλεύθηκε στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ, τις ρίζες του Πολιτισμού μας, του Ευρωπαϊκού αλλά και, επέκεινα, του εν γένει Δυτικού Πολιτισμού, ταυτοχρόνως δε και την κατά προορισμό εξέλιξή του. Και τούτο, κυρίως, διότι η «Αθηνά σκεπτομένη», ιδιομόρφως ένοπλη -με την έννοια του όπλου που δεν υποδηλώνει επίθεση αλλά, όλως αντιθέτως, περίσκεψη ως προς την υπεράσπιση του Πνεύματος- συμπυκνώνει, μέσω των ιδανικών της Παιδείας και του Θάρρους, την όλη ιστορική διαδρομή του κοινού Ευρωπαϊκού μας Πολιτισμού, από το λίκνο του ως την σύγχρονη περιπέτειά του, κι ακόμη πιο μακριά ως την μελλοντική προοπτική του.
Προοπτική που θα κρίνει την επιβίωσή του, αφού ενδεχόμενη απομάκρυνση από τις ρίζες του, κατά συνέπεια από την κοιτίδα του, θα σημάνει, μοιραίως, το τέλος του. Κάτι που είναι χωρίς αμφιβολία καταστροφικό όχι μόνον για τον ίδιο αλλά για ολόκληρη την Υφήλιο, μιας και η μοίρα που έλαχε στην Ευρώπη είναι κοινώς γνωστή και ορατή από κάθε γωνιά του Πλανήτη:
Συγκεκριμένα:
Γ. Η «Αθηνά σκεπτομένη» εκφράζει αυτονοήτως, και δη αυθεντικώς, την πρώτη αντηρίδα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, την Αρχαία Ελλάδα του Πνεύματος. Την Αρχαία Ελλάδα που δημιούργησε την Παιδεία, στην πιο υψηλή της έκφραση, θέτοντας τις βάσεις της μετατροπής της πληροφορίας και της εμπειρίας σε γνώση και της γνώσης σ’ Επιστήμη, εν τέλει δε σε Σοφία υπό την έποψη της Φιλοσοφίας. Και την Αρχαία Ελλάδα που υπερασπίσθηκε αυτή την Παιδεία, άρα τον εξ αυτής γεννηθέντα Πολιτισμό, απέναντι στον δεσποτισμό της Ανατολής -μάρτυς, κατά το αυτόγραφο επιτύμβιο του Αισχύλου, ο «βαθυχαιτήεις Μήδος επιστάμενος»- χαράζοντας έτσι και το έκτοτε «κραταιό» σύνορο μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Δ. Στο μέτρο που η Αρχαία Ρώμη, μέσω των θεσμών της αλλά και των πνευματικών της ανθρώπων -μεταξύ των οποίων κορυφαίοι διανοητές Αυτοκράτορες κυρίως της ύστερης ρωμαϊκής περιόδου- υπήρξε, δίχως δυνατότητα ιστορικής αμφισβήτησης, ένα είδος θεσμικής και πνευματικής «γέφυρας», πάνω από την οποία πέρασε το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα για να φθάσει, μέσω του Βυζαντίου, ως την Αναγέννηση που του οφείλει την γέννηση και την άνθησή της, η «Αθηνά σκεπτομένη» εκφράζει, ευθέως και εκ πλαγίου, και την δεύτερη αντηρίδα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού: Ήτοι την θεσμική κληρονομιά της Αρχαίας Ρώμης. Άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε και το εξής:
Ε. Τέλος, το «απαστράπτον» παριανό μάρμαρο της «Αθηνάς σκεπτομένης» έχει αφήσει ανεξίτηλα τα ίχνη του και στην τρίτη αντηρίδα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, την Χριστιανική Διδασκαλία. Και τούτο γιατί η μεν Παιδεία του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος βρίσκει την «ενδοσκοπική» κορύφωσή της στο αντίστοιχο πνευματικό υπόβαθρο του Ευαγγελίων και της εντεύθεν Πατερικής Διδασκαλίας, κατά κύριο λόγο διότι ο Χριστιανισμός ήταν εκείνος που κάλεσε τον Άνθρωπο να καταστήσει αυτή την Παιδεία «συνείδηση» και, δι’ αυτής της οδού, «κτήμα ες αεί μάλλον ή αγώνισμα ες το παραχρήμα», για ν’ αναχθούμε στον Θουκυδίδη. Το δε Θάρρος της Αρχαίας Ελλάδας βρίσκει τον «κολοφώνα» του, πρώτον, στην Σταύρωση, η οποία σηματοδοτεί την υπέρτατη θυσία του Χριστού στον βωμό των αρχών και αξιών που καταγράφονται, «στον αιώνα», μέσα στα Ευαγγέλια. Και, δεύτερον, στους διωγμούς των πρώτων Χριστιανών που αποφάσισαν, εν συνειδήσει, να μαρτυρήσουν για να μην προδώσουν την Πίστη τους.
Ίσως κάποιοι σπεύσουν να κρίνουν τις σκέψεις που προηγήθηκαν «υπερβολικές», στηριζόμενοι στις δικές τους θέσεις ως προς την ουσία και την «δύναμη» της μετανεωτερικότητας για το μέλλον της Ανθρωπότητας.
Κι ένα από αυτά τα σύμβολα είναι, δίχως αμφιβολία, η «Αθηνά σκεπτομένη», που θ’ αποδεικνύει, αδιαλείπτως, το απόφθεγμα του Αντρέ Μαλρώ όταν, «έπλεκε τον ύμνο» της Ακρόπολης και του Παρθενώνα: «Και μια κρυφή Ελλάδα υπάρχει στην καρδιά όλων των ανθρώπων της Δύσης».
Ερμούπολη, 9.7.2018