Του Μαρίνου Σιζόπουλου*
Οι πληροφορίες που θέλουν τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου να προτείνει λύση δύο κρατών ή συνομοσπονδίας δεν θα έπρεπε να προκαλούν έκπληξη. Ήδη από την εποχή του Crans Montana η τουρκική και η τουρκοκυπριακή πλευρά μιλούσαν για σχέδιο Β (αφήνοντας να εννοηθεί ότι αυτή τη λύση θα περιλάμβανε).
Πέραν όμως από το επίπεδο των δημόσιων δηλώσεων ή τις φήμες που αιωρούνται για κάτι τέτοιο, υπάρχουν και οι ίδιες οι προτάσεις και απαιτήσεις της τουρκικής πλευράς στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων που εκδηλώνουν αυτήν ακριβώς την πρόθεση.
Αναφέρομαι φυσικά στις προτάσεις και απαιτήσεις τους για να έχουν οι δύο συνιστώσες πολιτείες αυξημένες αρμοδιότητες και πολιτική ισότητα, να συνάπτουν εμπορικές συμφωνίες κ.ά., καθώς επίσης και την πολύ πρόσφατη πρότασή τους για δημιουργία τεχνικής επιτροπής για τα θέματα του φυσικού αερίου, η οποία προκλητικά κατακερματίζει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Συνεπώς, αν και δεν είναι η πρώτη φορά που ενημερωνόμαστε για αυτές τις προθέσεις της τουρκικής πλευράς, θα πρέπει να προβληματιστούμε για τον λόγο που αυτή η πληροφορία διοχετεύεται σε εμάς ως φήμη από τα κατεχόμενα. Με βάση την εμπειρία του παρελθόντος αντιλαμβανόμαστε πως όλο αυτό εντάσσεται στην προσπάθεια της Τουρκίας να ασκήσει περαιτέρω πιέσεις στη δική μας πλευρά για να πετύχει κάτι καλύτερο ως προς το πλαίσιο βάσει του οποίου θα ξεκινήσει ο διάλογος ή για να εξασφαλίσει περαιτέρω παραχωρήσεις και υποχωρήσεις που θα της επιτρέψουν να υλοποιήσει τους στόχους της.
Οι στόχοι της Τουρκίας είναι γνωστοί αλλά και σταθεροί ήδη από τη δεκαετία του 1950.
Συνεπώς οφείλουμε να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί τόσο ως προς το πώς θα χρησιμοποιηθεί ο χρόνος μέχρι να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση όσο και ως προς το πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτή θα διεξαχθεί. Και αυτό γιατί ενώ η Τουρκία είναι από τη δεκαετία του 1950 σταθερή και ξεκάθαρη στο τι θέλει, εμείς διολισθαίνουμε όλο και περισσότερο στις τουρκικές απαιτήσεις με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε εκούσια ή ακούσια στη διαμόρφωση μίας τουρκικών προδιαγραφών λύσης.
Για να αποφύγουμε περαιτέρω αρνητικές ενέργειες για τη δική μας πλευρά, θα πρέπει να μεταφέρουμε το Κυπριακό σε ένα πιο θετικό πεδίο δράσης. Αυτό θα μπορούσε να γίνει μέσω της αξιοποίησης ισχυρών ψηφισμάτων του ΟΗΕ τα οποία μέχρι σήμερα δεν έτυχαν αξιοποίησης. Ενδεικτικό είναι το ψήφισμα 37/253 του Μαΐου του 1983, στο οποίο, ανάμεσα σε άλλα, προνοείται σύγκληση Διεθνούς Διάσκεψης για το Κυπριακό καθώς και η πλήρης αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων.
Την ίδια στιγμή θα πρέπει μαζί με την Ελλάδα να διαμορφώσουμε μια κοινή πανεθνική πολιτική που να αναβαθμίζει τον γεωστρατηγικό ρόλου της Κύπρου και της Ελλάδας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Ταυτόχρονα, Ελλάδα και Κύπρος θα πρέπει να προχωρήσουν στην άμεση υλοποίηση του ενεργειακού τους προγράμματος και στην προώθηση της κατασκευής του αγωγού EastΜed, η υλοποίηση του οποίου θα θέσει τέρμα στις οποιεσδήποτε τουρκικές επιδιώξεις για κατασκευή αγωγού μέσω Τουρκίας. Τέλος, πρέπει να αυξηθεί η αμυντική αποτρεπτική ισχύ των ενόπλων δυνάμεων των δύο χωρών με την επανενεργοποίηση του δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού χώρου και την αυξημένη αριθμητικά και οπλικά στρατιωτική παρουσία της Ελλάδας στην Κύπρο.
Είναι επιτέλους η στιγμή η Κυπριακή Δημοκρατία να αναλάβει την πρωτοβουλία των κινήσεων και όχι να ακολουθεί τις όποιες εξελίξεις προσπαθούν να διαμορφώσουν η Τουρκία και το κατοχικό καθεστώς.
* Πρόεδρος Κ.Σ. ΕΔΕΚ
Και αν Τουρκία παραβιάσει την “κόκκινη γραμμή”; Θα γίνει πόλεμος από τη Θράκη μέχρι την Κύπρο