Το βαρύ τίμημα του Μνημονίου και η επόμενη μέρα: Η οικονομία αντιμετωπίζει προβλήματα




Του ΑΝΔΡΕΑ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ*

Παρά την έξοδο από το Μνημόνιο η κυπριακή οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. Μετά την απώλεια πλούτου και τη σοβαρή οικονομική συρρίκνωση έχει επέλθει σταθεροποίηση σε απαράδεκτα χαμηλά επίπεδα με ψηλή ανεργία, δημογραφική αιμορραγία, φτώχεια, αύξηση της ανισότητας, κλείσιμο πολλών μικροεπιχειρήσεων και κοινωνικούς αποκλεισμούς.

Εν ολίγοις το τίμημα ήταν/είναι οδυνηρά ψηλό, ενώ οι συνέπειες θα μας ταλανίζουν για χρόνια. Δυστυχώς, το γλωσσικό ατόπημα στη δήλωση του Προέδρου Αναστασιάδη στο Τwitter (από τους συνεργάτες του) για τρία χρόνια σκληρής δουλείας απεικονίζει την πραγματικότητα.

Υπάρχουν σοβαρές ευθύνες στο πολιτικό σύστημα αλλά και στην κοινωνία για την κατάρρευση. Συλλογικά και ατομικά θα πρέπει να αναλογισθούμε τις ευθύνες μας και να προβληματισθούμε για το αύριο. Όμως και η στάση των εταίρων ήταν εγκληματική, καθώς οι αποφάσεις οδήγησαν στη διάλυση και όχι στην εξυγίανση. Το Eurogroup έδρασε με ένα αχρείαστα τιμωρητικό τρόπο και η Κύπρος χρησιμοποιήθηκε ως πειραματόζωο. H φιλοσοφία του κουρέματος/κλοπής καταθέσεων, καθώς και η πώληση των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα έναντι πινακίου φακής οδήγησαν στη δημιουργία σοβαρότερων προβλημάτων.

Μετά την τυπική έξοδο από το Μνημόνιο θα συνεχίζεται για πολλά χρόνια η επιτήρηση για την αποπληρωμή του 75% του δανείου από την Τρόικα καθώς και τα άλλα χρέη. Είναι σημαντικό να αξιολογηθεί γιατί ένα μέρος του ποσού του Μνημονίου, σχεδόν €3 δισεκατομμύρια, δεν έχει εισπραχθεί. Ταυτόχρονα, ήδη η Τρόικα αμφισβητεί κατά πόσον η Κύπρος μπορεί να συμμετέχει στο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για αγορά κρατικών ομολόγων. Αυτό είναι αφενός εκβιαστικό και αφετέρου ανομιμοποίητο, καθώς οι ιδιωτικοποιήσεις για τις οποίες επιμένει η Τρόικα δεν εμπίπτουν στον τομέα της νομισματικής χαλάρωσης. Είναι σημαντικό όπως οι αρμόδιοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι υποδείξουν τεκμηριωμένα στους εταίρους τα αυτονόητα και να μην δρουν ως εντολοδόχοι της Τρόικας.

Επιπρόσθετα, το τραπεζικό σύστημα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να είναι περίπου στο 50% του συνόλου. Είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο να αποπληρωθεί το δημόσιο και το ιδιωτικό χρέος σε συνθήκες ύφεσης και αποπληθωρισμού. Το δημόσιο χρέος παραμένει στο 106,5% του ΑΕΠ, παρά το γεγονός ότι από τα τέλη του 2014 άλλαξε ο τρόπος υπολογισμού του ΑΕΠ με τρόπο που οι δείκτες να φαίνονται καλύτεροι. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονται στο 150% του ΑΕΠ. Με τον προηγούμενο τρόπο υπολογισμού οι δείκτες αυτοί θα ήταν δυσμενέστεροι. Εάν αυτή η αλλαγή/αλχημεία γινόταν ενωρίτερα, ακόμα και η ίδια η Τρόικα δεν θα μπορούσε να πιέσει για κούρεμα/κλοπή καταθέσεων καθώς οι δείκτες θα ήταν διαφορετικοί.

Η Κύπρος είναι success story μόνο όταν συγκριθεί με την Ελλάδα. Δυστυχώς τρία χρόνια μετά η Κύπρος εξακολουθεί να μην έχει όραμα και πυξίδα, ούτε και νέο οικονομικό υπόδειγμα, ενώ επικρατεί μια διαρθρωτική στασιμότητα. Απαιτείται μια νέα οικονομική φιλοσοφία για την έξοδο από την υφιστάμενη υφεσιακή κατάσταση. Είναι καθοριστικής σημασίας η δημιουργία θέσεων απασχόλησης για τη συγκράτηση των νέων που μεταναστεύουν και του πληθυσμού γενικότερα.

Η δημόσια διοίκηση και αρκετοί ημικρατικοί οργανισμοί εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν διαρθρωτικά προβλήματα. Θα πρέπει να γίνουν τομές για εξυγίανση και αναβάθμιση της αποδοτικότητάς τους. Όμως η λύση δεν είναι κατ’ ανάγκην οι ιδιωτικοποιήσεις. Ταυτόχρονα, η κατάσταση στην παιδεία και στην υγεία έχει επηρεασθεί αρνητικά από την πολιτική της σκληρής λιτότητας. Ούτε και στα συνταξιοδοτικά σχέδια ούτε και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση έχουν γίνει ουσιαστικές τομές. Το χειρότερο είναι ότι εξακολουθούν να υπάρχουν αυταρχικές νοοτροπίες, αλαζονεία και ημιμάθεια σε διάφορες εκφάνσεις του δημόσιου βίου ως εάν να μην έχει συμβεί οτιδήποτε. Αξιολογώντας το πώς εξελίχθηκε και κορυφώθηκε η κρίση, αφενός, και πώς έτυχε διαχείρισης, αφετέρου, καθίσταται προφανές ότι το κόστος της ανεπάρκειας είναι βαρύτατο.

Τους τελευταίους μήνες η κυβέρνηση αλλά και άλλοι πολιτικοί παράγοντες εντός και εκτός Κύπρου δημιουργούν υψηλές προσδοκίες για επίλυση του Κυπριακού και για έξοδο από την οικονομική κρίση ως αποτέλεσμα της λύσης. Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ πιο πολύπλοκη. Ούτε είναι ρεαλιστικό να αναμένεται ροή δισεκατομμυρίων από δωρητές για την επίλυση του περιουσιακού.

Επειδή η κρίση είναι και αξιακή απαιτούνται ριζικές αλλαγές. Για να προχωρήσουμε στη σωστή κατεύθυνση απαιτείται ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, καθώς και εμπνευσμένη και αποτελεσματική ηγεσία. Στα πλαίσια των αναγκαίων αλλαγών είναι καθοριστικής σημασίας να μετριασθεί το εγώ και να αποκατασταθεί το μέτρο, η εμπιστοσύνη, η αξιοπιστία, η αυτοπεποίθηση και η αξιοπρέπεια των Κυπρίων.

  • Ο Ανδρέας Θεοφάνους είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: