Η κοινωνία των πολιτών αντιμετωπίζεται ως απειλή από αυταρχικές κυβερνήσεις




Tης Κάρολ Μπόγκερτ * 

Αυταρχικές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο βλέπουν συχνά την κοινωνία των πολιτών ως ισχυρή απειλή για την εξουσία τους. Και φέτος, το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch) έγινε μάρτυρας σφοδρής αντίδρασης εκ μέρους κυβερνήσεων, της σφοδρότερης κατά του ακτιβισμού των πολιτών εδώ και μία γενιά.

Παρουσιάζοντας την ετήσια παγκόσμια έκθεση του Παρατηρητηρίου αυτή την εβδομάδα, ανησυχούμε για την τύχη των ομάδων που δίνουν στους πολίτες τη δυνατότητα να υψώσουν τις φωνές τους για θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος. Η κοινωνία των πολιτών, η οποία μερικές φορές αναφέρεται ως «μη κυβερνητικές οργανώσεις» ή «ΜΚΟ», αποτελεί ουσιαστικό μέρος κάθε δημοκρατίας που αξίζει να λέγεται δημοκρατία.

Τα τελευταία πέντε χρόνια τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έθεσαν τον πήχη ψηλότερα. Η Αραβική Άνοιξη, η επανάσταση του Μαϊντάν στην Ουκρανία και πιο πρόσφατα το κίνημα Occupy Central στο Χονγκ Κονγκ, όλα έδειξαν πώς οι ακτιβιστές μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να ενθαρρύνουν μεγάλο αριθμό ανθρώπων να ενωθεί μαζί τους στους δρόμους. Αυτός είναι ο απόλυτος φόβος κάθε αυταρχικού ηγέτη.

Πολλές χώρες ψηφίζουν νέους νόμους που καθιστούν ευκολότερο το κλείσιμο των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. Η κυβέρνηση της Καμπότζης έχει πλέον την εξουσία να απαγορεύσει ομάδες που «θέτουν σε κίνδυνο την ειρήνη, τη σταθερότητα και τη δημόσια τάξη ή βλάπτουν την εθνική ασφάλεια, την εθνική ενότητα, τον πολιτισμό και τις παραδόσεις της κοινωνίας της Καμπότζης».

Ο Πρόεδρος του Ισημερινού, Ραφαέλ Κορέα έδωσε στην κυβέρνησή του την εξουσία να διαλύει ομάδες που «είναι επικίνδυνες για τη δημόσια τάξη». Στη συνέχεια χρησιμοποίησε αυτή την εξουσία για να απαγορεύσει μια περιβαλλοντική οργάνωση που αντιμαχόταν τη γεώτρηση πετρελαίου στον οικολογικά ευαίσθητο Αμαζόνιο.

Το κοινοβούλιο της Ουγκάντα υιοθέτησε ένα νομοθέτημα το οποίο, εάν μετατραπεί σε νόμο, θα επιτρέπει την επιβολή ποινών φυλάκισης έως τριών ετών στους ηγέτες των ανεξάρτητων οργανώσεων που δεν πληρούν ορισμένες γενικές και απροσδιόριστες «ειδικές υποχρεώσεις», μεταξύ των οποίων το εάν συμμετέχουν σε οποιαδήποτε ενέργεια που είναι «επιζήμια για τα συμφέροντα της Ουγκάντα ή την αξιοπρέπεια του λαού της Ουγκάντα».

Η Κίνα θέσπισε σειρά νόμων για την κρατική ασφάλεια, την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας που ταυτίζουν την ειρηνική κριτική με απειλές για την εθνική ασφάλεια.

Πολλές χώρες είναι πολύ φτωχές για να έχουν μια δεξαμενή δωρητών για την υποστήριξη των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. Όταν αυτές οι οργανώσεις ασκούν δικαιολογημένα το δικαίωμά τους να αναζητήσουν υποστήριξη στο εξωτερικό, ορισμένες κυβερνήσεις έχουν προσπαθήσει να κόψουν τις ξένες πηγές χρηματοδότησής τους.

Η Ινδία, παρά τις δημοκρατικές της παραδόσεις, εφαρμόζει εδώ και πολύ καιρό την τεχνική αυτή μέσα από την Κανονιστική Πράξη για την Εξωτερική Συνεισφορά, που απαιτεί κυβερνητική έγκριση πριν κάθε πολιτική οργάνωση λάβει συνεισφορά από το εξωτερικό. Υπό τον πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν ιδιαίτερα θυματοποιηθεί εξαιτίας ενεργειών που θεωρούνται απειλητικές για τα επίσημα αναπτυξιακά σχέδια.

Η Ρωσία έχει εφαρμόσει τέτοιους περιορισμούς επιθετικά – στοχοποιώντας πρώτα ρωσικές οργανώσεις που δέχονται εισφορές από το εξωτερικό ως «ξένους πράκτορες» (που στα ρωσικά έχει τη δυσάρεστη χροιά του «προδότη» ή «κατασκόπου»), στη συνέχεια απαγορεύοντας συγκεκριμένους δωρητές ως «ανεπιθύμητους ξένους οργανισμούς» με ποινικές κυρώσεις που επιβάλλονται σε όποιον συνεργάζεται μαζί τους.

Άλλα πρώην σοβιετικά κράτη τώρα μιμούνται τη Ρωσία. Το κοινοβούλιο του Κιργιστάν μελετά τον δικό του νόμο για τους «ξένους πράκτορες», που είναι δανεισμένος σε μεγάλο βαθμό από τον αντίστοιχο της Ρωσίας. Το Αζερμπαϊτζάν άρχισε μια ποινική έρευνα για ορισμένους από τους πλέον εξέχοντες ξένους χορηγούς, πάγωσε τους τραπεζικούς λογαριασμούς των δεκάδων υποτρόφων τους και φυλάκισε σημαντικούς βετεράνους του κινήματος για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

«Πώς τολμούν οι εν λόγω ξένοι να “παρεμβαίνουν” στις εσωτερικές μας υποθέσεις!» λένε οι αυταρχικοί ηγέτες. Ωστόσο, οι ίδιοι συχνά προωθούν τις ξένες επενδύσεις και τις ξένες εμπορικές συμφωνίες. Και ξοδεύουν εκατομμύρια σε λομπίστες ή εταιρείες δημοσίων σχέσεων στις δυτικές πρωτεύουσες για να εξωραΐζουν τη δική τους εικόνα.
Στο μεταξύ, ορισμένες κυβερνήσεις χρησιμοποιούν ασαφή γλώσσα για την τρομοκρατία για να εκτρέψουν την κριτική για την καταστολή που επιχειρούν κατά της κοινωνίας των πολιτών.

Ο Αιγύπτιος Πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι έχει άδικα συνδέσει αμέτρητους ακτιβιστές με την τρομοκρατία, οι οποίοι στη συνέχεια βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν. Δύο οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Κένυας που είχαν τεκμηριώσει καταχρήσεις των δυνάμεων ασφαλείας κατά τη διάρκεια αντιτρομοκρατικών επιχειρήσεων, στη συνέχεια τοποθετήθηκαν οι ίδιες σε κατάλογο υπόπτων για τρομοκρατία. Οι οργανώσεις χρειάστηκε να πάνε στο δικαστήριο για να βρουν ένα δικαστή να τις απαλλάξει από οποιαδήποτε σύνδεση με την τρομοκρατία και να ξεπαγώσει τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς.

Όταν τα μέσα ενημέρωσης φιμώνονται, όπως συμβαίνει συχνά σε αυταρχικές χώρες, η κοινωνία των πολιτών συχνά είναι ο μόνος παράγοντας που απομένει με την ικανότητα να πιέσει τους κρατικούς αξιωματούχους να υπηρετούν τους πολίτες τους και όχι τους εαυτούς τους. Καθώς βρισκόμαστε στις πρώτες εβδομάδες του 2016, οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο χρειάζεται να σκέφτονται πώς να υποστηρίξουν την κοινωνία των πολιτών και όχι πώς να την υπονομεύσουν.

* Η Κάρολ Μπόγκερτ είναι αναπληρώτρια εκτελεστική διευθύντρια του Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Human Rights Watch).

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: