Ο παράγων ασφάλεια στη λύση του Κυπριακού




Του Χρήστου Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών

Τα κράτη μέλη του διεθνούς συστήματος έχουν ορισμένους στρατηγικούς στόχους, ανεξάρτητα αν αυτοί είναι μακροχρόνιοι ή βραχυπρόθεσμοι, έχουν συνοχή ή είναι αντιφατικοί.

Με αυτό τον τρόπο, το εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον μίας χώρας δημιουργεί διάφορες απαιτήσεις και είναι η πηγή προκλήσεων και ευκαιριών για την πραγματοποίηση των στόχων και των επιδιώξεων του κράτους. Η στρατηγική της προσαρμογής, που επιλέγει ένα κράτος, αποτελεί την απόδειξη για το πως οι εθνικές δομές εξουσίας προσαρμόζονται στην αλληλεξάρτηση του εθνικού και διεθνούς συστήματος. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τα κράτη λειτουργούν ως προσαρμοζόμενες οντότητες που προσπαθούν με την εξωτερική τους πολιτική καθώς επίσης και με την πολιτική ασφάλειας που διαμορφώνουν να διατηρήσουν τις βασικές δομές τους, δηλαδή τα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά τους χαρακτηριστικά σε αποδεκτά όρια.

Τα πιο πάνω συνιστούν την πεμπτουσία για την διαμόρφωση αυτού που στις στρατηγικές σπουδές ονομάζεται Υψηλή Στρατηγική (Grand Strategy). Με άλλα λόγια, η υψηλή στρατηγική θέτει ιεραρχημένους στόχους λαμβάνοντας υπόψη το διεθνές περιβάλλον και την επιθυμητή θέση μίας χώρας με σκοπό να κινητοποιήσει το ευρύτερο εθνικό δυναμικό και τους πόρους του κράτους προκειμένου να επιτύχει τρεις βασικούς στόχους, α) σταθερότητα, β) ευημερία και γ) ασφάλεια. Αυτοί είναι και οι βασικοί στόχοι τους οποίους θα πρέπει να ικανοποιεί η λύση του κυπριακού για τους κατοίκους της νήσου. Σε όλα τα κράτη, από τους τρεις στόχους, προτεραιότητα έχει πάντοτε αυτός της ασφάλειας.

To γεγονός ότι η Τουρκία αρνείται να αγγίξει επί της ουσίας την πτυχή της ασφάλειας αποδεικνύει ότι η πτυχή αυτή αποτελεί το πιο ακανθώδες ζήτημα στη λύση του προβλήματος. Ο βασικός λόγος της τουρκικής άρνησης έχει να κάνει με την διαμόρφωση της υψηλής στρατηγικής στο Κυπριακό, ήδη από τη δεκαετία του 1950, όταν ο σχεδιασμός της στηρίχθηκε στην αντίληψη ότι το Κυπριακό είναι πρωτίστως για την Τουρκία θέμα ασφαλείας. Αυτό το στόχο επεδίωξε πρωτίστως να ικανοποιήσει με την εισβολή το 1974, κατά την οποία απεκόμισε ισχυρά πλεονεκτήματα, και αυτό το στόχο θέλει να υλοποιήσει μέσα από μία λύση. Γι’ αυτό εξαντλεί τον διάλογο στις άλλες πτυχές και αφήνει τελευταία αυτή της ασφάλειας.

Είναι πολύ σημαντικό για την ελληνική πλευρά, προκειμένου να αποφύγει τις παγίδες του παρελθόντος, να λάβει υπόψιν τις πρόνοιες του σχεδίου Ανάν 5 στο ζωτικής σημασίας θέμα της ασφάλειας. Οι πρόνοιες εκείνες προκάλεσαν και συνεχίζουν να προκαλούν σοβαρότατους προβληματισμούς που κανείς δεν μπορεί πλέον να παραβλέψει, αφού ο παράγων ασφάλεια έπαιξε τον πιο καθοριστικό ρόλο στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος εντός της ελληνικής πλευράς.

Περιληπτικά, τα βασικά ζητήματα στον ευαίσθητο τομέα της ασφάλειας, τα οποία περιελαμβάνοντο στο Σχέδιο Ανάν και που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής σε όποια νέα διαπραγμάτευση η οποία θα καταλήγει σε ένα νέο σχέδιο είναι:

Η Τουρκία κέκτητο του δικαιώματος, βάσει του Σχεδίου Ανάν, να διατηρεί στρατεύματα στο νησί επ’ άπειρον.

Η Τουρκία μπορούσε να διατηρεί εγγυητικά και επεμβατικά δικαιώματα και στο ελληνικό συνιστών κράτος και αρνείται την τροποποίηση της Συνθήκης Εγγυήσεως άρα με αυτό τον τρόπο δεν ικανοποιείται η απαίτηση της ελληνικής πλευράς για αποτροπή της δυνατότητας μονομερούς επέμβασης των εγγυητριών δυνάμεων.

Το Σχέδιο έδιδε στην Τουρκία το δικαίωμα να χρησιμοποιούν τα πολεμικά της αεροσκάφη τον εναέριο χώρο της Κύπρου χωρίς τη προηγούμενη συγκατάθεση της κυβέρνησης.

Σε ότι αφορά τον τομέα της έρευνας και της διάσωσης, η Τουρκία είχε το δικαίωμα αεροναυτικής παρουσίας στο Κυπριακό εναέριο και θαλάσσιο χώρο, χωρίς τη συγκατάθεση της κυβέρνησης.

Απαιτείτο η συγκατάθεση της Τουρκίας για να διαθέσει η Κύπρος το έδαφός της για σκοπούς διεθνών στρατιωτικών επιχειρήσεων.

Το Σχέδιο προέβλεπε αποστρατιωτικοποίηση της Κύπρου και παραμονή μεγάλου αριθμού τουρκικών στρατευμάτων για μακρά χρονική περίοδο. Παράλληλα, η Εθνική Φρουρά διελύετο και το νέο κράτος που προέκυπτε δεν θα είχε ένοπλες δυνάμεις και κατ΄ επέκταση θα είχε απολέσει το δικαίωμα αυτοάμυνας.

Η Τουρκία απαιτούσε να δεσμευθούν μεγάλες εκτάσεις για τις ανάγκες του στρατιωτικού αποσπάσματός της που θα παρέμεινε στην Κύπρο. Το θέμα μέσω του σχεδίου Ανάν παρεπέμπετο σε μελλοντική διευθέτηση παραμένοντας ασαφές, με αποτέλεσμα να δημιουργούντο σοβαρότατοι προβληματισμοί, σε σχέση με την επιστροφή περιουσιών και προσφύγων.

Η Τουρκία δεν απεδέχθη την άμεση μεταβίβαση κάτω από την Διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών, των εδαφών που θα επιστραφούν στους ελληνοκυπρίους.

Τέλος, το Σχέδιο αδυνατούσε να δώσει αυξημένες αρμοδιότητες στην δύναμη των Ηνωμένων Εθνών που θα επιτηρούσε την εφαρμογή των διατάξεων του Σχεδίου ώστε να υπάρχει η δυνατότητα και η εξουσία άμεσης επίβλεψης της εφαρμογής και επιβολής των προβλεπομένων.

Κατά τις συζητήσεις που προηγήθηκαν της περιόδου του δημοψηφίσματος, τα πιο πάνω, κατεγράφησαν ως τα πλέον ευαίσθητα σημεία ασφαλείας και προκάλεσαν σοβαρότατους ενδοιασμούς στην ελληνική πλευρά σε σχέση με τα κυριαρχικά δικαιώματα του νέου κράτους. Θα πρέπει, ένα νέο σχέδιο λύσης να είναι ισορροπημένο στα θέματα ασφαλείας και να μην προκαλεί το συμπέρασμα ανάμεσα στους Έλληνες, ότι η Κύπρος θα βρίσκεται μονίμως υπό την στρατηγική κηδεμονία της Τουρκίας. Με άλλα λόγια, ένα νέο σχέδιο επίλυσης θα πρέπει να παράγει ψυχολογία ασφάλειας στην ελληνική πλευρά γιατί σε αντίθετη περίπτωση θα υπάρξει επανάληψη του παρελθόντος, με εξαιρετικά δυσμενείς επιπτώσεις για τις προοπτικές αποδοχής ενός βιώσιμου σχεδίου λύσης.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: