Τουρκία: Έρωτας και μίσος για τον Ταγίπ Ερντογάν




Της ΑΝΝΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ – CNA-Κυπριακό Πρακτορείο

Ο Ταγίπ Ερντογάν είναι από τους πολιτικούς της Τουρκίας που προκαλεί μεγάλο μίσος αλλά και μεγάλη αγάπη στο λαό. Κατάφερε ωστόσο σε κάθε εκλογική διαμάχη να αυξήσει τις ψήφους του, διαψεύδοντας αυτούς που προέβλεπαν ότι σβήνει σιγά σιγά το αστέρι του. Η πολιτική επιστήμονας του Πανεπιστημίου Ανατολικής Μεσογείου της Άγκυρας (ODTU) Αϊσιέ Αγιατά λέει ότι “υπάρχουν αυτοί που τον αγαπούν πολύ και αυτοί που τον μισούν πολύ και αυτό είναι επικίνδυνο”.

Ωστόσο ο πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Γκαζί Χουσεϊν Γιαϊμάν λέει ότι “ναι, μεταξύ του λαού υπάρχει σχέση μίσους και έρωτα αλλά αυτή η σχέση ωφελεί τον Ερντογάν”.

Ο Ταγίπ Ερντογάν γεννήθηκε το 1954, στο Κασίμπασα της Κωνσταντινούπολης, μια από τις πιο φτωχές συνοικίες της πόλης. Κατάγεται από μια οικογένεια η οποία προέρχεται από την Ανατολία, ο πατέρας του ήταν καπετάνιος και η μητέρα του οικοκυρά. Με υποτροφία μπήκε στο λύκειο Ιμάμηδων Κωνσταντινούπολης. Εκείνη την περίοδο άρχισε να ασχολείται με την πολιτική. Είχε πάθος με το ποδόσφαιρο αλλά ο πατέρας του δεν ήθελε να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Οι φίλοι του τον έλεγαν “Ιμάμη Μπέκενμποερ” εμπνεόμενοι από τον Γερμανό ποδοσφαιριστή Μπεκενπόερ”. Έπαιζε ποδόσφαιρο σε διάφορες ομάδες. Το 1973 τελείωσε το λύκειο Ιμάμηδων και το 1981 αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Μαρμαρά στο τμήμα Οικονομικών και Διοίκησης. Το 1978 παντρεύτηκε την Εμινέ Γκιουλμπαράν από την πόλη Σιίρτ της Τουρκίας και μαζί της απέκτησε τέσσερα παιδιά, δύο αγόρια και δύο κορίτσια.

Στην πολιτική μπήκε δίπλα στον ισλαμιστή ηγέτη Νετσμεντίν Ερμπακάν, ως πρόεδρος της νεολαίας του Κόμματος Εθνικής Σωτηρίας (MSP). Στα 22 χρόνια ήταν πρόεδρος της Νεολαίας Νέων του κόμματος στην Κωνσταντινούπολη. Μετά το 1980 μετά το πραξικόπημα του απαγορεύτηκε η ανάμειξη στην πολιτική γι’ αυτό και δούλεψε στον ιδιωτικό τομέα. Το 1982 με την άρση της απαγόρευσης ανέλαβε καθήκοντα στο Κόμμα Ευημερίας (Refah Partisi) το οποίο ήταν συνέχεια του (MSP). Έγινε επαρχιακός γραμματέας του κόμματος. Το 1987 ήταν για πρώτη φορά υποψήφιος βουλευτής αλλά δεν κατάφερε να εκλεγεί. Το 1991 παρόλο που εκλέγηκε βουλευτής δεν κατάφερε να μπει στη Βουλή λόγω της ένστασης από το δεύτερο υποψήφιο.

Το 1994 εκλέγηκε Δήμαρχος Κωνσταντινούπολης και παρέμεινε στη θέση αυτή για 4,5 χρόνια. Στις 12 Δεκεμβρίου του 1997 επειδή διάβασε ένα ποίημα στην πόλη Σιίρτ αποκλείστηκε από την πολιτική: “Οι μιναρέδες είναι ξιφολόγχες, οι θόλοι κράνη, τα τζαμιά είναι οι στρατιωτικοί μας στρατώνες, οι πιστοί στρατιώτες, αυτός ο ιερός στρατός περιμένει τη θρησκεία, ο Αλλάχ είναι Μεγάλος, ο Αλλάχ είναι Μεγάλος”. Αυτό ήταν το ποίημα που απήγγειλε ο Ταγίπ Ερντογάν. Το δικαστήριο Ντιγιάρμπακιρ ξεκίνησε δίκη εναντίον του με την κατηγορία “πρόκλησης μίσους και έχθρας” ανάμεσα στο λαό, χρησιμοποιώντας τη θρησκεία και τη διαφορετικότητα. Καταδικάστηκε και παρέμεινε στη φυλακή για ένα χρόνο.

Με το κλείσιμο του Κόμματος Ευημερίας το 1998 με την κατηγορία για δραστηριότητες εναντίον του κοσμικού κράτους, ιδρύθηκε το Κόμμα της Αρετής (Fazilet Partisi) το οποίο έκλεισε επίσης το 2001 για τους ίδιους λόγους. Ο Ταγίπ Ερντογάν, βγαίνοντας από τη φυλακή ετοιμάστηκε για την ίδρυση ενός νέου κόμματος και πήρε κοντά τους τον Αμπντουλάχ Γκιουλ, τον Μπουλέντ Αρίντς, τον Αμπντουλατίφ Σενέρ, τον Τσεμίλ Τσιτσέκ, τον Αμπντουλκαντίρ Ακσού και τον Χαγιατί Γιαζιτζί. Χαρακτηρίστηκαν νεωτεριστές και ίδρυσαν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) το 2001. Στο κόμμα υπήρχαν ακόμη και πρώην στελέχη του Κόμματος Μητέρας Πατρίδας (ANAP) του Τουργκούτ Οζάλ.

Στις 16 Αυγούστου του 2001 ο Ταγίπ Ερντογάν εκλέγηκε πρόεδρος του κόμματος. Στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου του 2002 το AKP ήρθε στην εξουσία με ποσοστό 34,29%. Επειδή ο Ερντογάν δεν ήταν βουλευτής την πρωθυπουργία της 58ης κυβέρνησης ανέλαβε ο Αμπντουλάχ Γκιουλ. Με τη στήριξη του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) έγινε τροποποίηση του συντάγματος και ο Ερντογάν εκλέγηκε βουλευτής στην πόλη Σιίρτ. Ανέλαβε πρωθυπουργός παρόλο που γι’ αυτόν λεγόταν ότι “δεν μπορεί να γίνει ούτε κοινοτάρχης”.

Ο Ταγίπ Ερντογάν συνέχισε την πολιτική οικονομικών μεταρρυθμίσεων που είχε ξεκινήσει ο Κεμάλ Ντερβίς όταν κλήθηκε στην Τουρκία από τον Μπουλέντ Ετζεβίτ για να σώσει τη χώρα από την οικονομική κατάρρευση. Στήριξε την προοπτική της ΕΕ, κέρδισε πόντους για τις επενδύσεις που έκανε στην παιδεία, τις συγκοινωνίες και τον τομέα της υγείας. Στις γενικές εκλογές του 2007 παρά τις συζητήσεις γύρω από το θέμα της κοσμικότητας του κράτους και του ρόλου του στρατού, ο Ταγίπ Ερντογάν αύξησε τις ψήφους του στο 47%. Η κυβέρνησή του ήρθε αντιμέτωπη με το στρατό παραμονές τις εκλογές όταν ο στρατός εξέδωσε “ηλεκτρονικό υπόμνημα” εναντίον του. Ο Ερντογάν πήρε τη στήριξη της ΕΕ και τα εύσημα της διεθνούς κοινότητας επειδή τα έβαλε με το στρατό και κέρδισε τον τίτλο του `ισχυρού ηγέτη` της χώρας και της περιοχής. Οι μεταρρυθμίσεις συνεχίζονταν και ο Ερντογάν είχε δίπλα του όχι μόνο τον τουρκικό λαό αλλά και τους λαούς της περιοχής, την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Είχε ενεργό ρόλο στην εξωτερική πολιτική, στήριξε τη λύση στην Κύπρο αποδεχόμενος το σχέδιο Ανάν, ωστόσο δεν υποχώρησε από τη διαμάχη του με το Ισραήλ. Στο Νταβός προκλήθηκε η κρίση του “ενός λεπτού” με τον Πρόεδρο του Ισραήλ Σιμόν Πέρες και στήριξε την αραβική άνοιξη στις χώρες της Μέσης Ανατολής και τη Βόρεια Αφρική.

Στις εκλογές της 12ης Ιουνίου του 2011 το ΑΚΡ έλαβε 49,8%. Ο Ερντογάν μετά τον Αντνάν Μεντερές ήταν ο δεύτερος πολιτικός στην ιστορία της Τουρκίας που κατάφερε να εκλεγεί για τρεις συνεχόμενες θητείες. Την τρίτη του θητεία ο Ερντογάν την ονόμασε “περίοδο μαεστρίας”. Το 2012 ξεκίνησε τη διαδικασία επίλυσης του Κουρδικού και εγκαινίασε συνομιλίες με τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν, ο οποίος βρίσκεται στη φυλακή του Ιμραλί. Ωστόσο η ένταση εντός της Τουρκίας άρχισε να αυξάνεται. Το 2013 σημάδεψαν οι διαδηλώσεις για το πάρκο Γκεζί. Οι διαμαρτυρίες ξεκίνησαν από μια ομάδα στην Κωνσταντινούπολη που αντιδρούσε στο κόψιμο των δέντρων στο πάρκο Γκεζί και ο Ερντογάν βρέθηκε απέναντι στην οργή του λαού. Χαρακτήρισε τους διαδηλωτές `λαφυραγωγούς` και τήρησε σκληρή στάση. Σε ολόκληρη την Τουρκία έγιναν διαδηλώσεις εναντίον του.

Στις 17 Δεκεμβρίου με την επιχείρηση σύλληψης τριών υιών Υπουργών του για σκάνδαλα διαφθοράς η ένταση πήρε άλλη τροπή. Ξεκίνησε έντονη διαμάχη μεταξύ Ερντογάν και του κινήματος Φετουλάχ Γκιουλέν, του πανίσχυρου εξόριστου θρησκευτικού ηγέτη στην Πελσυνβανία των ΗΠΑ, ο οποίος ήταν σύμμαχός του μέχρι τότε στην κυβέρνηση. Ο Ερντογάν κατηγόρησε το κίνημα Φετουλάχ Γκιουλέν ότι αποτελεί μια δομή “παράλληλου κράτους` και ξεκίνησε προσπάθεια εξόντωσής του. Οι αντιδράσεις εναντίον του Ερντογάν μέσω Facebook και Twitter αυξήθηκαν και παραμονές των δημοτικών εκλογών της 30ης Μαρτίου έκλεισε το Twitter. Τελικά κέρδισε και τις εκλογές της 30ης Μαρτίου. Παρά τη μεγάλη πόλωση ο Ταγίπ Ερντογάν υπέβαλε στη συνέχεια υποψηφιότητα για τις προεδρικές εκλογές, υποσχόμενος ότι “θα είναι ο πρόεδρος της Νέας Τουρκίας και θα αγκαλιάσει όλους”.

 “Σήμερα στην Τουρκία δεν υπάρχει μόνο ένταση λόγω του πολέμου μεταξύ Ερντογάν και παράλληλης δομής. Η Τουρκία έχει μοιραστεί στα δυο μεταξύ αυτών που μισούν τον Ερντογάν και αυτών που τον αγαπούν. Ο Ερντογάν είναι σε κατάσταση πολέμου με την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Προσπαθεί να ιδρύσει τη Νέα Τουρκία. Όλοι μαζί θα δούμε τη Νέα Τουρκία”, είπε στη δημοσιογράφο Χιλάλ Κοϊλού, που ετοίμασε το βιογραφικό του Ταγίπ Ερντογάν, η Αϊσιέ Αγιάτα του Πανεπιστημίου ODTU. “Επειδή είναι ένας άνθρωπος που κινείται μόνος του δεν βλέπει τα δικά του λάθη. Υπάρχουν αυτοί που τον αγαπούν πολύ και αυτοί που τον μισούν πολύ”, είπε η Αϊσιέ Αγιάτα και πρόσθεσε ότι στον Ερντογάν αρέσει να παίζει με τα άκρα, δεν τον αγαπούν οι μορφωμένες γυναίκες της μεσαίας τάξης αλλά οι γυναίκες που τον βλέπουν ως προστάτη τους. Ωστόσο, σύμφωνα με την Αϊσιέ Αγιατά, και αυτές οι γυναίκες πολύ σύντομα μπορεί να τον μισήσουν και αυτό τον κίνδυνο δεν τον βλέπει ο Ερντογάν. Πιστεύει ότι όσο περνά ο καιρός η Τουρκία γίνεται πιο αυταρχική χώρα γι’ αυτό και αυτοί που θέλουν αλλαγή δεν θα τον ψηφίσουν στις προεδρικές εκλογές. Πιστεύει ότι θα υπάρξει και δεύτερος γύρος για τις προεδρικές εκλογές.

Από την άλλη ο καθηγητής Χουσεϊν Γιαϊμάν του Πανεπιστημίου Γκαζί είπε στη δημοσιογράφο Χιλάλ Κιοϊλού ότι για την πόλωση έχει θεωρηθεί υπεύθυνος προσωπικά ο Ερντογάν. Στο λαό υπάρχει `μίσος και έρωτας` για τον Ερντογάν αλλά τελικά θα κερδίσει ο έρωτας. Εκτιμά ότι ο Ταγίπ Ερντογάν θα εκλεγεί από τον πρώτο γύρο, λέγοντας ότι “η ελίτ μπορεί να τον μισά αλλά ο λαός είναι ερωτευμένος με τον Ερντογάν, έχει την ισχυρή στήριξη του λαού”.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: