Τα νοσοκομεία και τα ιδρύματα, τελικά αποτελούν “αποθήκες ψυχών”: Παιδιά εγκαταλείπουν τους γονείς




Της ΕΛΛΗΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ

Tις προάλλες  έτυχε, να επισκεφτώ ένα ιδιωτικό νοσοκομείο. Δεν έχει καμία σήμασία το που, ούτε το ποιο, γιατί προς Θεού, καμία ευθύνη δε φέρει ο χώρος και ο τόπος.

Κάποια στιγμή, λοιπόν, ακούστηκαν ουρλιαχτά από  το απέναντι δωμάτιο. Οι φωνές, προήλθαν από μία γιαγιά η οποία ζει έγκλειστη, εδώ και 7, 5 χρόνια στο συγκεκριμένο νοσοκομείο, εγκαταλελειμένη από τα τέσσερα παιδιά της. Η συγκεκριμένη κυρία, σπάραζε και ο λόγος ήταν, γιατί ζητούσε συντροφιά. Παρακαλούσε να καθίσουμε δίπλα της.  Ήθελε απλά να κουβεντιάζουμε.  Να σπάει η “σιωπή” της μοναξιάς και της εγκατάλειψης. Αυτή του εγκλεισμού.

Για 7,5 ολόκληρα χρόνια, η συγκεκριμένη γυναίκα,  δεν έχει δει τον ήλιο, το  φως, το φεγγάρι, τη  θάλασσα. Δεν έχει μυρίσει ένα λουλούδι, δεν έχει γευτεί σπιτικό φαγητό, δεν έχει ακούσει ένα κελαήδημα πουλιών, δεν έχει ακούσει ένα συγνώμη, ένα ευχαριστώ, ένα σ’ αγαπώ! Υπάρχει, δε ζει  απλά σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου, σε ένα μέρος με μικρόβια και λοιμώξεις, αφού στους συγκεκριμένους χώρους συνηθίζεται να νοσηλεύονται άνθρωποι με προβλήματα υγείας και όχι άνθρωποι, που “βρέθηκαν στο δρόμο”…

Η εν λόγω κυρία, δεν έχει βιώσει κανένα απολύτως συναίσθημα, εκτός από αυτό της μοναξιάς, της εγκατάλειψης και της απόρριψης… με πρόφαση ότι πάσχει από άνοια και δεν καταλαβαίνει… Μόνο που η μνήμη μπορεί να ξεθωριάζει, αλλά η καρδιά ποτέ…

Αρκετοί, πετούν και παρατούν γονείς σε νοσοκομεία, γηροκομεία ή με φροντίστριες από άλλες χώρες, χωρίς καμιά γλώσσα επικοινωνίας, όπου τους χτυπούν, τους κλέβουν, τους αφήνουν χωρίς φαγητό και με μια ελάχιστη σύνταξη που φτάνει μόνο για ψωμί και για γάλα και ούτε καν για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Φαίνεται πως έχουμε ξεχάσει το  ποιος μας έμαθε τις πρώτες μας λέξεις, τα πρώτα μας  βήματα, το νερό, το φως, το σκοτάδι…  Έχουμε ξεχάσει, ποιος ξενυχτούσε στο προσκεφάλι μας  και μάζευε τα δάκρυα και τον ιδρώτα και ας έσπαγε η καρδιά του. Ποιος μας  άλλαζε τις πάνες, ποιος ήταν αυτός που έλεγε πως δεν πεινούσε γιατί δεν έφτανε η πίττα, ποιος ήταν αυτός που όλα τα δεν μπορώ, τα  μετέτρεπε σε μπορώ… Κι ας έκαναν κι αυτοί τα λάθη τους, που ίσως και για κάποιους να ήταν και πολλά…

Σήμερα οι περισσότεροι ηλικιωμένοι, βρίσκονται στην γωνία, χωρίς καμία χρησιμότητα. Χωρίς ένα τηλέφωνο για καλημέρα… Δεν το χωράει ο νους αλλά και η καρδιά, το πως τα ίδια τα παιδιά, πετούν και φυλακίζουν τους γονείς τους στα νοσοκομεία, χωρίς οι άνθρωποι να νοσούν…

Έχουμε συνηθίσει να πετάμε τους ανθρώπους, όταν δεν μας είναι πια χρήσιμοι… να τους πετάμε στους “κάδους των αχρήστων” και τα νοσοκομεία και τα ιδρύματα να έχουν καταντήσει αποθήκες ψυχών, για όσους κάποτε μας πρόσφεραν και σήμερα για μας αποτελούν θηλιά στο λαιμό.. Ξεχνώντας  βέβαια, πως το ταμείο, βρίσκεται στο τέλος και πως όλοι θα περάσουμε απ’ αυτό….

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: