Ποια έπρεπε να είναι η επιχειρηματολογία της Ελλάδας για την Τουρκία στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, στη Μαδρίτη

Οικογενειακή φωτογραφία από τη σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη. ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ




Του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΔΡΙΒΑ*, Διεθνολόγου, Capital

Το ΝΑΤΟ δεν είναι πλέον αυτό που ήταν μέχρι και τις 23 Φεβρουαρίου 2022. Οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι πολυμερείς οργανισμοί όπως είναι το Βορειοατλαντικό Σύμφωνο, εξελίσσονται καθώς ακολουθούν την ίδια την εξέλιξη της διεθνούς πολιτικής.

Αν η διεθνής πολιτική είναι το σύνολο, τότε το ΝΑΤΟ είναι υποσύνολο αυτής και έτσι είναι κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του κόσμου του οποίου ζούμε και αυτός ήταν έτσι και αλλιώς πολύ διαφορετικός από ό,τι ήταν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Σήμερα, ο επιταχυντής των εξελίξεων είναι ο πόλεμος της Ουκρανίας.

Οι χώρες που έχουν στο νου τους όσα είχε και έχει ο Πούτιν, “εμπνέονται” ή έστω σκέφτονται από τέτοιους πολέμους. Οι άλλες χώρες που σκέφτονται σαν την Ουκρανία, (διατήρηση του status quo) προσπαθούν να αποφύγουν έναν προληπτικό πόλεμο εναντίον τους και άρα να αποφύγουν ένα μέλλον που θα μοιάζει με το ζοφερό παρόν που ζει ο ουκρανικός λαός.

  • Στο ΝΑΤΟ υπάρχει μια “Ρωσία” η οποία μάλιστα εδώ και 12 έτη χτίζει το δικό της όραμα. Ενώ ο Πούτιν έχτιζε τον “ρωσικό κόσμο” όπως εκείνος τον θεωρεί, ο Ερντογάν έβλεπε και βλέπει τον εαυτό του ως Σουλτάνο. Μια τελείως παράταιρη συνθήκη για κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ.

Εντός του ΝΑΤΟ λαμβάνει χώρα η ελληνοτουρκική διένεξη. Για να το θέσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια, η Ελλάδα είναι με βάση το ΝΑΤΟ σύμμαχος με την Τουρκία. Η Άγκυρα επιβουλεύεται την ελληνική κυριαρχία και την ελληνική εδαφική ακεραιότητα.

Ήμασταν και οι δύο χώρες στο ΝΑΤΟ όταν ξεκίνησαν οι μεγάλες εντάσεις, όταν αυτές κατέληξαν στη βάρβαρη εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο, όταν έγιναν οι κρίσεις του 1987 και 1996, και βέβαια, όταν ένα χρόνο πριν (1995) η Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας ψήφισε το casus belli εναντίον κάθε απόπειρας της Ελλάδας να ασκήσει το κυριαρχικό της δικαίωμα για επέκταση στα 12 ν.μ.

Σήμερα η Τουρκία, βλέπει στην Ελλάδα μια προσεγμένη απόπειρα για να υλοποιήσει κάποια στιγμή αυτό που για την Άγκυρα είναι αδιανόητο. Η επέκταση στα 12 ν.μ. είναι νόμιμο δικαίωμα (αναφαίρετο) για την Ελλάδα, όπως είναι επίσης και αναγκαίο κάποια στιγμή στο μέλλον να δοθεί τέλος σε μια ανωμαλία (σωστό παραλογισμό) του Διεθνούς Δικαίου ώστε άλλα να είναι τα μίλια στη Θάλασσα και άλλα στον Αέρα (παγκόσμια πρωτοτυπία).

Η επιθετικότητα της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας οφείλει να εξεταστεί σε αρκετά επίπεδα. Ο εσωτερικός παράγοντας είναι υπαρκτός ειδικά όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές στη γειτονική χώρα, ωστόσο η Ελλάδα δεν μπορεί να επηρεάσει αυτόν τον παράγοντα. Δεν μπορεί η Ελλάδα να μειώσει ούτε το εθνικιστικό κλίμα, ούτε την πλειοδοσία επί του εθνικισμού αλλά ούτε και να μειώσει την οικονομική αιμορραγία της Τουρκίας.

Η μέθοδος με την οποία οφείλει να εξετάζει η Ελλάδα τα ελληνοτουρκικά, έχει ανάγκη τον διαχωρισμό των παραγόντων με βάση την ίδια της την επιρροή πάνω σε αυτούς. Οποιαδήποτε “προτίμηση” σε πολιτική προσωπικότητα στην Τουρκία είναι οριακά αφελής, καθώς οι πολιτικο-κοινωνικές συνθήκες στην Τουρκία δημιουργούν ένα πλαίσιο σε κάθε επίδοξο ηγέτη στην Τουρκία.

Συνολικά, το τουρκικό πολιτικό σύστημα δεν αντέχει “εθνικές ήττες”, επομένως η προσφυγή στο καταφύγιο του ακραίου εθνικισμού θα είναι πάντα ελκυστική στη γειτονική χώρα, μέχρι να έρθει τουλάχιστον μια τέτοια αλλαγή στην εξωτερική πολιτική ώστε να αναγκάσει το τουρκικό πολιτικό σύστημα να απορρίψει από μόνο του τον εθνικισμό.

Με άλλα λόγια, ο παράγοντας “τουρκικό πολιτικό σύστημα” δεν επηρεάζεται από την Ελλάδα στο βαθμό που να μπορεί η Αθήνα να περιμένει θετικές εξελίξεις από μια διαφορετική κυβέρνηση στην Τουρκία. Ωστόσο, η Ελλάδα οφείλει να έχει υπόψιν της μια πτυχή της εσωτερικής πολιτικής της Τουρκίας η οποία επηρεάζει τα ελληνοτουρκικά. Αυτή η πτυχή είναι ο “ερντογανισμός”.

  • Το πολιτικό σύστημα της Τουρκίας μετά το 2002 είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που ήταν πριν την ανάληψη της εξουσίας από το ΑΚΡ του Ερντογάν.
  • Ο Ερντογάν όσο και αν είναι αντίπαλος της συσπειρωμένης αντιπολίτευσης στο δρόμο για τις εκλογές του, δεν έχει πάψει να αποτελεί πρότυπο αναρρίχησης και επιτυχίας στην εξουσία. Ο φανατισμός οδηγεί στη στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας και αυτό την καθιστά λιγότερο διαλλακτική.

Επομένως, τι έπρεπε να θέσει η Ελλάδα στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ γνωρίζοντας πως η Τουρκία έχει δημιουργήσει ως γραμμή άμυνας μια αδιάλλακτη ατζέντα έναντι της Δύσης (περιλαμβανομένων των ελληνοτουρκικών);

Πρώτον, να θέσει ακριβώς αυτή τη διάσταση των ολοένα συρρικνούμενων στοιχείων που θα μπορούσαν να αποδεικνύουν ότι η Τουρκία είναι μια δημοκρατία η οποία σέβεται το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό μπορεί να είναι ένα επιχείρημα που λίγο μας ενδιαφέρει στην Ελλάδα καθώς άλλες είναι οι προτεραιότητές μας στα ελληνοτουρκικά, όμως η δυτική κοινότητα σέβεται πολύ περισσότερο τέτοια επιχειρήματα, ειδικά τώρα που ο πόλεμος στην Ουκρανία φέρνει στον πυρήνα της συζήτησης την άμυνα της Δύσης έναντι των απολυταρχικών καθεστώτων.

Το δεύτερο επιχείρημα που η Ελλάδα οφείλει να θέσει, αφορά όλες τις ομοιότητες των τουρκικών θέσεων στα ελληνοτουρκικά με τις αντίστοιχες ρωσικές θέσεις για την Ουκρανία. Πιο συγκεκριμένα, δεν γίνεται ένας οργανισμός όπως είναι το ΝΑΤΟ να μην καταδικάζει το δικαίωμα στην άμυνα, ειδικά όταν αυτό το απειλεί μια χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ. Επιπρόσθετα, φράσεις όπως “αποστρατικοποίηση” και “γκρίζες ζώνες” θυμίζουν έντονα τις θέσεις της Ρωσίας για μια ουδέτερη Ουκρανία. Παράλληλα, το παράνομο ψήφισμα της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης του 1995 με το οποίο η άσκηση κυριαρχικού δικαιώματος της Ελλάδας με επέκταση στα 12 ν.μ. καθίσταται αιτία πολέμου. Το momentum δεν είναι καλό για την Τουρκία, όταν χώρες σαν τη Σουηδία και τη Φινλανδία λαμβάνουν ιστορικές αποφάσεις για τη θέση τους στον κόσμο, σημειώνοντας μια αξιοσημείωτη μετακίνηση από την πάγια ουδετερότητα.

Το τρίτο επιχείρημα αφορά την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα οφείλει να υποστηρίξει ανοικτά τις δύο χώρες και να ψέξει την αντισυμμαχική στάση της Τουρκίας. Χωρίς ανάδειξη των λόγων που η Τουρκία προβαίνει σε κάτι τέτοιο, η απλή καταγγελία είναι ημιτελής. Η Τουρκία επιθυμεί να διευκολύνει τη Ρωσία ενώ ταυτόχρονα, θέτει έναν εκβιασμό στη Δύση, προσπαθώντας να πάρει το πράσινο φως για μια εισβολή στη Συρία αλλά και να προσβάλλει τον πολιτικό πολιτισμό Σουηδίας και Φινλανδίας, ονομάζοντάς τις χώρες αυτές ούτε λίγο ούτε πολύ ως χώρες που υποθάλπτουν την τρομοκρατία. Οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Χαμάς αλλά και με άλλες τρομοκρατικές οργανώσεις, παραβιάζουν το σύνολο του καταστατικού του ΝΑΤΟ.

Τέταρτον, μεγάλη αμηχανία θα φέρει στην Τουρκία η αναφορά από πλευράς της Ελλάδας ότι η Τουρκία έχει πραγματοποιήσει παράνομη εισβολή και κατοχή στην Κύπρο. Είναι το μόνο κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ που κατέχει παράνομα έδαφος άλλου κράτους. Η προσπάθεια της Τουρκίας να ψάξει καταφύγιο στο ανιστόρητο “πραγματοποιήσαμε ειρηνευτική επιχείρηση στην Κύπρο” θα την φέρει ακόμη πιο κοντά στη ρωσική επιχειρηματολογία για την Ουκρανία όπου την αναφέρει ως “ειδική στρατιωτική επιχείρηση” και σκοπό έχει την προστασία των ρωσόφωνων. Οφείλουμε να αντιληφθούμε πως τα επιχειρήματά μας έχουν εμπλουτισθεί και αναβαπτιστεί με όσα γίνονται στην Ουκρανία.

Πέμπτον, η Ελλάδα οφείλει να εισφέρει στο ΝΑΤΟ ιδέες προς υλοποίηση σχετικά με τους μηχανισμούς του ίδιου του οργανισμού. Το Βορειοατλαντικό Σύμφωνο πάσχει σε πολιτικές σαν της Τουρκίας ακριβώς επειδή δεν προβλέπεται η αποβολή κάποιας χώρας. Τόσο η Ε.Ε. όσο και το ΝΑΤΟ οφείλουν να ακολουθούν τις εξελίξεις και κάποιος οργανισμός πολυμερούς διπλωματίας μπορεί να είναι ανοικτός, μόνο αν είναι σαφής και έχει κριτήρια συγκεκριμένα.

Η συζήτηση για το μέλλον της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ έχει ανοίξει σε πολύ σημαντικές δεξαμενές σκέψεις στον κόσμο και στο παρασκήνιο, συζητιέται και από πολιτικούς των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ.

Έκτον, η Ελλάδα οφείλει να έχει στο τραπέζι του ΝΑΤΟ ότι δεν υπάρχει περίπτωση να συζητήσει με την Τουρκία αν η ίδια η Τουρκία δεν σεβαστεί στην πράξη τις διαδικασίες που ορίζονται από το Διεθνές Δίκαιο. Ο διάλογος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας θα τελεσφορήσει μόνο εάν η Τουρκία ακολουθήσει θεμιτές πρακτικές και πάψει να πολιτεύεται ως ταραξίας. Με αυτό το επιχείρημα η Ελλάδα κατοχυρώνει δύο καλές διαπραγματευτικές θέσεις:

  • Πρώτον, θέτει τους συμμάχους μας προ των ευθυνών τους για να συνεχίσουν την προληπτική πίεση προς την Τουρκία ώστε να ακυρώσει τις ενεργές απειλές εναντίον της Ελλάδας.
  • Δεύτερον, αποφεύγει τη βολική για τον Γ.Γ. του ΝΑΤΟ κατάληξη που θα ήταν ένας διάλογος χωρίς ουσία και ο οποίος απλώς θα έκλεινε το παράθυρο για σοβαρή πίεση και ενδεχομένως, κυρώσεις στην Τουρκία.

Καλό είναι να μάθουμε από τα λάθη των διερευνητικών μετά το καλοκαίρι του 2020 αλλά και από όσα τελικά δεν είδαμε μετά το δείπνο του Μαρτίου του 2022. Ο διάλογος πρέπει να γίνεται στην ώρα του και ώρα για σοβαρό διάλογο είναι πάντα εκείνη που του προσφέρει περιεχόμενο. Όσο συζητάμε με την Τουρκία υπό αυτό το καθεστώς, τότε η όποια επίκληση στη διεθνή κοινότητα καθίσταται ανενεργή καθώς οι ίδιοι θα θεωρήσουν πιθανή πίεση προς την Τουρκία ως κακή πρακτική που θα απειλήσει τη συνέχιση του διαλόγου.

Η Ελλάδα τον τελευταίο μήνα τα πηγαίνει πολύ καλά στην αποτροπή της Τουρκίας. Η αποτροπή στις διεθνείς σχέσεις ξεκινάει από τις δηλώσεις και έχουμε ήδη αντιληφθεί όσο και η Τουρκία ότι η Ελλάδα θα απαντήσει “συντριπτικά” σύμφωνα με λέξη που χρησιμοποίησε ο ίδιος ο Έλληνας πρωθυπουργός. Η αποτροπή πρέπει να συνεχίσει να είναι αυτής της μορφής για να μη χρειαστεί να την κάνουμε πράξη στο πεδίο.

Την ίδια στιγμή η Ελλάδα οφείλει να διεθνοποιεί με χάρτες τις παράλογες και παράνομες αξιώσεις της Τουρκίας, να απαντά στην Τουρκία λακωνικά και αποφασιστικά σε κάθε παροξυσμό και πλειοδοσία εθνικισμού του τουρκικού πολιτικού συστήματος, κατοχυρώνοντας όμως την πάντα πολύ χρήσιμη (διεθνοδικαιϊκά) θέση του αμυνόμενου.

Το ότι δεν προκαλούμε την Τουρκία πρέπει να είναι το αντάλλαγμα για το τι θα κάνουμε αν η Τουρκία αποτολμήσει κάποια πρόκληση. Το κλίμα για την Τουρκία είναι ιδιαίτερα βαρύ μετά την Πενταμερή του Βερολίνου και η Ελλάδα οφείλει να το εκμεταλλευτεί καθώς μετά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, η Τουρκία είναι πιθανό να επιστρέψει στις απειλές.

  • Σε κάθε περίπτωση, για την Ελλάδα δεν πρέπει να είναι ζήτημα το αν θα κάνει τελικά η Τουρκία κάτι το καλοκαίρι ή τον χειμώνα. Το ζήτημά μας είναι ότι η Τουρκία γνωρίζει πως η Ελλάδα χτίζει μια στρατηγική η οποία οδηγεί στην επέκταση στα 12 ν.μ.

Οι αμυντικές συμφωνίες με ΗΠΑ και Γαλλία, καθώς και οι εξοπλισμοί της Ελλάδας μέχρι το 2030 δείχνουν πως η Ελλάδα προετοιμάζεται σωστά. Δύσκολα θα αποφύγουμε τις εντάσεις την επόμενη οκταετία και έτσι πρέπει να υπολογίζουμε. Στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ η Ελλάδα οφείλει να έχει επιχειρήματα με βάθος χρόνου και όχι με βάθος του θέρους του 2022.

*Διεθνολόγος -Συντονιστής του Τομέα Ευρασίας & Ν. Α. Ευρώπης στο ΙΔΙΣ – Research Fellow in HALC (Hellenic American Leadership Council)

  • Τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν απαραίτητα τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΓΝΩΜΕΣ, ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΕΔΩ ΚΑΙ ΕΔΩ

Το θέμα της τουρκικής παραγγελίας των αναβαθμισμένων F-16 από τις ΗΠΑ, τα ελληνικά συμφέροντα, η κόντρα Κογκρέσου-Στέιτ Ντιπάρτμεντ

Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: