Στιγμιότυπο από εγκαίνια υπηρεσίας τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων. Τουρκική Προεδρία
Του ΖΑΧΑΡΙΑ ΜΙΧΑ, DEFENCE POINT (*)
Το δράμα που εκτυλίσσεται στη βόρεια Συρία μπορεί να δείχνει ότι αποκλιμακώνεται μετά από την τηλεφωνική επικοινωνία Πούτιν-Ερντογάν, αλλά οι εξελίξεις των τελευταίων ωρών αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο σημαντικής εκ νέου κλιμάκωσης.
Ο Τούρκος πρόεδρος δεν κάνει πίσω και ήδη προέβη στη διακήρυξη νέων όρων και προϋποθέσεων που θα περιπλέξουν τη δυνατότητα οριστικής αποκλιμάκωσης.
Λίγο πριν, δήλωσε ότι η Τουρκία δίνει προθεσμία μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου στις δυνάμεις του Άσαντ να αποχωρήσουν από τις περιοχές γύρω από τα τουρκικά παρατηρητήρια. Δεν περιορίστηκε, όμως, μόνο σε αυτό. Πρόσθεσε ότι η συμφωνία που αφορούσε την περιοχή ανατολικά του Ευφράτη δεν ισχύει! Υπενθυμίζεται, ότι η περιοχή αυτή αυτή είχε συμφωνηθεί ως απώτατο σημείο αποδοχής της παρουσίας των κουρδικών δυνάμεων!
Οι ερμηνείες της συμπεριφοράς του Τούρκου ηγέτη είναι δύο:
Οι Αμερικανοί διότι δείχνουν να έχουν ως προτεραιότητα την εκμετάλλευση των διαφωνιών που ανέκυψαν ανάμεσα στην Άγκυρα και στη Μόσχα, με σκοπό να επαναφέρουν την Τουρκία, που παραμένει μέλος του ΝΑΤΟ, σε μια “συμμαχική κανονικότητα” και να τορπιλίσουν τη στενή συνεργασία Άγκυρας-Μόσχας.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να προστεθεί και η ειδική –ενδεχομένως επιχειρηματική– σχέση Τραμπ-Ερντογάν. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι για τον Λευκό Οίκο η στήριξη της Τουρκίας στο μέτωπο της Συρίας αποτελεί “σημείο επαφής” με το βαθύ κράτος της Ουάσιγκτον που παραμένει προσκολλημένο στην θέση ότι η Ρωσία είναι ο “απόλυτος εχθρός” σε πλανητικό επίπεδο!
Οι Ρώσοι δεν επιθυμούν να διαρρήξουν τις σχέσεις τους με την Τουρκία. Αφενός διότι λόγω γεωγραφικής απόστασης η εκ μέρους τους στρατιωτική αντιμετώπιση μιας κλιμάκωσης στη Συρία δεν είναι εύκολη. Αφετέρου διότι η σχέση με τον Ερντογάν είναι εξαιρετικά χρήσιμη στην προσπάθεια να διαιρέσει το ΝΑΤΟ, που αποτελεί κύρια απειλή εθνικής ασφαλείας για τη Ρωσία.
Ο Τούρκος ηγέτης επιχειρεί να αξιοποιήσει προς όφελος της χώρας του τη διένεξη των ΗΠΑ με τη Ρωσία. Αυτό που κυρίως εκμεταλλεύεται είναι η καταφανής απροθυμία και της Ουάσιγκτον και της Μόσχας να επιλέξουν μετωπική αντιπαράθεση με την Άγκυρα, καθώς αυτό που αποτελεί ζωτικό εθνικό συμφέρον για την Τουρκία, αντιστοιχεί σε μία πτυχή του παγκόσμιου στρατηγικού ανταγωνισμού ΗΠΑ-Ρωσίας.
Η πραγματικότητα αυτή επιτρέπει στην Άγκυρα να πιέζει σε βαθμό που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε να χαρακτηριστεί παράλογος και ακραία ριψοκίνδυνος. Ωστόσο, η υπερβολή και η αμετροέπεια εξ ορισμού κρύβουν κινδύνους για όποιον τις υιοθετεί γενικά και χωρίς μέτρο. Στην περίπτωσή μας αναδεικνύονται ως χαρακτηριστικά γνωρίσματα της τουρκικής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, γεγονός που πρέπει να συνυπολογιστεί.
Πρόκειται για τη γνωστή στις στρατηγικές σπουδές σκόπιμη επίδειξη μη ρασιοναλιστικής συμπεριφοράς, καθώς αυτή έχει τη δική της στρατηγική λογική, στο πλαίσιο της απόπειρας επηρεασμού της βούλησης των αντιπάλων (rationality of irrationality).
Αυτό, όμως, της προσδίδει αυξημένη αξιοπιστία.
Όσον αφορά τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα, όλα τα ανωτέρω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η απειλή για την εθνική ασφάλεια της Ελλάδας είναι πραγματική. Οι δε συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην ευρύτερη περιοχή την καθιστούν και άμεση. Στόχος του Ερντογάν είναι να εκβιάσει διαπραγματεύσεις επί των μονομερών τουρκικών επεκτατικών διεκδικήσεων, στις οποίες διαπραγματεύσεις θα προσέλθει έχοντας ως βασικότερο πλεονέκτημα την απροθυμία των μεγάλων, αλλά και των τοπικών δρώντων να λάβουν έμπρακτα μέτρα για να τον περιορίσουν.
(*) Ο Ζαχαρίας Μίχας είναι Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ΙΑΑΑ / ISDA) – ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ DEFENCE POINT