File Photo: Η “Πράσινη Γραμμή”, Λευκωσία. ΚΥΠΕ, ΚΑΤΙΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Από το μαύρο καλοκαίρι του 1974, μετά τη λήξη των εχθροπραξιών και αφού η Κυπριακή Δημοκρατία διέθεσε την ανάληψη ελέγχου της ουδέτερης ζώνης στην UNFICYP, καθιερώθηκε το status quo που σημαίνει «υφιστάμενη και διατηρητέα ως έχει κατάσταση» μέχρι την ειρηνική επίλυση του προβλήματος.
Εμείς πώς αντιδράσαμε σε αυτές τις κινήσεις;
Δυστυχώς όπως πάντα τις υποτιμήσαμε με αποτέλεσμα να πέσουμε στην παγίδα τους παίρνοντας αντίστοιχα μέτρα διασυνοριακού ελέγχου στα οδοφράγματα με πολύ σύγχρονες μόνιμες εγκαταστάσεις ελέγχου συνόρων από την Αστυνομία της Κυπριακής Δημοκρατίας απέναντι από την Αστυνομία του Ψευδοκράτους. Ουσιαστικά μόνοι μας μετατρέψαμε το πρόβλημα εισβολής και κατοχής σε πρόβλημα μεταξύ των δύο κοινοτήτων. (Βλέπε άρθρο γράφοντος «Οδοφράγματα επανένωσης ή διχοτόμησης;»).
Ο κίνδυνος της μεταναστευτικής ροής
Η μεταναστευτική ροή έχει αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια λόγω του πολέμου στη Συρία και των προβλημάτων στη Μέση Ανατολή.
Οι μετανάστες φθάνουν στις ελεύθερες περιοχές είτε απευθείας από τη θάλασσα είτε μέσω των κατεχομένων, αφού πρώτα έχουν αποβιβαστεί στις ακτές της Κερύνειας, της Καρπασίας και της Αμμοχώστου, προερχόμενοι από την Τουρκία, τη Συρία και τον Λίβανο, είτε και μέσω του παράνομου Αεροδρομίου Τύμπου με πτήσεις από την Τουρκία.
Βάσει των διεθνών κανονισμών είναι σαφές ότι είμαστε υποχρεωμένοι να περισυλλέγουμε κινδυνεύοντες ανθρώπους, ανεξαρτήτως εθνικότητας και προέλευσης, που πλησιάζουν τις ακτές μας και διατρέχουν πραγματικό κίνδυνο ακόμα και εάν προφασίζονται ότι διατρέχουν.
Από την άλλη πλευρά η Συρία και ο Λίβανος, εάν υποστηριχθούν οικονομικά μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων ή ακόμα και με εθνικά κονδύλια για έλεγχο των ακτών τους, εκτιμάται ότι θα λάβουν μέτρα προκειμένου να μειωθεί η μεταναστευτική ροή προς την Κύπρο. Για την επίτευξη αυτού του στόχου απαιτείται ανάληψη πρωτοβουλιών προσέγγισης με τα γειτονικά κράτη μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Το τελευταίο διάστημα προβάλλονται μέσω των ΜΜΕ οι απεγνωσμένες εκκλήσεις και προβληματισμοί των αρμόδιων υπουργών για την αντιμετώπιση της αυξητικής ροής μέσω κατεχομένων και της επερχόμενης κρίσης λόγω των μαζικών αφίξεων προσφύγων/μεταναστών. Μέσα δε στο πλαίσιο λήψης απαραίτητων μέτρων προωθείται η επίσπευση της εκκρεμούσας επί χρόνια υλοποίησης του προγράμματος προμήθειας και εγκατάστασης καμερών σε μόνιμες θέσεις κατά μήκος της πράσινης γραμμής.
Η προσέγγιση σε αυτό το θέμα, κατά την ταπεινή μου άποψη, πρέπει να είναι διαφορετική. Θεωρώ ότι πρέπει να επανεξεταστεί το θέμα για τους παρακάτω απλούς και προφανείς λόγους.
1. Οι μόνιμες κάμερες βοηθούν μόνο στον εντοπισμό και τη σύλληψη μεταναστών και όχι στην πρόληψη της μεταναστευτικής ροής.
3. Από την άλλη πλευρά το Υπουργείο Δικαιοσύνης χρειάζεται σύστημα μεγάλου αριθμού καμερών κατά μήκος της Γραμμής Κατάπαυσης του πυρός για έγκαιρο εντοπισμό λαθρομεταναστών, λαθρεμπόρων κ.λπ. (Πρέπει να σημειωθεί ότι η Αστυνομία Κύπρου θα πρέπει να επιτηρεί κατά μήκος μεν, αλλά πιο πίσω την Ε.Φ. ειδάλλως θεωρείται διασυνοριακός έλεγχος!). Συνεπώς μπορεί να υπάρξει κοινό σύστημα που μπορεί να χρηματοδοτηθεί από την Ε.Ε., από προγράμματα που χειρίζεται το Υπουργείο Εσωτερικών και να υπάρχει κοινή διαχείριση από την Ε.Φ. και Αστυνομία όπως γίνεται με τα ραντάρ επιτήρησης του θαλάσσιου χώρου.
Με τα πιο πάνω θα δοθεί η ευκαιρία εξοικονομήσεων δεκάδων εκατομμυρίων στο Υπουργείο Άμυνας για προμήθεια έξυπνων όπλων, που τόσο μεγάλη ανάγκη έχει η Ε.Φ. για την αντιμετώπιση του τουρκικού επιθετικού οπλοστασίου. Ας ληφθεί επίσης υπόψη ότι οι μόνιμες εγκαταστάσεις στη Γραμμή Κατάπαυσης του πυρός δίνουν το μήνυμα του τελικού στόχου ή της τελικής διευθέτησης με σύνορα, κάτι που επιδιώκουν οι Τούρκοι από το 1974 αντί της προσωρινής Γραμμής Κατάπαυσης του Πυρός μέχρι τη λύση του προβλήματος.
«Σε αντίθεση με τους Τούρκους, δεν έχουμε σχεδιασμό σε βραχυπρόθεσμο-μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο επίπεδο που να διαφοροποιείται όχι όταν αλλάζουν οι κυβερνήσεις, αλλά μόνο όταν αλλάζουν τα δεδομένα και οι παράγοντες βάσει των οποίων έγινε ο σχεδιασμός με σκοπό ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Απουσιάζει γενικότερα η Εθνική Στρατηγική που θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και πολλές δεκαετίες από το ανώτατο επίπεδο διακυβέρνησης του τόπου και με αποδοχή από τη Βουλή και μόνο με αυτή τη διαδικασία να τροποποιείται». Έτσι λοιπόν αντιμετωπίζουμε και τη σύγχρονη μάστιγα της μεταναστευτικής ροής, με κινήσεις βεβιασμένες, αφού λείπει ο στρατηγικός σχεδιασμός για το θέμα.
Εν κατακλείδι επαναλαμβάνεται για άλλη μια φορά ότι τα εμπλεκόμενα υπουργεία και υπηρεσίες που σχετίζονται με τα σοβαρά ζητήματα τα οποία έχουν επιπτώσεις στην πολιτική – στην οικονομία, στην εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια, έχουν την εξουσία, αλλά και την ευθύνη να αναλάβουν πρωτοβουλίες προκειμένου να υπάρξει επιτέλους Εθνική Στρατηγική, η οποία απαιτείται για τη βελτιστοποίηση του αποτελέσματος σε κάθε επίπεδο και σε κάθε μάχη, γιατί μόνο έτσι θα εξασφαλιστεί η ασφάλεια και η ευημερία στο παρόν και στο μέλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας.
(*) Υποναύαρχος (ε.α)
«Aνδρών επιφανών πάσα γη τάφος»: Η εγγονή του Φώτη Πίττα γράφει για τον ήρωα παππού της