Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με συνεργάτες του στο Μέγαρο Μαξίμου. ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ
Σχεδόν δυο μήνες μετα τις εκλογές που η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης πήραν μια νίκη που ελάχιστοι μπορούσαν να προβλέψουν, είναι ακόμη νωρίς για να γίνει ο πρώτος λογαριασμός. Όμως δεν είναι παρακινδυνευμένο να εξαχθούν κάποια πρώτα συμπεράσματα.
Η στελέχωση των μηχανισμών είχε σχεδιασθεί, το πλαίσιο λειτουργίας και επανασχεδιασμού του κυβερνητικού σχήματος ηταν έτοιμα. Έτοιμα ήταν και τα πρωτα νομοσχέδια τουλάχιστον στην βασική σύλληψη τους.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε ένα πραγματικό πλεονέκτημα σε σχέση με πολλές προηγούμενες και πάντως ολες τις μνημονικές κυβερνήσεις: δεν είχε υποσχεθεί τόσα, ώστε να υποχρεωθεί άμεσα σε κωλοτούμπες. Έχοντας μάλιστα την δυνατότητα να προβεί άμεσα σε διορθωτικές κινήσεις κυρίως στα φορολογικά, έστειλε ένα θετικό μήνυμα στην κοινωνία η οποία αναζητά μέτρα ελάφρυνσης και «ενέσεις αισιοδοξίας».
Και στο εξωτερικό ο κ. Μητσοτάκης έδωσε δυο θετικά δείγματα γραφής με τις επισκέψεις στο Παρίσι και το Βερολίνο, αν και φυσικά στην συνάντηση με την κ. Μερκελ υιοθέτησε την τακτική του «δεν ζητάμε», αφου ξερουμε ότι «δεν θα μας δώσουν», σε ότι αφορά τα πλεονάσματα που αποτελούν και το βασικό πρόβλημα για την ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια.
Ακόμη και στην διαχείριση των πυρκαγιών φάνηκε να υπάρχει σχέδιο τουλάχιστον για την αποφυγή ή επανάληψη τραγωδιών όπως εκείνης στο Μάτι, με την ύπαρξη στοιχειώδους συντονισμού της κρατικής μηχανής ώστε να αξιοποιηθούν στο έπακρο οι υπάρχουσες δυνατότητες.
Ο κ. Μητσοτάκης έκανε μια τολμηρή κίνηση, της ανάμειξης στην κυβέρνηση των κορυφαίων στελεχών του κόμματος με στελέχη του ιδιωτικού τομέα που ίσως για πρώτη φορά με τέτοιο μαζικό θα έλεγα τρόπο αποφάσισαν να αφήσουν τις καριέρες τους στο εξωτερικό ή σε ιδιωτικές επιχειρήσεις προκειμένου να ενταχθούν στην επιτελική ομάδα που θα αναλάβει να υλοποιήσει το φιλόδοξο σχέδιο του εκσυγχρονισμού, της επανίδρυσης του κράτους.
Όμως την περίοδο αυτή δεν έλειψαν και τα αρνητικά δείγματα γραφής.
Στο θέμα της ΕΥΠ οφείλει η κυβέρνηση να επικοινωνήσει με μεγαλύτερη πειστικότητα και κυρίως να φωτίσει τις πτυχές της πρότασης για την υπογραφή Μνημονίων Συνεργασίας της ΕΥΠ με όλους τους φορείς του Δημοσίου, Υπουργεία Νομικά Πρόσωπα, ΟΤΑ κλπ. Και φυσικά ο χειρισμός της υπόθεσης του πτυχίου αναγνωρισμένου ή μη, του νέου Διοικητή της θα μπορούσε να είχε γίνει με τρόπο που ουτε το κύρος του ιδίου να είχε πλήξει, ούτε να υποσκάπτει την αξιοπιστία της ΕΥΠ, ούτε λαβή να είχε δοθεί στην αντιπολίτευση για αιχμές εναντίον μιας προσωπικής επιλογής του πρωθυπουργού.
Στο θέμα της ΔΕΗ η προφανής εικόνα διάλυσης που παρέλαβε η κυβέρνηση δεν δικαιολογεί την καθημερινή «επίθεση» στο brand name της εταιρίας, που απλώς δικαιολογεί επικοινωνιακά την επιβάρυνση την οποία χρεώνονται οι πολίτες και την απαραίτητη πως φαίνεται είσοδο επενδυτών. Οι αντίστοιχες κραυγές για την Ολυμπιακή οδήγησαν τελικά όχι στην διάσωση της αλλά στο μονοπώλιο του βασικού ανταγωνιστή της, ενώ οι φωνές περί «Τιτανικού» και κατεστραμμένης οικονομίας το φθινόπωρο του 2009 διευκόλυναν τον δρόμο προς το Μνημόνιο.
Πιθανόν όλα αυτά να πρόκειται για αστοχίες, που μπορεί να δικαιολογηθούν λόγω της ανάγκης να υπάρξουν άμεσα παρεμβάσεις, να αλλάξουν άμεσα πολιτικές και δομές ή ακόμη από την απουσία κοινού βηματισμού και έλλειψη συντονισμού λόγω και του θέρους.
Όμως η μεγαλύτερη παγίδα της κυβέρνησης αυτής δεν είναι άλλη από το να νοιώσει την ασφάλεια που της προσφέρει η σύγκριση με την κυβέρνηση που διαδέχθηκε.
Το έφερε ετσι η συγκυρία που η τελευταία ευκαιρία της χώρας για να αλλάξει πραγματικά και να ανασυγκροτηθεί από μια καταστροφική πορεία που δεν περιορίζεται μόνο στην δεκαετία των Μνημονίων αλλα και αρκετές δεκαετίες πιο πίσω, βρέθηκε στα χέρια του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Και ο πήχης δεν είναι και δεν μπορεί να είναι εκεί που τον έβαλε η προηγούμενη, ούτε όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
Ο πήχης υψώνεται εκεί που τον θέτει η ιστορικότητα των στιγμών, ώστε αυτή η τελευταία ευκαιρία για την Ελλάδα (και όχι για την ΝΔ, τον ΣΥΡΙΖΑ ή το ΚΙΝΑΛ), να μην πάει χαμένη.
Τα “ελαττώματα”: Το Σκοπιανό που “έκαψε” τον Τσίπρα, μπορεί να καταστρέψει τον Μητσοτάκη