Η συνεδρίαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας. Πηγή: Τουρκική Προεδρία
Σε ό,τι μας αφορά ως Ελλάδα και Κύπρο, οι μεγάλες κοινοβουλευτικές δυνάμεις σήμερα στην Τουρκία, των (φιλο)Κούρδων εξαιρουμένων του Δημοκρατικού Κόμματος Λαών (HDP), είναι πλέον… η μία απειλητικότερη από την άλλη.
Ιδωμένες δε εν συνόλω, εκείνες συνιστούν μια στρατηγική πρόκληση για την Αθήνα και τη Λευκωσία, μια πρόκληση που πλέον κλιμακώνεται σε συνάρτηση και με τις λοιπές εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο: τους ανταγωνισμούς γύρω από το ιδιοκτησιακό καθεστώς των ενεργειακών κοιτασμάτων και τις ενεργειακές οδεύσεις, την αναδιάταξη των σφαιρών επιρροής στον άξονα Τουρκίας-ΗΠΑ-Ρωσίας-Ιράν κ.ά.
Ακούγεται αφοριστικό το να βάζει κανείς στο ίδιο «καζάνι» το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού κόσμου της Τουρκίας. Είναι ωστόσο ο εν λόγω πολιτικός κόσμος που με τις πράξεις και τα λεγόμενά του δεν αφήνει πια περιθώρια για άλλες ερμηνείες.
Ανταποδίδοντας τα «εύσημα», ο Ντεβλέτ Μπαχτσελί, ως διάδοχος του Τουρκές στην ηγεσία του εθνικιστικού MHP, θα υπερασπιζόταν το σύστημα της εκτελεστικής υπερπροεδρίας, όπως άλλωστε έχει κάνει επανειλημμένως το τελευταίο διάστημα, στηρίζοντας έτσι πλήρως τον Ερντογάν με τον οποίο πια (από τον Φεβρουάριο του 2018 και μετά) κατεβαίνει μαζί και στις εκλογές, σε ένα κοινό ισλαμοεθνικιστικό μέτωπο καλούμενο «Συμμαχία του Λαού» («Cumhur İttifakı»).
Περίπου τέσσερις δεκαετίες μετά, Μπαχτσελί και Ερντογάν βρίσκονται πλέον να συμπορεύονται, ενώ εκείνη η τουρκική απειλή πολέμου κατά της Ελλάδας παραμένει σε ισχύ, έχοντας εν τω μεταξύ επισημοποιηθεί και με απόφαση της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης του 1995.
Όσο για τον Τουγρούλ Τουρκές, τον γιο του Αλπαρσλάν Τουρκές, εκείνος τυγχάνει σήμερα βουλευτής με το ισλαμοσυντηρητικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν.
Αλλά και η θεωρητικώς αντιπολιτευόμενη Μεράλ Ακσενέρ του καλούμενου Καλού Κόμματος (İYİ Parti) μάλλον έχει περισσότερα κοινά με τους Ερντογάν και Μπαχτσελί από όσα θα ήθελε η ίδια να παραδεχτεί. Προσφάτως εκείνη εμφανίστηκε να αποκηρύσσει την Ελλάδα και την Κύπρο ως «κακομαθημένα παιδιά» της Ευρώπης, συνυπογράφοντας έτσι την ανακοίνωση (No: 199) περί «κακομαθημένων παιδιών της Ευρώπης» που εξέδωσε το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών στις 10 Ιουλίου.
Για την ιστορία, ίσως αξίζει να θυμίσουμε ότι η «λύκαινα» Ακσενέρ είχε διατελέσει υπουργός Εσωτερικών για ένα διάστημα οχτώ μηνών την περίοδο 1996-97, με πρωθυπουργό τότε τον ισλαμιστή Ερμπακάν, αλλά και επί σειρά ετών συνοδοιπόρος του Μπαχτσελί στις τάξεις του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (MHP) του Αλπαρσλάν Τουρκές.
Αλλά και στο μέτωπο των σήμερα «εξωκοινοβουλευτικών» πολιτικών δυνάμεων της γείτονος (Μπαμπατζάν, Γκιουλ, Νταβούτογλου) που εμφανίζονται να καταστρώνουν σχέδια (και πιθανά νέα κόμματα) κατά του Ερντογάν, αρκεί να θυμηθούμε όσα… νέο-οθωμανικά έγραφε για παράδειγμα ο πάλαι ποτέ ΥΠΕΞ και πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου στο βιβλίο του με τον τίτλο «Το Στρατηγικό Βάθος» πίσω στις αρχές του 21ου αιώνα για την Ελλάδα, το Αιγαίο και την Κύπρο, επαναδιατυπώνοντας αλλά και ανανεώνοντας μέσα από ένα πρίσμα περισσότερο πανισλαμικό-ιμπεριαλιστικό (και λιγότερο φοβικό-κεμαλικό) εκείνο το δόγμα των δυόμιση πολέμων (ενάντια σε Συρία, Ελλάδα και Κούρδους) που είχε διατυπώσει μόλις λίγα χρόνια νωρίτερα, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, ένας πρώην βουλευτής του κεμαλικού CHP, ο διπλωμάτης Σουκρού Ελεκντάγ.
Πολύ διαφωτιστική ως προς αυτό, η ανάλυση («Οι “Δυόμισι Πόλεμοι” και η Άσκηση “Mavi Vatan”: Στρατηγική Κουλτούρα και τo νέο Στάδιο της Τουρκικής Στρατηγικής») που δημοσίευσε τον περασμένο Μάρτιο για το ΕΛΙΑΜΕΠ ο αναλυτής Ζήνωνας Τζιάρρας.
Σε εκείνο το κείμενο του 1996 με τον τίτλο «Στρατηγική των 2μιση πολέμων» («2 ½ War Strategy»), ο Ελεκντάγ εμφανιζόταν να υποστηρίζει μεταξύ άλλων:
-ότι «η Ελλάδα και η Συρία αποτελούν άμεση απειλή για την Τουρκία», ότι «η Συρία είναι φυσικός σύμμαχος της Ελλάδας»,
-ότι «η Ρωσία δεν συνιστά άμεση απειλή για την Τουρκία»,
-ότι αντιθέτως «Άγκυρα και Μόσχα έχουν αμφότερες την πολιτική βούληση να έρθουν πιο κοντά»,
-αλλά και ότι «το ΝΑΤΟ δεν μπορεί πια να συμβάλει στην άμυνα της Τουρκίας». Όλα αυτά το 1996.
Και λίγα χρόνια αργότερα, ο Αχμέτ Νταβούτογλου θα ερχόταν, μέσα από τις σελίδες του «Στρατηγικού Βάθους», να προτείνει την «ανάπτυξη στενών δεσμών με τη Ρωσία» ως μέσο για την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου της Άγκυρας και τη μετεξέλιξη της Τουρκίας σε περιφερειακή ηγέτιδα δύναμη, όπως σημειώνει και ο αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο πανεπιστήμιο Μπίλκεντ της Άγκυρας, Ιωάννης Γρηγοριάδης, σε παλαιότερο κείμενο εργασίας του 2010 («The Davutoğlu Doctrine and Turkish Foreign Policy») για το ΕΛΙΑΜΕΠ.
Είναι γεγονός, άλλωστε, είτε μας αρέσει είτε όχι, πως ό,τι προκλητικό κάνει σήμερα η Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο, το έχει η ίδια προαναγγείλει σε διάφορες φάσεις κυρίως από το φθινόπωρο του 2011 και μετά:
-Μέσα από παράνομες συμφωνίες (με το ψευδοκράτος) και εντελώς αυθαίρετες αδειοδοτήσεις (για την πραγματοποίηση ερευνών στην Ανατολική Μεσόγειο από την κρατική Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίου TPAO).
-Μέσα από χάρτες με μονομερείς διεκδικήσεις.
-Μέσα από ανακοινώσεις υπουργείων και δηλώσεις αξιωματούχων.
Αξιωματούχων όχι μόνο της κυβέρνησης ή της τουρκικής προεδρίας, αλλά και της αντιπολίτευσης που είναι άλλωστε πλέον ίδια (και απειλητικότερη) από την ισλαμοσυντηρητική κυβέρνηση στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών.
ΠΗΓΗ: ΕΘΝΟΣ
Σαν ένας χαμαιλέοντας: Ο μικρός αδελφός του Μπόρις που αλλάζει συνεχώς θέση για το Brexit