Και βέβαια είναι πατριωτική αποστολή για έναν ηγέτη να επιδιώκει την οικοδόμηση της ειρήνης και να μετατρέπει την πολιτική σε τέχνη για τη συνεργασία και την αλληλεγγύη των λαών. Ο διάλογος είναι σπουδαίο πράγμα αντί της σύγκρουσης, των εντάσεων και του πολέμου.
Άλλο πράγμα είναι να αναγνωρίζεις τις πραγματικότητες των αριθμών και των μεγεθών, να απορρίπτεις την στρατιωτική επιλογή και να χαράζεις συγκροτημένη στρατηγική με βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους και είναι άλλο να εγκλωβίζεσαι ή να υποτάσσεσαι σ’ αυτές τις πραγματικότητες. Υπάρχει μεγάλη διαφορά.
Οι ηγεσίες σε Αθήνα και Λευκωσία επιμένουν να εφαρμόζουν πολιτικές έναντι της Τουρκίας, οι οποίες στηρίζονται σε ψευδαισθήσεις. Και στο πλαίσιο αυτής της χρεοκοπημένης τακτικής, γίνονται τραγικά λάθη και σταδιακές παραχωρήσεις που αξιοποιούνται δεόντως από την Άγκυρα, ενισχύοντας τις διεκδικήσεις της σε Κύπρο, Αιγαίο, ακόμη και στη Θράκη.
Ένα άλλο περίεργο και παράξενο φαινόμενο εμφανίζεται κάθε φορά που διεξάγονται εκλογές στην Τουρκία. Όσα χρόνια και να περάσουν, όσες διαψεύσεις κι αν γίνουν από τα ίδια τα γεγονότα, κάποιοι πολιτικοί (δυστυχώς και δημοσιογραφικοί) κύκλοι επιμένουν να πουλάνε τα ίδια παραμύθια στον κόσμο.
Μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση στην Τουρκία μεταφέρουν μια ψεύτικη εικόνα, παρά το γεγονός ότι ποτέ δεν έχουν επαληθευτεί, και λένε διάφορα, όπως: «Θα ανοίξει την Αμμόχωστο», «αποφασισμένος (ο Ερντογάν) να προχωρήσει σε λύση», «θα υπάρξει αναθεώρηση της τουρκικής πολιτικής» και άλλα πολλά που δεν έχουν καμία σχέση με την ακολουθούμενη πολιτική της Άγκυρας.
Η Τουρκία και το κατοχικό καθεστώς θα πρέπει επιτέλους να αντιμετωπιστούν με βάση το τι επιδιώκουν και όχι σύμφωνα με τις δικές μας επιθυμίες ή ψευδαισθήσεις. Η Άγκυρα έχει σταθερή πολιτική απέναντι σε Κύπρο και Ελλάδα, στο πλαίσιο του επεκτατισμού της.
Στρατηγικός στόχος της παραμένει ο έλεγχος ολόκληρου του νησιού και το αποδεικνύει με τις απαιτήσεις της για μια «θετική ψήφο» σε όλα τα ομοσπονδιακά όργανα, για διατήρηση εγγυήσεων και παραμονή τουρκικών στρατευμάτων, για να αποκτήσουν οι Τούρκοι πολίτες τα δικαιώματα που έχουν οι Ευρωπαίοι πολίτες στην Κύπρο και αρκετές άλλες.
Η αποθράσυνση του Ερντογάν στα ελληνικά ζητήματα και οι συνεχείς προκλήσεις του σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, καθώς και οι παράλογες απαιτήσεις του Ακιντζί και άλλων Τουρκοκυπρίων πολιτικών είναι συνυφασμένες με τη λεγόμενη πολιτική του καλοπιάσματος, του εξευμενισμού και του κατευνασμού. Κι αυτή την ανίσχυρη πολιτική δεν την εκμεταλλεύονται μόνοι οι Τούρκοι, αλλά και οι κάθε λογής μεσολαβητές, ενώ παράλληλα διαμορφώνεται μια λανθασμένη εικόνα για τις πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας, οδηγώντας στην απενοχοποίησή της για τα εγκλήματα που διέπραξε και συνεχίζει να διαπράττει.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, για παράδειγμα, ότι στη Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών θεωρούν ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί λύση στο Κυπριακό αν η Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι υποχωρούσαν σε κάποιο βαθμό στο θέμα των στρατευμάτων και οι Ελληνοκύπριοι στο ζήτημα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Πρόκειται για θέσεις που αντιβαίνουν το διεθνές δίκαιο, τις αποφάσεις και τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Αλλά, όλα έχουν μια εξήγηση.
Οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι φαίνεται ότι βρίσκονται εντός των τειχών επειδή η Τουρκία στην ουσία δεν ενδιαφέρεται για διάλογο στην Κύπρο και το Αιγαίο. Απαιτεί αποδοχή των τουρκικών διεκδικήσεων.
Η ειρήνη όμως δεν οικοδομείται με οδυνηρές υποχωρήσεις και υποταγή, αλλά με αντίσταση στους κλέφτες και τους εκβιαστές.
Σε εξέλιξη η ανακατανομή ισχύος στην περιοχή: Η Ελλάδα και η Κύπρος μπορούν να έχουν ρόλο