Δεν είμαστε όλοι οι δημοσιογράφοι ίδιοι, λέει ο Γιάννης Παντελάκης: Λαϊκιστές εναντίον ΜΜΕ




Ο τίτλος του βιβλίου «Η χαμένη τιμή της δημοσιογραφίας. 20+1 ιστορίες κιτρινισμού», προδιαθέτει για το περιεχόμενό του: ο δημοσιογράφος Γιάννης Παντελάκης ανατρέχει σε αυτές- από τη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών και τον πατέρα που αυτοκτόνησε επειδή μια τηλεοπτική εκπομπή τον χαρακτήρισε αβάσιμα βιαστή της κόρης του έως τον πολίτη που επί 29 ολόκληρα χρόνια προσπαθεί να σβήσει το στίγμα του «τρομοκράτη» που του κόλλησε μια εφημερίδα.

Και ανατρέχει για να θίξει ένα ζήτημα που δεν αφορά μόνο τους δημοσιογράφους αλλά όλους τους πολίτες και τελικά την ίδια τη δημοκρατία: το ζήτημα της σωστής πληροφόρησης.

Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ με αφορμή το βιβλίο του, το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Θεμέλιο», ο Γιάννης Παντελάκης επισημαίνει κάτι που θα έπρεπε να είναι αυτονόητο: δεν είναι όλοι οι δημοσιογράφοι ίδιοι. Και υπενθυμίζει γιατί η δημοσιογραφία, ειδικά στις μέρες μας, δεν είναι εύκολη υπόθεση: «Η δημοσιογραφία», λέει, «καλείται στις μέρες μας να κάνει κάτι θεαματικά πιο δύσκολο, ν’ αναδείξει τις πραγματικές ειδήσεις μέσα από έναν βομβαρδισμό πληροφοριών που δέχονται καθημερινά οι πολίτες, να τις διυλίσει, να ελέγξει την αλήθεια τους, να πετάξει τις ψεύτικες».

Αναλυτικά η συνέντευξη του Γιάννη Παντελάκη στον Περικλή Δημητρολόπουλο για το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων

  • «Ποιος κρίνει τους κρίνοντες». Είμαστε οι καταλληλότεροι εμείς οι δημοσιογράφοι για να κρίνουμε τα του οίκου μας;

Αν δεν κάνουμε εμείς -που γνωρίζουμε πώς λειτουργεί η δημοσιογραφία- την αυτοκριτική μας, αν μη τι άλλο για να προστατεύσουμε όχι μόνο το επάγγελμα αλλά και την ενημέρωση που συνδέεται άμεσα με την ίδια την ποιότητα της Δημοκρατίας, τότε ποιός; Άλλωστε, όλοι οι υπόλοιποι -αναγνώστες, ακροατές, τηλεθεατές- μας κρίνουν καθημερινά απ’ όσα διαβάζουν, ακούν και βλέπουν. Εμείς πρέπει να το τολμήσουμε αρκεί να μην περιοριστούμε σε αφορισμούς αλλά να κάνουμε μια μεγάλη συζήτηση για το πού βαδίζουμε…

  • Πώς γεννήθηκε λοιπόν η ιδέα για το βιβλίο ;

Φαντάζομαι δεν είμαι ο μοναδικός δημοσιογράφος που αντιμετωπίζεται με καχυποψία από πολλούς όταν αναφέρει τι επάγγελμα κάνει. Μας κατηγορούν μ’ ένα γενικευμένο και ισοπεδωτικό σύνθημα, μας απαξιώνουν, η κοινωνία μας αντιμετωπίζει με έντονη επιφύλαξη, οι έρευνες δείχνουν ότι τα ΜΜΕ συγκεντρώνουν έναν από τους χαμηλότερους δείκτες εμπιστοσύνης. Και η πλειονότητα των δημοσιογράφων πρέπει κάθε φορά ν’ αποδεικνύουμε πως δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Πως δεν έχουμε σχέση με τη δημοσιογραφία της κλειδαρότρυπας, της διαπόμπευσης, του κιτρινισμού, της συκοφάντησης, της παραποίησης, των fake news.

  • Είναι σαν να πρέπει να αποδείξει κανείς πως δεν είναι ελέφαντας…

Ναι, και δεν είναι καθόλου εύκολο. Γι’ αυτό σκέφτηκα λοιπόν πως η ανάδειξη μερικών ιδιαίτερα χαρακτηριστικών περιπτώσεων κακής δημοσιογραφίας, με συγκεκριμένα ονόματα δημοσιογράφων και Μέσων Ενημέρωσης τουλάχιστον θ’ αναδείκνυε την πραγματικότητα. Ότι δηλαδή αυτοί που δυσφημούν το επάγγελμα μπορεί να είχαν και έχουν ένα σημαντικό βαθμό επιρροής, αλλά είναι λίγοι και είναι συγκεκριμένοι.

  • Πόσες ιστορίες κακής δημοσιογραφίας αφήσατε απ’έξω;

Το βιβλίο καταγράφει 21 κεντρικές ιστορίες κακής δημοσιογραφίας και δεκάδες ακόμα παράπλευρες. Προφανώς άφησα πολλές απ’ έξω αφού αναζήτησα χαρακτηριστικά παραδείγματα από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης έως και πολύ πρόσφατα. Είναι πολλά τα χρόνια και μπορεί να εντοπίσει κάποιος δεκάδες ακόμα ιστορίες, ο κατάλογος μοιάζει μεγάλος.

  • Δεν είναι όμως αυτός ο σκοπός…

Ακριβώς. Το ζητούμενο του βιβλίου δεν είναι μια καταγραφή όλων των περιπτώσεων αλλά των πιο χαρακτηριστικών, κατά την άποψή μου, με βασικό ζητούμενο αφενός να πληροφορηθεί η κοινωνία για την πραγματική διάσταση του προβλήματος, αφετέρου να λειτουργήσει αυτό το βιβλίο ως ένα μικρό ερέθισμα να ξανασυζητήσουμε οι άνθρωποι των Μέσων για τον ρόλο μας, την εικόνα που έχει η κοινωνία για μας, να ξαναμιλήσουμε ακόμα και για τα στοιχειώδη. Τι σημαίνει δημοσιογράφος στις μέρες μας; Είναι αυτός που καλείται στα τηλεοπτικά πάνελ υποκαθιστώντας τον εκπρόσωπο ενός κόμματος; Αυτή είναι η δουλειά μας; Είναι η δουλειά μας να συμπεριφερόμαστε ως συνταγματολόγοι, σεισμολόγοι και βαποράκια πολιτικών ή επιχειρηματικών συμφερόντων; Έχω την εντύπωση πως όχι.

  • Με τόσο μακρά διαδρομή στη δημοσιογραφία θα είχατε πάντως να θυμηθείτε και πολύ καλές στιγμές

Ιστορίες καλής δημοσιογραφίας έχω να πω πολλές ωστόσο αν τις κατέγραφα θα έμοιαζε σαν να κάνω το αυτονόητο, αυτό που οφείλουμε να κάνουμε ως επαγγελματίες δηλαδή.

  • Κάνοντας έναν απολογισμό, θα λέγατε το γνωστό «κάθε πέρυσι είναι και καλύτερα»;

Ναι, σίγουρα θα το έλεγα αυτό, αλλά ανεξάρτητα από τι λέω εγώ το λένε και οι έρευνες. Μια πρόσφατη, τον Ιανουάριο του 2018 που έγινε ανάμεσα σε πολίτες 38 χωρών σε όλο τον κόσμο έδειξε ότι οι Έλληνες έχουν τη χαμηλότερη εμπιστοσύνη στα ΜΜΕ που τους ενημερώνουν. Η είδηση γι αυτή την έρευνα, όχι απλά δεν ταρακούνησε εμάς τους δημοσιογράφους αλλά φιλοξενήθηκε στην κατηγορία των ”μονόστηλων” από πολλά ΜΜΕ…

  • Ένα σχόλιο για τη ρήση του Τζορτζ Όργουελ «δημοσιογραφία είναι να δημοσιεύεις αυτά που κάποιος άλλος δεν θέλει να δημοσιευθούν, όλα τα άλλα είναι δημόσιες σχέσεις». Είναι αυτή η πεμπτουσία της δημοσιογραφίας;

Προφανώς αλλά στις μέρες μας δεν είναι μόνο αυτή. Οι εποχές που τα έγραφε αυτά ο Όργουελ είναι πολύ μακρινές και οι συνθήκες είναι διαφορετικές. Η δημοσιογραφία καλείται στις μέρες μας να κάνει κάτι θεαματικά πιο δύσκολο, ν’ αναδείξει τις πραγματικές ειδήσεις μέσα από έναν βομβαρδισμό πληροφοριών που δέχονται καθημερινά οι πολίτες, να τις διυλίσει, να ελέγξει την αλήθεια τους, να πετάξει τις ψεύτικες. Η δημοσιογραφία θα πρέπει να διαχειριστεί ένα θολό τοπίο που δημιουργείται καθημερινά στον τομέα της ενημέρωσης επηρεάζοντας πολιτικές -και όχι μόνο – συμπεριφορές.

  • Ο Τόμας Τζέφερσον, πάλι, είχε πει ότι «αν ήταν στο χέρι μου να αποφασίσω κατά πόσον θα έπρεπε να έχουμε μια κυβέρνηση χωρίς εφημερίδες ή εφημερίδες χωρίς κυβέρνηση, δεν θα δίσταζα ούτε μια στιγμή να διαλέξω το δεύτερο». Θεωρείτε ότι είναι πολλοί ηγέτες και κυβερνήσεις ακόμη και στην Ευρώπη που θα επέλεγαν το πρώτο;

Θεωρώ πως η πλειονότητα των εξουσιών θέλουν έναν αποδυναμωμένο και αναξιόπιστο Τύπο (με την ευρεία έννοια, εφημερίδες, διαδικτυακές πλατφόρμες, ραδιοτηλεοπτικά μέσα). Και είναι λογικό αυτό αφού η θεμελιώδης υποχρέωση του Τύπου είναι ο έλεγχος κάθε μορφής εξουσίας. Αυτό που συμβαίνει στις μέρες μας είναι η χρησιμοποίηση των όποιων αδυναμιών του Τύπου από λαϊκιστές πολιτικούς ηγέτες οι οποίοι μεγεθύνουν τα προβλήματα αναξιοπιστίας ή τις ανάρμοστες διασυνδέσεις Μέσων ενημέρωσης με ποικίλα συμφέροντα για να στρέψουν την κοινή γνώμη εναντίον των Μέσων.

  • Με τι στόχο;

Να τα απαξιώσουν. Αν κάποιος αναζητήσει ένα απόλυτα κοινό σημείο των λαϊκιστών που έχουν κερδίσει μεγάλο έδαφος σε πολλές γωνιές της γης, θα εντοπίσει τις λυσσαλέες επιθέσεις κατά των Μέσων. Ο Τραμπ, αποτελεί την πιο χαρακτηριστική περίπτωση ενός τέτοιου ηγέτη κατηγορώντας ανεξάρτητα και έγκυρα αμερικανικά Μέσα ότι διακινούν ψεύτικες ειδήσεις. Έφτασε στο σημείο ν’ απονέμει βραβεία fake news σε κατά κοινή ομολογία έγκυρα Μέσα. Δεν το κάνει μόνο αυτός, πολλοί λαϊκιστές πολιτικοί ηγέτες τον έχουν μιμηθεί και συνεχίζουν να το κάνουν. Η χώρα μας, δεν θα μπορούσε ν’ αποτελέσει εξαίρεση. Απαξιώνοντας σχεδόν το σύνολο των Μέσων και των δημοσιογράφων, οι κυβερνήσεις όχι απλά αποφεύγουν τον έλεγχο, αλλά επικοινωνούν μια εικονική πραγματικότητα, αυτή που εξυπηρετεί τις επιλογές τους. Σταθερή επιδίωξη όλων των κυβερνήσεων είναι αυτή, δική μας επιδίωξη θα πρέπει να είναι το ακριβώς αντίθετο…

Από φίλτρο οι ειδήσεις για τις Ευρωεκλογές: Απόφαση σταθμός της Ε.Ε. για να κοπούν Fake News

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: