Οι δεξιοί λαϊκιστές και οι αντιευρωπαίοι εθνικιστές ελπίζουν ότι στις ευρωεκλογές του ερχόμενου Μαϊου θα κερδίσουν ως και το ένα τρίτο των 705 εδρών του κοινοβουλίου. Αλλοι, πιο φιλόδοξοι, ονειρεύονται ένα συντριπτικό πλήγμα στην καρδιά του φιλελεύθερου κατεστημένου της Ευρώπης.
Οσοι όμως θεωρούν ότι οι ριζοσπάστες αποτελούν μια ακατανίκητη δύναμη ίσως να είναι υπερβολικά απαισιόδοξοι, καθώς παραγνωρίζουν τις σημαντικές διαφορές ανάμεσα στους Αγανακτισμένους της εποχής μας. Οι διαφορές αυτές μετατρέπονται συχνά σε σοβαρές διαφωνίες. Και με δεδομένο ότι έχουν τις ρίζες τους στην ιδιαίτερη εθνική προέλευση κάθε κόμματος και κινήματος, καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη τη συνεργασία τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η διαμάχη για το Alto Adige αποτελεί πονοκέφαλο για τη Λέγκα, ένα λαϊκιστικό, ξενόφοβο κόμμα που μπήκε στην κυβέρνηση τον Ιούνιο. Το κόμμα του Σαλβίνι έχει ιδεολογική συγγένεια με το Κόμμα της Ελευθερίας. Δεν φείδεται επαίνων ούτε για το μικρό, ακροδεξιό, γερμανόφωνο κόμμα του Νότιου Τιρόλου που ζητά απόσχιση αυτής της περιοχής από την Ιταλία. Ο ιταλός υπουργός Εσωτερικών ελπίζει ότι η «παρεξήγηση» με τα διαβατήρια θα λυθεί σύντομα.
Από την άλλη πλευρά, ο έρωτας της Λέγκας και του Κόμματος της Ελευθερίας έχει κάποια εθνικά όρια. Ούτε ο Σαλβίνι ούτε η Λέγκα αντέχουν να θεωρηθούν υπερβολικά υποχωρητικοί απέναντι στην Αυστρία, πόσο μάλλον απέναντι στους αυτονομιστές του Νότιου Τιρόλου, σε ζητήματα εθνικής αξιοπρέπειας και εδαφικής ακεραιότητας. Η πολιτική αξιοπιστία της Λέγκας έγκειται σε έναν βαθμό στον ισχυρισμό της ότι η κυβέρνηση στην οποία μετέχει θα αναγκάσει τις άλλες χώρες της ΕΕ να την πάρουν επιτέλους στα σοβαρά.
Στην εξωτερική πολιτική, το αυστριακό Κόμμα της Ελευθερίας και η ιταλική Λέγκα αρνούνται να επικρίνουν την ένοπλη επέμβαση της Μόσχας στην Ουκρανία, κάτι που τις φέρνει σε αντιπαράθεση με το κυβερνών πολωνικό κόμμα του Νόμου και της Δικαιοσύνης. Τα κόμματα αυτά έχουν υπογράψει συμφωνίες συνεργασίας με την Ενωμένη Ρωσία του Πούτιν. Αυτό το είδος της σχέσης με το Κρεμλίνο είναι αδιανόητο για οποιοδήποτε πολωνικό κόμμα επιδιώκει εθνική απήχηση.
Την ίδια στιγμή, η Λέγκα και το «μεταφασιστικό» κόμμα «Αδελφοί της Ιταλίας» διατηρούν επαφές με τον Στιβ Μπάνον, «νονό» της αμερικανικής ακροδεξιάς, ο οποίος επιδιώκει να συντρίψει τους φιλελεύθερους στις ευρωεκλογές του 2019. Αλλοι δεξιοί λαϊκιστές όπως το Κόμμα της Ελευθερίας κρατούν τις αποστάσεις τους, καθώς δεν θέλουν «να παίρνουν εντολές από άλλη ήπειρο».
Ακόμη και η οικονομική πολιτική διχάζει τους δεξιούς λαϊκιστές και εθνικιστές.
Υπάρχουν κι άλλοι λόγοι για τους οποίους το AfD προκαλεί αμηχανία στους δεξιούς εθνικιστές της Ευρώπης. Τον περασμένο Ιούνιο, ο συμπρόεδρος του κόμματος στην Μπούντεσταγκ Αλεξάντερ Γκάουλαντ δήλωσε ότι ο Χίτλερ και οι Ναζί «είναι μια απλή κουτσουλιά στην υπερχιλιετή επιτυχημένη γερμανική ιστορία».
Οι εθνικιστές έχουν βέβαια πολλά κοινά σημεία. Το μήνυμά τους για τη μετανάστευση, την εθνική ταυτότητα και τη θέση του ισλάμ στην Ευρώπη είναι απλό. Εκμεταλλεύονται τη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης για την ανεπάρκεια της ΕΕ. Στο τέλος, όμως, ο εθνικισμός που τους έφερε τόση επιτυχία στις χώρες τους θα φρενάρει την αποτελεσματικότητά τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
(*) Ο Τόνι Μπάρμπερ είναι αρθρογράφος των Financial Times (Πηγή: Financial Times via ΑΠΕ-ΜΠΕ)
Η γεωγραφία επιστρέφει στην πολιτική: Όσοι στο παρελθόν την αρνήθηκαν μόνο κόστος πλήρωσαν