Η ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960 έλαβε χώρα κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες. Στόχος του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ ήταν η ένωση και όχι η ανεξαρτησία. Το δοτό Σύνταγμα ήταν αποτέλεσμα του ανισοζυγίου δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Έτσι η Τουρκία απέκτησε εγγυητικά δικαιώματα και η τουρκοκυπριακή μειονότητα εξασφάλισε προνομιακή μεταχείριση.
Κατ΄ ουσίαν το Σύνταγμα δημιούργησε μια διαρχία στα πλαίσια ενός δικοινοτικού κράτους. Ως εκ τούτου πολλοί ξένοι αναλυτές προέβλεψαν ότι το μέλλον της χώρας αυτής ήταν δυσοίωνο. Μάλιστα αρκετοί εξέφρασαν την εκτίμηση ότι το νέο κράτος είχε γεννηθεί ετοιμοθάνατο.
Η διακοινοτική σύγκρουση 1963-64 είχε ως αφορμή την κατάθεση από τον Πρόεδρο Μακάριο 13 σημείων για τροποποίηση του Συντάγματος στις 30 Νοεμβρίου 1963. Ωστόσο τα αίτια ήταν βαθύτερα. Με το ψήφισμα 186 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στις 4 Μαρτίου του 1964 κατ΄ ουσίαν νομιμοποιήθηκε το Δίκαιο της Ανάγκης. Η Κυπριακή Δημοκρατία λειτουργούσε πλέον ως ένα ενιαίο κράτος – ήταν στην πραγματικότητα ένα δεύτερο ελληνικό κράτος.
Παρά ταύτα ο στόχος εξακολουθούσε να παραμένει η ένωση. Η άνοδος της Χούντας στην Ελλάδα στις 21 Απριλίου 1967 καθώς και άλλα γεγονότα όπως η κρίση τον Νοέμβριο του 1967 που κατέληξε στην αποχώρηση της ελληνικής μεραρχίας από την Κύπρο οδήγησαν τον Πρόεδρο Μακάριο να αναθεωρήσει την πολιτική του. Στόχος ήταν πλέον το εφικτό, ένα ενιαίο κράτος, και όχι το ευκταίο, η ένωση.
Δυστυχώς η πολιτική Μακαρίου υποσκαπτόταν συστηματικά τόσο στην Αθήνα όσο και στην Κύπρο. Ο Μακάριος σε κάποια στιγμή πέτυχε να εξομαλύνει τις σχέσεις Αθηνών-Λευκωσίας με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. Όταν όμως ανήλθε στην εξουσία η Χούντα(ΙΙ) τον Νοέμβριο του 1973 υπό τον Δημήτριο Ιωαννίδη η Κύπρος εισήλθε σε μια πορεία ολέθρου.
Μετά την πρώτη κατάπαυση του πυρός και την πτώση του πραξικοπηματικού καθεστώτος στη Λευκωσία ο Προεδρεύων Γλαύκος Κληρίδης εισηγήθηκε στις 23 Ιουλίου 1974 την επιστροφή στο Σύνταγμα του 1960. Η τουρκική απάντηση ήταν: «είναι πλέον αργά». Ενώ στην Αθήνα αποκαθίστατο η δημοκρατία, τα τουρκικά στρατεύματα εισβολής στην Κύπρο παραβίαζαν την κατάπαυση του πυρός προελαύνοντας.
Το τι ακολούθησε είναι γνωστό. Η Τουρκία κατέλαβε το 38% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας προβαίνοντας σε εθνοκάθαρση καθώς και σε πολλαπλά εγκλήματα πολέμου. Έκτοτε η Τουρκία όχι μόνο έχει εμβαθύνει την κατοχή αλλά προσπαθεί να καταστρέψει την Κυπριακή Δημοκρατία αντικαθιστώντας την με ένα νέο τρικέφαλο κρατικό μόρφωμα στο οποίο καμιά ουσιαστική απόφαση δεν θα λαμβάνεται χωρίς τη βούλησή της.
Αξιολογώντας το υφιστάμενο διαπραγματευτικό κεκτημένο μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί ότι έχει επέλθει μια ουσιαστική μετατόπιση προς τις τουρκικές θέσεις. Η εξέλιξη αυτή δεν ήταν μόνο αποτέλεσμα του ανισοζυγίου δυνάμεων. Ήταν επίσης αποτέλεσμα λανθασμένων υποθέσεων εργασίας καθώς και ανυπραξίας ολοκληρωμένης πολιτικής από Αθήνα και Λευκωσία. Επιπρόσθετα, σημειώνεται ότι χάθηκε μοναδική ευκαιρία για επανατοποθέτηση του Κυπριακού μετά το δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004.
Υπό τις περιστάσεις θεωρώ ότι η καλύτερη δυνατή επιλογή είναι η υιοθέτηση μιας εξελικτικής προσέγγισης με τελικό στόχο ένα λειτουργικό ομοσπονδιακό πλαίσιο που θα προκύψει ως αποτέλεσμα της αναθεώρησης του Συντάγματος του 1960. (Βλέπε το κείμενο μου με τίτλο “Revisiting the Cyprus Question and the Way Forward” το οποίο δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2017 στο Turkish Policy Quarterly, vol. 15, no. 4, (http://turkishpolicy.com/article/841/revisiting-the-cyprus-question-and-the-way-forward).
(*) Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας. Περίληψη ομιλίας σε εκδήλωση στην Αθήνα που διοργανώθηκε από την Οικουμενική Ομοσπονδία Κωνσταντινουπολιτών.
Στα βουνά της Κύπρου ταιριάζουν ελαιόδεντρα και όχι σημαίες: Το νησί αποζητά την ειρήνη