Η Ελλάδα εξέρχεται από τα “προγράμματα στήριξης”, αλλά το χρέος παραμένει απειλή




Η Ελλάδα επισήμως ολοκληρώνει το πρόγραμμα στήριξης τη Δευτέρα, ύστερα από οχτώ χρόνια περικοπών με αντάλλαγμα τεράστια δάνεια μετά από την οικονομική κατάρρευση που άγγιξε τη Μεγάλη Ύφεση, γράφει ο David Mchugh στο Associated Press και στο ABC News.

Η έξοδος είναι ένα θετικό βήμα. Ωστόσο, προσφέρει πολύ λίγες διαβεβαιώσεις ότι η νομισματική ένωση των 19 χωρών έχει αφήσει πίσω της τα προβλήματα με το χρέος. Ο τεράστιος όγκος χρέους της Ελλάδας και ένας ακόμη μεγαλύτερος στην Ιταλία θα συνεχίσουν να αποτελούν χρηματοοικονομική απειλή για την Ευρώπη και ενδεχομένως να χρειαστεί μια γενιά για να εκτονωθεί.

Τα προβλήματα χρέους της Ευρώπης έχουν επανειλημμένα εγείρει ανησυχίες κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας σχετικά με τη διάλυση του ευρώ, το χείριστο σενάριο που θα προκαλούσε σοβαρές οικονομικές ζημίες στην περιοχή και θα συγκλόνιζε τις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές και το εμπόριο.

Στην Ελλάδα, οι διαδοχικές κυβερνήσεις δανείζονταν σε τεράστιο βαθμό για τρεις δεκαετίες προκειμένου να χρηματοδοτήσουν γενναιόδωρες δαπάνες για θέσεις εργασίας προς πολιτικούς υποστηρικτές, ενώ ανέχονταν ευρεία φοροδιαφυγή και κάλυψη δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Όλα αυτά «έσκασαν ηχηρά» τον Οκτώβριο του 2009, όταν η Ελλάδα αναγνώρισε ότι το δημοσιονομικό της έλλειμμα ήταν πολύ μεγαλύτερο από ό, τι είχε αναφερθεί προηγουμένως. Οι σοκαρισμένοι επενδυτές δεν θα κινδύνευαν πλέον να δανείζουν την Ελλάδα με προσιτά επιτόκια, αναγκάζοντας την κυβέρνηση να στραφεί σε δανεισμό διάσωση από τις άλλες χώρες της ευρωζώνης και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Τα δάνεια ήρθαν με σκληρούς όρους: μείωση των ελλειμμάτων, που οδήγησε σε επιθετικές αυξήσεις φόρων και περικοπές δαπανών, μια σειρά μεταρρυθμίσεων που αποσκοπούσαν στη βελτίωση της είσπραξης των φόρων και του επιχειρηματικού κλίματος εν γένει. Η οικονομία, που επλήγη έντονα από τις περικοπές των δαπανών, συρρικνώθηκε κατά ένα τέταρτο.

Η Ελλάδα οφείλει τώρα το συνολικό χρέος των 322 δισ. ευρώ (366 δισ. δολάρια), ή πάνω από το 180% της ετήσιας οικονομικής παραγωγής. Από αυτό, 256,6 δισ. ευρώ οφείλονται στους πιστωτές της ευρωζώνης και 32,1 δισ. ευρώ στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το 2012, περίπου 107 δισεκατομμύρια ευρώ χρεών διαγράφηκαν με απώλειες ιδιωτών ομολόγων.

Η Δευτέρα είναι η ημέρα λήξης του τρίτου και τελευταίου προγράμματος διάσωσης, που σημαίνει ότι δεν διατίθενται περισσότερα χρήματα προς τη χώρα. Η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να υπόκειται σε τριμηνιαίες επισκέψεις τεχνικών εμπειρογνωμόνων για να εξασφαλιστεί ότι θα εκπληρώσει τους συμφωνημένους στόχους για τα δημόσια οικονομικά έως την αποπληρωμή του τελευταίου δανείου διάσωσης το 2060.

Οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης έδωσαν στην Ελλάδα αρκετά μετρητά για να καλύψουν 22 μήνες χρηματοδοτικών αναγκών και μείωσαν σημαντικά τους όρους αποπληρωμής του χρέους της. Η Ελλάδα πρέπει να περάσει τις τριμηνιαίες αξιολογήσεις για να ενεργοποιήσει αυτή την ελάφρυνση του χρέους. Αλλά δεν θα λάβει όρους για νέες μεταρρυθμίσεις. 

Κάποιοι ειδικοί ισχυρίζονται ότι ο καλύτερος τρόπος να βοηθηθεί η Ελλάδα θα είναι εάν οι χώρες της ευρωζώνης διαγράψουν μέρος των δανείων. Αλλά οι κυβερνήσεις αντέδρασαν σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Τα προγράμματα διάσωσης δεν ήταν δημοφιλή, ιδιαίτερα στη Γερμανία, και η διαγραφή χρέους θα ήταν δύσκολο για ηγέτες όπως η Γερμανίδα καγκελάριοςA. Merkelνα το περάσουν στη χώρα τους. 

Το ΔΝΤ και εξέχοντες οικονομολόγοι λένε ότι εάν ένα μέρος των δανείων της Ελλάδας δεν διαγραφεί, το χρέος θα ξεφύγει πάλι εκτός ελέγχου. Η Ελλάδα οφείλει να επιτύχει εξαιρετικά μεγάλα δημοσιονομικά πλεονάσματα πριν την καταβολή τόκων – τα λεγόμενα πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ έως το 2023 και 2,2% στη συνέχεια. Το ΔΝΤ επισημαίνει ότι πολύ λίγες χώρες στο παρελθόν έχουν κατορθώσει να το επιτύχουν.

Υποστηρίζει ότι οι χώρες συχνά αμβλύνουν γρήγορα τις περικοπές, καθώς οι πολίτες κουράζονται από τις υπηρεσίες που δεν έχουν πλέον στη διάθεσή τους. Οι δαπάνες για την κρατική υγειονομική περίθαλψη στην Ελλάδα, για παράδειγμα, έχουν συρρικνωθεί σε ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα στην ευρωζώνη, ενώ το φτωχότερο 20% των Ελλήνων λένε ότι ξοδεύουν το 44% του εισοδήματός τους σε ακάλυπτα ιατρικά έξοδα ενώ πολλοί έχουν απομείνει απλά χωρίς ιατρική περίθαλψη.

Ο Γεώργιος Παγουλάτος, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, εκτιμά ότι τελικά οι πιστωτές της χώρας ενδέχεται να χρειαστεί να μειώσουν τις προσδοκίες τους για το πόσο μπορεί να εξοικονομήσει η Ελλάδα.

Θεωρεί ότι τα χαμηλότερα πλεονάσματα και η καλύτερη οικονομική ανάπτυξη από τις μεταρρυθμίσεις υπέρ των επιχειρήσεων θα μπορούσαν να αποτελέσουν το κλειδί για τη βιωσιμότητα του χρέους.

«Δεν σημαίνει ότι η φοροδιαφυγή έχει εξαλειφθεί ή ότι οι κυβερνήσεις δεν θα κάνουν πλέον χάρες στους υποστηρικτές τους», ανέφερε ο Παγουλάτος. Αλλά ο βαθμός μεταρρύθμισης δεν πρέπει να υποτιμάται. Οι αλλαγές σε διάστημα οκτώ ετών «ήταν πολύ σημαντικές και πρέπει να έχουν αντίκτυπο στην παραγωγικότητα».

Η αργή ανάπτυξη της Ιταλίας από την ένταξή της στο ευρώ σημαίνει ότι το τρίτο μεγαλύτερο μέλος της ευρωζώνης δεν κατόρθωσε να μειώσει το τεράστιο χρέος που επιβάρυνε τη νομισματική ένωση όταν προσχώρησε ως ιδρυτικό μέλος το 1999. Παραμένει στο αυξημένο 133,4%, το δεύτερο υψηλότερο μετά την Ελλάδα. Αξιωματούχοι που σχετίζονται με τον συνασπισμό μεταξύ του λαϊκιστικού κόμματος των 5 Αστέρων και της Λέγκας έκαναν δηλώσεις για έξοδο από το ευρώ και επέκριναν τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που περιορίζουν το χρέος και τα ελλείμματα. Αυτό έχει δημιουργήσει φόβους για μια νέα κρίση χρέους.

Οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης έχουν δημιουργήσει τρόπους για την προστασία της νομισματικής ένωσης σε μια κρίση. Το ένα είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να προσφέρεται να αγοράζει ομόλογα χωρών με υπερβολικό κόστος δανεισμού. Αλλά αυτό προϋποθέτει την υπογραφή ενός σχεδίου για τη μείωση του δημόσιου ελλείμματος και αυτό φαίνεται να είναι το τελευταίο πράγμα που θα κάνει η σημερινή ιταλική κυβέρνηση. Η πιο δραστική εναλλακτική λύση θα ήταν η Ιταλία να εγκαταλείψει το ευρώ.

Ο Guntram Wolff, διευθυντής του ερευνητικού ινστιτούτου Bruegel στις Βρυξέλλες, αναφέρει ότι η κατάσταση του χρέους της Ιταλίας είναι διαφορετική από την Ελλάδα, καθώς τα περισσότερα ιταλικά ομόλογα είναι στα χέρια των Ιταλών. Αυτό σημαίνει ότι οι πληρωμές των δημόσιων χρεών παραμένουν στη χώρα για να υποστηρίξουν τις δαπάνες και τις επενδύσεις των Ιταλών. «Στην Ιταλία, το πρόβλημα του χρέους είναι ουσιαστικά ένα εσωτερικό ζήτημα», ανέφερε.

Η εξέλιξη της Ιταλίας θα αποφασιστεί από ένα συνδυασμό τριών παραγόντων: την αύξηση των επιτοκίων, την οικονομική ανάπτυξη και την πολιτική βούληση για εξοικονόμηση των δημόσιων οικονομικών, δηλαδή να παραμεληθούν οι δαπάνες για τα σχολεία και τις συντάξεις προκειμένου να επιτευχθεί η αποπληρωμή του χρέους. Η πρόσφατη πολιτική αναταραχή έπληξε τους επενδυτές, οι οποίοι αύξησαν το κόστος δανεισμού για την Ιταλία στις αγορές ομολόγων.

«Εάν η Ιταλία μπορέσει να το κάνει αυτό πολιτικά και οικονομικά, αυτό είναι το ερώτημα των 2 τρισεκατομμυρίων ευρώ», δήλωσε ο Wolff, αναφερόμενος στο μέγεθος του δημόσιου χρέους της Ιταλίας. Πιστεύει ότι η αποφασιστικότητα των πολιτικών να κρατήσουν τα δημόσια οικονομικά υπό έλεγχο αποδυναμώνεται. «Έτσι θα έλεγα ότι η εικόνα φαίνεται πιο ζοφερή από ότι πριν από έξι μήνες». Τελικά ο Wolff πιστεύει ότι η διαταραχή από την έξοδο από το ευρώ θα ήταν τόσο μεγάλη ώστε η κυβέρνηση θα αλλάξει πορεία. Οι απώλειες «θα ήταν τόσο μαζικές, ώστε οι άνθρωποι θα έλεγαν, όχι, ας μην το κάνουμε αυτό». 

Πολιτικοί, Έλληνες και Ευρωπαίοι, φέρουν κάποια ευθύνη, για τα οκτώ χρόνια κρίσης, λέει ο Μοσκοβισί

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: