Του Πέτρου Στυλιανού
Συχνά-πυκνά εκφεύγουν από το στόμα πολιτικών παραγόντων αχαρακτήριστες εκφράσεις εξίσωσης θυτών (Τούρκων) και θυμάτων (Ελληνοκύπριων κι Ελλήνων γενικότερα). Με την ευκαιρία, οφείλουμε έντονα να δηλώσουμε πως εντονότατα καταδικάζουμε όλες τις απεχθείς από μεμονωμένους, βασικά, Ελληνοκύπριους εγκληματίες πράξεις βίας σε βάρος των συνοίκων Τούρκων.
Όμως η μυωπική, η ανιστόρητη κι εθνικά καταστροφική θέση τούτη, επαναλαμβάνουμε εξίσωσης θυμάτων και θυτών, τις μεμονωμένες, ανεπίσημες, απεχθείς ελληνοκυπριακές ενέργειες με το οργανωμένο, το κρατικά κατευθυνόμενο και ποδηγετούμενο πογκρόμ της τουρκικής πλευράς, είναι παντελώς αδιανόητη και εθνικά βλαπτικότατη.
Ας ιχνηλατήσουμε για τούτο τα γεγονότα με κάποια σειρά:
Ρωτάμε για τούτο, κύριοι εξισωτές θυτών και θυμάτων; Έχετε επίγνωση των εθνικού ολέθρου που προξενήθηκε -και, το σπουδαιότερο, τουρκική δολιότητι – στην Πόλη ή προσποιείστε ότι το αγνοείτε; Να σας το αναλύσουμε εν τάχει, και σ’ελάχιστες γραμμές μέσα, το εθνικόν έγκλημα που οι Τούρκοι διέπραξαν: ξερίζωσαν, απλούστατα, οριστικά από την πάλαι ποτέ πρωτεύουσαν του βυζαντινού κράτους και τους εναπομείναντες στη Βασιλεύουσα εκατόν χιλιάδες Έλληνες, που με την όλη δραστηριότητά τους κρατούσαν τα σκήπτρα της οικονομικοδημοσιονομικής ζωής της Πόλης!
Και το ερώτημα και πάλιν που τίθεται είναι: Ποια «εγκληματική» ελληνική /ελληνοκυπριακή ενέργεια μπορεί ν’αντισταθμίσει τον εθνικόν όλεθρον που οι Τούρκοι σοβινιστές προκάλεσαν; Μπορείτε να μας μνημονεύσετε έστω και μίαν;
Συνεπώς, πριν το στόμα τους ν’ανοίξουν οι πιο πάνω ανιστόρητοι επιμερίζοντας ισόποσες ευθύνες, καλύτερα να σκέφτονται σοβαρά και μετά με τόσο στόμφο ν’αποφαίνονται!
Ας προχωρήσουμε, όμως, λίγο πάρα πέρα.
Γνωρίζουν ή προσποιούνται πως δεν γνωρίζουν τον ρόλο που η «επίσημη» τουρκοπολιτική ηγεσία, Ραούφ Ντενκτάς και Σία, διαδραμάτισε στη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα του 1955-59;
Το βαρύτατον έγκλημα της τουρκοκυπριακής πολιτικής ηγεσίας με επικεφαλής και πάλιν τον Ντενκτάς;
Απλούστατα, πύκνωσε τις τάξεις του αγγλοτουρκικού Επικουρικού Σώματος (του περιώνυμου Αuxiliary Police) με χιλιάδες έμμισθων φανατικών Τουρκοκύπριων που συνέπρατταν -πάντοτε, μάλιστα, υπερβάλλοντές τους- με τους Άγγλους στρατιωτικούς προϊσταμένους τους –επιτιθέμενοι κατά Ελληνοκύπριων βασανίζοντες, εκβιάζοντες, δολοφονούντες οι αγωνιστές και μη, προς ικανοποίηση των Άγγλων προϊσταμένων τους. Πότε, στ’ αλήθεια, η επίσημη ελληνοκυπριακή πλευρά που αποτελούσε το 82% του αυτόχθονος και γηγενούς πληθυσμού του νησιού αυτού –κι αγωνιζότανε με νύχια και με δόντια να διασπάσει το ανήθικο, μικρόνοο «ουδέποτε» των κατ’εξοχήν ηθικών υπεύθυνων Βρετανών πολιτικών Ίντεν, Μακμίλαν, και να επιτύχει τον ιερότατό της στόχο που ήταν η Ένωση των 82%, επαναλαμβάνουμε, του γηγενούς πληθυσμού του νησιού αυτού, με τον ελεύθερο μητροπολιτικό ελληνισμό– διέπραξε τέτοια εγκλήματα, που επισήμω τουρκοκυπριακή επινεύσει το αποτρόπαιο τούτο Σώμα (των Επικουρικών) εις βάρος του ελληνοκυπριακού πληθυσμού διέπραξε;
Και αν τα γνωρίζουν, με ποια συγκεκριμένα, χωρίς καμιάν απολύτως επίσημη/κρατική ελληνοκυπριακή καθοδήγηση διαπράχθηκαν, αν όντως διαπράχθηκαν;
Πώς, στ’ αλήθεια, συγκρίνουνε τη χιονοστιβάδα των επισήμων καθοδηγήσει, ξαναλέμε, τουρκοκυπριακών εγκληματιών με τη στάση της επίσημης ελληνοκυπριακής πλευράς και εμμέσως –πλην σαφώς– την ταυτίζετε με την εγκληματικήν «επίσημη»/οργανωμένη /διατεταγμένη τουρκοκυπριακή συμπεριφορά;