Του ΜΙΧΑΛΗ ΙΓΝΑΤΙΟΥ
Με εκπλήσσει πάντα θετικά όταν ο πολιτικός κόσμος της Κύπρου τα «βρίσκει» στα βασικά ζητήματα, όπως αυτά της οικονομίας και της ενέργειας. Μιλώντας με φίλους και συναδέλφους στην Ελλάδα, έχουμε καταλήξει στο πολύ ορθό συμπέρασμα ότι είναι αυτό που λείπει από τη «Μητέρα Πατρίδα».
Στην Ελλάδα, δεν μπορεί να φανταστεί κανείς ότι ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης θα ψηφίσει έστω και ένα νομοσχέδιο που καταθέτει στη Βουλή η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα. Ο τελευταίος δεν υποστήριξε ποτέ σχέδιο νόμου που παρουσίασε ο Αντώνης Σαμαράς όταν ήταν πρωθυπουργός. Ναι, πρόκειται για απαράδεκτη κατάσταση, χωρίς αμφιβολία.
Η Ελλάδα δεν πρόκειται να ορθοποδήσει για όσο διάστημα επικρατεί ο διχασμός με ευθύνη του πολιτικού προσωπικού, που στην πλειοψηφία του χαρακτηρίζεται από ανικανότητα. Και δεν υπάρχει καμία απολύτως πιθανότητα, να ξεπεραστεί η οικονομική κρίση με τις προσπάθειες μονοκομματικών κυβερνήσεων. Όποιος και αν βρεθεί στην εξουσία δεν μπορεί να κυβερνήσει προς όφελος των πολιτών όταν ο “απέναντι” τον πετροβολεί…
Βέβαια, πάντα, απουσιάζει ο «αριστερός» ψάλτης και στο θέμα της οικονομίας ήταν αρνητικοί παράγοντες οι αξιωματούχοι του ΑΚΕΛ, διότι νόμιζαν πως θα έχουν κομματικά οφέλη. Δεν είχαν βεβαίως, δεν υπήρχε περίπτωση να έχουν, διότι ξέρουμε ότι φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη για την κατάσταση της οικονομίας. Θα έλεγα ότι έχουν όλη την ευθύνη, αλλά με χάλασε πολύ το «κούρεμα» των καταθέσεων, όταν οι συντηρητικοί φίλοι του Προέδρου της Δημοκρατίας τον εξανάγκασαν να δεχθεί τις βρόμικες και απαράδεκτες αποφάσεις τους.
Στον Κραν Μοντάνα προσγειώθηκαν ξαφνικά και ανώμαλα στην πραγματικότητα. Πρώτος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος άκουσε με τα αφτιά του τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου να του λέει –παραφράζοντας τα λόγια του– ότι αν θέλει λύση θα πρέπει να αποδεχθεί ότι η Τουρκία θα παραμείνει στην Κύπρο. Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας δεν μπορούσε να το πει πιο ξεκάθαρα. Φαντάζομαι ότι ο κ. Άντρος Κυπριανού γνωρίζει και αυτός από πρώτο χέρι τη θέση της Τουρκίας. Τα ίδια θα του είπε ο φίλος του ο κ. Τσαβούσογλου όταν τον υποδέχθηκε στο Σαράι του, στην Κωνσταντινούπολη. Του έκανε την τιμή να τον συνοδεύσει και με το αυτοκίνητό του, αν δεν με απατά η μνήμη μου. Όταν λοιπόν γνωρίζουν με ακρίβεια τις θέσεις της ισλαμικής Τουρκίας, γιατί επιμένουν να τις νομιμοποιήσουν;
Θα περίμενε κανείς ότι τα δύο μεγάλα κόμματα, που συντηρούν ακόμα τις πολιτικές του διχασμού και έχουν μείνει στον εμφύλιο του 1971-’74, θα έκαναν βήμα μπροστά και θα άρχιζαν τη σταδιακή υποχώρηση από τις ανεδαφικές θέσεις τους. Δεν το έχουν πράξει ακόμα, χωρίς να αποκλείω ότι στον ΔΗΣΥ το σκέφτονται.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, η πολιτική τους στο Κυπριακό έχει χρεοκοπήσει οικτρά και θα έλεγα ότι θα πρόσφεραν εθνική υπηρεσία στον τόπο και στην εθνική υπόθεση για μία σωστή λύση, εάν άρχιζαν να δείχνουν τους πραγματικούς φταίχτες για τη συνεχιζόμενη κατοχή. Όταν η κατοχική δύναμη Τουρκία επιμένει να απαιτεί «τα πάντα όλα», εσύ δεν λες ούτε «ναι», ούτε «να το συζητήσουμε». Διότι αποδέχεσαι να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση από το σημείο που αυτοί ορίζουν.
Έχω γράψει πολλές φορές, απευθυνόμενος στον κ. Αναστασιάδη, ότι οι ξένοι του χρωστούν, όχι αυτός στους ξένους. Στάθηκε δίπλα τους το 2004 –και κακώς έπραξε– οπότε δεν έχουν κανένα, μα κανένα δικαίωμα, να του απαιτούν να δώσει και άλλα. Διότι αδικεί τον εαυτό του, ενώ μπορούσε να μείνει στην Ιστορία ως ο πολιτικός που άλλαξε τις θέσεις των ξένων και πήρε στο διαπραγματευτικό τραπέζι περισσότερα απ’ όλους τους προηγούμενους. Βέβαια, θα μου πείτε, όταν έχει τον αριστερό «ψάλτη» να δέχεται ως γεγονότα τα λόγια του αποτυχημένου Έσπεν Μπαρθ Άιντε, και των Τούρκων, περιμένεις σωτηρία; Παρ’ όλα αυτά, εκλελεγμένος Πρόεδρος είναι ο κ. Αναστασιάδης, εκλέχθηκε με διαφορετική ατζέντα, και έφτασε –για να καταργήσει τις εγγυήσεις– να προσφέρει παραχωρήσεις που μας έκαιγαν ομαδικά. Είναι, λοιπόν, στο χέρι του να αλλάξει την ατζέντα.
Δεν μπορεί να μην ανησυχεί ο λαός όταν διαβάζει τις προεδρικές δηλώσεις και τις συνεντεύξεις του διαπραγματευτή Ανδρέα Μαυρογιάννη, που ζητούν νέες διασκέψεις τη στιγμή που οι Τούρκοι τους βγάζουν περιπαικτικά τη γλώσσα. Τους βρίζει ο κατοχικός ηγέτης, και το αφεντικό του ο Τσαβούσογλου, και αυτοί θέλουν να ξεκινήσουν να συζητούν επί μπασταρδεμένης βάσης. Για να ξεκινήσει ο διάλογος, πρέπει η Τουρκία να δώσει την τελική της πρόταση στα θέματα των εγγυήσεων, των επεμβατικών δικαιωμάτων και της αποχώρησης των κατοχικών στρατευμάτων. Άλλωστε είναι μία λεπτομέρεια που εκκρεμεί από τη Διάσκεψη της Γενεύης… Αλλά θα επανέλθω.