Όταν απουσιάζει η διεκδικητικότητα, ενισχύεται ο Εθνικισμός! Η ευθύνη των κομμάτων και τι μπορούσαν να πράξουν!




Του Νίκου Αντωνιάδη – Νέα Υόρκη

Το τελευταίο διάστημα έχουμε ακούσει πολλούς και πολλά, σε σχέση με τις έννοιες “Εθνικιστές”, “Πατριώτες”, κ.λ.π., και έχω την εντύπωση ότι συχνά, όχι μόνο ο απλός κόσμος αλλά και άτομα, τα οποία κατέχουν ψηλά πολιτικά αξιώματα, ίσως να μην έχουν ξεκαθαρίσει αυτές τις τόσο σημαντικές έννοιες, οι οποίες (ελλείψει σωστής προσέγγισης), μόνο ανούσιες, εμφύλιες “εχθροπραξίες” προκαλούν.

Με μια απλή πλοήγηση στο διαδίκτυο, και σύμφωνα με το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η έννοια του εθνικισμού, ορίζεται ως εξής:

“Ο εθνικισμός είναι η απόλυτη προσήλωση των ατόμων στο έθνος τους, η οποία φτάνει ως την περιφρόνηση και την εχθρότητα προς άλλα έθνη, τα οποία θεωρεί κατώτερα”.

Και η έννοια “Εθνικισμός”, έχει ως ουσιαστική διαφορά από την έννοια «πατριωτισμός» το εξής:
Ο πατριωτισμός, ορίζεται ως η αγάπη για την πατρίδα, η οποία αναπτύσσεται χωρίς καμία διάθεση υποτίμησης ή περιφρόνησης άλλου έθνους (εθνισμός, πατριωτισμός), σε αντίθεση με τον εθνικισμό, ο οποίος δομείται στη βάση της θεώρησης “ανώτερο/κατώτερο έθνος”.

Μέσα από τις πιο πάνω απλές ερμηνείες και το διαχωρισμό των εννοιών, θεωρώ πως ο καθένας μας μπορεί να ξεχωρίσει και να αποκτήσει ξεκάθαρη άποψη αναφορικά με την κάθε “κατηγορία”. Όμως, πάνω από όλα, το πιο σημαντικό (και ανησυχητικό) είναι οι “αναφορές” των πολτικών μας αξιωματούχων, οι οποίοι συχνά, γενικοποιούν τους πιο πάνω όρους, και (θέλω να πιστεύω άθελα τους) προκαλούν ένα είδος φανατισμού στον κόσμο, στους ίδους τους συμπατριώτες μας.

Πάντα σε σχέση με τη δική μας πατρίδα και τα όσα έχουν διαδραματιστεί το τελευταίο διάστημα, η πρόταση του ΕΛΑΜ (το οποίο είναι χτισμένο πάνω σε εθνικιστικά χαρακτηριστικά) και η οποία “πέρασε” από το Κοινοβούλιο και προνοούσε την προσθήκη στους εορτασμούς των σχολείων της απόφασης για το “Ενωτικό Δημοψήφισμα”, και παράλληλα η “ακύρωση” της πρότασης αυτής μέσα από την μεταφορά αυτής της αρμοδιότητας στον Υπουργό Παιδείας, φαίνεται πως (όλα αυτά) εμπορικοποίησαν την ουσία, μιας και τέτοιες έννοιες “πωλούσαν” στις καφετέριες, στα κομμωτήρια, στο φατσοβιβλίο, κ.ο.κ.. Με αποτέλεσμα, δυστυχώς, όλοι αυτοί οι “χειρισμοί” να πληγώσουν την Κυπριακή Δημοκρατία.

Και πάλι δυστυχώς, για τον απλό κόσμο, οι Πολιτικές Στρατηγικές στην Κύπρο, και όχι μόνον, συχνά στερούνται στοιχείων που απορρέουν από την πραγματική έγνοια και τα “θέλω” του κόσμου. Και η ειρωνεία είναι πως μέσα από τα “θέλω” και την έγνοια του κόσμου, η εκλογή (τους) μπορεί να υπάρξει πιο πιθανή (Βλ. ΗΠΑ, Τραμπ).

Με ποιο τρόπο θα μπορούσαν να αποφευχθούν όλα αυτά, χωρίς να πληγώσουν την πατρίδα μας αλλά και χωρίς να “ανατραπούν” οι πολιτικοί σχεδιασμοί των κομμάτων για τις Προεδρικἐς; Ειδικά σε μια περίοδο που, πιστεύω, θα ξαναδούμε παρόμοια περιστατικά κατά τη διάρκεια του διαλόγου (π.χ. ο Ακιντζί ήδη διαμήνυσε πως θα υπάρξει πρόβλημα αν ξεκινήσουν οι γεωτρήσεις πριν τη λύση).

Ποιες θα μπορούσαν να είναι κάποιες εναλλακτικές λύσεις;

  • 1) Αν ο ΔΗΣΥ, θεωρούσε πως μια τέτοια πρόταση θα δυσχέραινε τον Πρόεδρο και τη διαδικασία των συνομιλιών, όφειλε να απορρίψει την πρόταση από την αρχή, τουλάχιστον χρονικά (και όχι να τηρήσει αποχή). Όφειλε να εξηγήσει με ειλικρίνεια στους οπαδούς του το “γιατί”. Π.χ., μπορούσε να δηλώσει ξεκάθαρα πως κάτι τέτοιο “μπορεί να συζητηθεί σε κατοπινό στάδιο” και να μείνει το θέμα εκεί. Σε αντίθεση με το ΑΚΕΛ, το οποίο (προς τιμήν του) ανέκαθεν το ξεκαθάριζε. Κάτι τέτοιο θα προστάτευε το διάλογο, τους οπαδούς του και φυσικά δεν θα φτάναμε εδώ που φτάσαμε.
  • 2) Τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου που στήριξαν και “πέρασαν” την αρχική πρόταση του ΕΛΑΜ, όφειλαν να κοιτάξουν πέραν της όποιας μελλοντικής εκλογής στην Προεδρία, και επίσης να  στηρίξουν το “μπορεί να συζητηθεί σε κατοπινό στάδιο”. Επικοινωνιακά, και σε σχέση με τις Προεδρικές Εκλογές, οι πιθανοί υποψήφιοι Προέδροι που θα προ(σ)έλθουν από τον ενδιάμεσο χώρο, θα μπορούσαν να “χρωματίσουν” την αντιπολιτευτική, επικοινωνιακή τους κριτική – στρατηγική, προβάλλοντας την εικόνα των “διαλλακτικών”, για το καλό του διαλόγου, για το καλό της πατρίδας, έτσι ώστε να βοηθήσουν και αυτοί τον Πρόεδρο. Στοιχείο, το οποίο, τόσο πρακτικά, όσο και επικοινωνιακά θα βοηθούσε την όποια “κεντρώα” υποψηφιότητα που διαχρονικά είχε ως στόχο την “ισορροπία” των δυο μεγάλων πόλων, πάντα για το καλό της πατρίδας. Και αυτό θα δρούσε ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για έναν κεντρώο υποψήφιο, πλεονέκτημα το οποίο θα μπορούσε να αξιοποιήσει και να εξαργυρώσει προεκλογικά.
  • 3) Το ΑΚΕΛ, ναι μεν, και στην πρώτη και στη δεύτερη περίπτωση τήρησε αρνητική στάση έναντι της πρότασης του ΕΛΑΜ, αλλά η αναφορά του “για να διευκολύνουμε τον διάλογο ΤΩΡΑ” σε μια περίοδο που οι συμπατριώτες μας ψάχνουν με το κουταλάκι “κόκκους” πολιτικής διεκδικητικότητας, και σε μια περίοδο που φάνηκε ξεκάθαρα πως ο Ακιντζί και η Τουρκία δεν θα μας αφήνουν να κάνουμε βήμα χωρίς να το ελέγχουν, όφειλαν να τηρήσουν μια πιο ομαδική στάση και όχι να κατακεραυνώνουν τους διαφωνούντες, ωσάν να είναι όλοι εθνικιστές. Η εποχή της προεκλογικής συσπείρωσης μέσα από “αριστερές” και “δεξιές” “πρακτικές” / μεθόδους, έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Στη σημερινή εποχή της ταχύτητας, του διαδικτύου και των εκατομμυρίων μηνυμάτων που εισπράττει ο πολίτης – ψηφοφόρος ανά δευτερόλεπτο, η επικοινωνία με τον κόσμο χρειάζεται διαφορετικές προσεγγίσεις. Και τουλάχιστον, προς τα έξω, επικοινωνιακά, αυτό βγήκε, ωσάν να είναι όλοι εθνικιστές αν δεν ανήκουν στο ΑΚΕΛ. Επίσης, οι διάφορες αναφορές για “μη” Ελληνική Κύπρο, ανεξάρτητα με την όποια (σεβαστή και γνήσια) άποψη του ΑΚΕΛ, και ανεξαρτήτως των όποιων, επίσης σεβαστών διαφωνιών, οξύνει σε μεγάλο βαθμό το αίσθημα του φανατισμού. Και εύλογα κάποιος μπορεί (ξανά) να διερωτηθεί: Δηλαδή, όσοι συμπατριώτες μας δεν συμφώνησαν με την πιο πάνω “ακύρωση” της πρότασης, νιώθωντας πως η Τουρκία και ο Ακιντζί μας εκβιάζουν, και όσοι δεν στήριξαν την απόφαση μεταφοράς των εξουσιών στον Υπουργό Παιδείας, είναι δομημένοι στη βάση της θεώρησης “ανώτερο/κατώτερο έθνος”, δηλαδή εθνικιστές; Φυσικά και όχι. Και εδώ το ΑΚΕΛ όφειλε να διαχωρίσει κάποια πράγματα, χωρίς να “πληγώνει” την ίδια γλώσσα που και το ίδιο μιλά, την ελληνική. Και δυστυχώς για το ίδιο το ΑΚΕΛ, ένα από τα στοιχεία συρρίκνωσης του είναι και η πεπαλαιωμένη πολιτική του, η οποία, παρόλη την γνησιότητα της, δεν μπορεί πλέον να ξεχωρίσει. Γιατί, όσο αληθινός και γνήσιος κι αν είναι κάποιος, καμιά ουσία δεν θα επιφέρει η στάση του αν δεν καταφέρει να βρει (άλλο) τρόπο να κερδίσει τον κόσμο για να περάσει τα μηνύματα του. Και σίγουρα, δεν είναι αυτός ο”(επικοινωνιακός) τρόπος για το ΑΚΕΛ. Γιατί “η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι τίμια, πρέπει και να φαίνεται τίμια”! Σε διαφορετικη περίπτωση, ο όποιος γνήσιος λόγος πέφτει στο κενό.

Εκείνο δε που θεωρώ πως όλα τα κόμματα θα έπρεπε να επικεντρωθούν, είναι οι λόγοι που ωθούν τον κόσμο να ενισχύει την υποστήριξη του προς το ΕΛΑΜ. Γιατί, όσο πιο πολύ “κτυπάνε” το ΕΛΑΜ, τόσο πιο πολύ το δυναμώνουν, δίνοντας αξία στις θέσεις του. Κάτι τέτοιο είναι αποδεδειγμένο από τις εμπειρίες μας στην Ελλάδα (Χρυσή Αυγή και τρίτο κόμμα). Κάτι τέτοιο έγινε κι εδώ στις ΗΠΑ (με έναν “κάπως” διαφορετικό τρόπο) μιας και οι Δημοκρατικοί δεν κατάφεραν να πείσουν τον μέσο Αμερικανό πως μπορούν να του παρέχουν ασφάλεια και να διεκδικήσουν γι’αυτόν, και η ψήφος τους κατηφόρισε προς τον Τραμπ.

Εύχομαι και ελπίζω πως οι πολιτικές μας ηγεσίες αλλά και ο Πρέδρος μας θα ακούσουν καλύτερα τις φωνές του κόσμου. Γιατί, όσο ο κόσμος νιώθει πως η διεκδικητική μας πολιτική νωσεί, και όσο μια μεγάλη μερίδα του κόσμου (αν όχι η πλειοψηφία) “νιώθει” πως δεν αποφασίζει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μας και το Κοινοβούλιο της Δημοκρατίας μας, τέτοιες “πολιτικές” τον σπρώχνουν (τον κόσμο) στην απαξίωση. Και δεν τον σπρώχνουν μόνο να μην ψηφίζει, δεν τον οδηγούν απλά σε μια πιο κεντρώα στέγη, τον στέλνουν παράλληλα και σε “εθνικιστικές διεξόδους” (ΕΛΑΜ), με τέτοια περιστατικά να θυμίζουν παραμονές του 1974!

Με απλά λόγια, και σύμφωνα με παγκόσμιες έρευνες που επιβεβαιώνονται και στον τόπο μας, ένα από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά του Πολιτικού Πατριωτισμού είναι η “Διεκδικητικότητα”. Φυσικά και δεν τίθεται θέμα αμφισβήτησης του πατριωτισμού κανενός πολιτικού προσώπου και κανενός κόμματος. Όμως τίθεται θέμα διαχωρισμού και κατανόησης των εννοιών και των χαρακτηριστικών, μακριά από απολυτοποιήσεις. Ειδικά σε μια περίοδο που ένα μεγάλο μέρος του κόσμου της πατρίδας μας αμφισβητεί πως “ελέγχεται”, πως “δικοικείται”, πως η Δημοκρατία του τον προστατεύει.

Κλείνοντας, θα ήταν καλό να ξαναμπούμε για ακόμη μια φορά στην ψυχή του μέσου Κύπριου συμπατριώτη μας. Τα τελευταία χρόνια “κτυπήθηκαν” οι θεσμοί μέσα από το “φάγωμα” των ταμείων, ανοίγοντας του μια μεγάλη πληγή. Τώρα, ο ίδιος αυτός κόσμος νιώθει πως του “τρώνε” τη Δημοκρατία. Και αυτά δεν είναι δικά μου συμπεράσματα αλλά συμπεράσματα μέσα από τη μέρηση της κοινής γνώμης, η οποία, δυστυχώς, επίσης μέσα από μετρήσεις, δεν λαμβάνεται υπόψιν από τα επιτελεία και τις ηγεσίες, όσο τουλάχιστον θα έπρεπε, όσο τουλάχιστον αξίζει σε ένα ταλαιπωρημένο και μοιρασμένο λαό. Και με όλο αυτό το “θυμό”, με όλη αυτή την αντίδραση, ο κόσμος ψάχνει τρόπους να ξεσπάσει κάπου. Και αυτό το “κάπου” ακούει στα πιο κάτω:

–    Αποχή από τις κάλπες
–    Απαξίωση των Θεσμών και των Αξιών
–    Απαξίωση ακόμη και των άξιων πολιτικών και πολιτικών
–    Αλλαγή στρατοπέδου, όπου πλέον, “ένα” από αυτά τα στρατόπεδα στεγάζει το ΕΛΑΜ (το οποίο δεν δυναμώνει από μόνο του αλλά μέσά από όλα τα πιο πάνω)

Τόσο τα επιτελεία των κομμάτων, όσο και οι ηγεσίες τους καλούνται να μετρήσουν σωστά και υπεύθυνα σε μια τόσο κρίσιμη καμπή της ιστορίας της πατρίδας μας. Η όποια αλλαγή, η όποια εμπιστοσύνη δεν επέρχεται μόνο μέσα από την “αντικατάσταση” των ατόμων αλλά και μέσα από την αλλαγή νοοτροπιών. Και πραγματικός ηγέτης είναι αυτός που καταφέρνει να συμβάλει στην αλλαγή λανθασμένων νοοτροπιών. Τότε και μόνο ο κόσμος τον κατατάσσει ως Ηγέτη!

Υ.Γ. Το θέμα “Διεκδικητικής” Πολιτικής Στρατηγικής είναι ένα τεράστιο, ξεχωριστό κεφάλαιο. Ένα κεφάλαιο, το οποίο, στο μυαλό του μέσου Κύπριου “κατέγραψε” πως απουσιάζει από την ατζέντα των συνομιλιών, με αποτέλεσμα, όπως έχει σημειωθεί πιο πάνω, να ενισχύει το “θυμό” του. Η διεκδικήτικότητα, πέραν από μέρος του Πατριωτισμού, αποτελεί Πολιτική Αξία από μόνη της. Μια αξία που οφείλει να έχει ο κάθε εκλελεγμένος και/ή διορισμένος πολιτικός που εκπροσωπεί τα συμφέροντα και πάνω από όλα την ασφάλεια του λαού.

  • Σύμβουλος Πολιτικού Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας
  • Μέλος του Αμερικανικού Συνδέσμου Πολιτικών Συμβούλων
  • https://www.linkedin.com/in/nicolaosantoniades

 

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: