Aρνητική εξέλιξη για ΕΕ, Κύπρο, Ελλάδα το Brexit, δηλώνει ο Καθηγητής Παναγιώτης Ιωακειμίδης




Η αποχώρηση της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ είναι μια εξέλιξη αρνητική για την ΕΕ και για την Κύπρο εκτός των άλλων και γιατί πρόκειται για μια χώρα που παίζει ρόλο στις υποθέσεις της ανατολικής Μεσογείου, όπως το Κυπριακό, εκτιμά ο Παναγιώτης Ιωακειμίδης, Ομότιμος Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών μιλώντας στο ΚΥΠΕ.

Όπως υπογραμμίζει η απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει από την ΕΕ, αν και εφόσον ολοκληρωθεί αποτελεί ένα πλήγμα, μια εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη και για την ΕΕ συνολικά αλλά και για τις ξεχωριστές χώρες, ιδιαίτερα για την Κύπρο και την Ελλάδα. Αποτελεί καταρχήν, τονίζει, ένα πάρα πολύ κακό προηγούμενο, ανοίγει μια διαδικασία που κανείς δεν ξέρει που μπορεί να οδηγήσει, καθώς π.χ. και άλλες χώρες να θελήσουν ή να μπουν στο πειρασμό να έχουν δημοψηφίσματα για το αν θα μείνουν ή όχι στην ΕΕ, και επομένως η κατάσταση αυτή δημιουργεί μια αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά στην προοπτική της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Πέρα από αυτό όμως, σημειώνει, η έξοδος, αν συντελεστεί, θα καταστήσει εξαιρετικά δύσκολη τη διαμόρφωση ορισμένων πολιτικών στο πλαίσιο της ΕΕ, όπως πχ η κοινή εξωτερική πολιτική. Αν σε αυτήν δεν συμμετέχει το Ηνωμένο Βασίλειο, μια πολιτικώς ισχυρή χώρα, μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, με ένα ευρύτερο δίκτυο επιρροής παγκοσμίως, η πολιτική αυτή δεν θα είναι ιδιαίτερα πειστική και αξιόπιστη.

Επιπλέον, εκτιμά ο κ. Ιωακειμίδης, η αποχώρηση θα ανατρέψει ορισμένες διακρατικές ισορροπίες στο πλαίσιο της ΕΕ, πράγμα που στην πράξη μπορεί να σημαίνει ότι μπορεί να ενισχύονται υπέρμετρα ορισμένες χώρες όπως η Γερμανία κάτι που δεν εξυπηρετεί ούτε την Ένωση ούτε τις μικρότερες χώρες μέλη.

Σε ό,τι αφορά στην Κύπρο και στην Ελλάδα, όλες οι παραπάνω αρνητικές συνέπειες ισχύουν και γι αυτές αλλά υπογραμμίζει η Μ. Βρετανία είναι μια χώρα που παίζει ιδιαίτερα ρόλο στις υποθέσεις της ανατολικής Μεσογείου, όπως το Κυπριακό, ενώ δεν έπαιζε τόσο σημαντικό ρόλο στη διαχείριση ζητημάτων που αφορούν άμεσα την Ελλάδα όπως η οικονομική και η προσφυγική κρίση, δεδομένου ότι δεν είναι μέλος της ευρωζώνης ούτε της συνθήκες Σένγκεν.

Είναι, όμως, μια χώρα που στο πλαίσιο της ΕΕ είχε υποστηρίξει την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και επομένως θα ήταν προς το συμφέρον της Κύπρου και της Ελλάδας να παραμείνει στο ίδιο τραπέζι στο πλαίσιο του Συμβουλίου Υπουργών της ΕΕ. Επομένως, υποστηρίζει, η αποχώρησή της δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί αρνητική εξέλιξη πέρα από τις οικονομικές επιπτώσεις που οπωσδήποτε θα έχει σε ό,τι αφορά στις τουριστικές ροές, στην οικονομία γενικότερα, στην παρουσία Κυπρίων και Ελλήνων στο Ηνωμένο Βασίλειο, ως φοιτητών ή εργαζομένων.

Ο κ. Ιωακειμίδης σημειώνει ότι το δημοψήφισμα είναι συμβουλευτικό και προσθέτει ότι επιμένει να θέτει το «αν» στην έξοδο της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ γιατί μέχρι στιγμής δεν έχει προχωρήσει κάτι, συμπληρώνοντας ότι ο ίδιος δεν θα απέκλειε τίποτε. Πρώτα από όλα, όπως είπε, υπάρχει το άρθρο 50 που θα πρέπει να ενεργοποιηθεί, και αυτό μπορεί να γίνει μόνο από βρετανικής πλευράς, και υπάρχει απροθυμία από πλευράς Ηνωμένου Βασιλείου να το ενεργοποιήσει.

Αυτό οφείλεται, εκτίμησε, εν μέρει σε πολιτικούς λόγους γιατί ο Ντέβιντ Κάμερον δεν θέλει η ενεργοποίηση να έχει τη δική του υπογραφή, αφού και ο ίδιος τάχθηκε υπέρ της παραμονής. Από την άλλη αποδεικνύεται ότι οι οπαδοί του Brexit, οι ηγεσίες δηλαδή της άποψης αυτής, ο Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος μπορεί να είναι και ο επόμενος πρωθυπουργός, και οι άλλοι, δεν είχαν σκεφτεί καθόλου, δεν είχαν κανένα σχέδιο για το μελλοντικό καθεστώς, τι θα ακολουθήσει το ενδεχόμενο της αποχώρησης, έλεγαν τερατώδη ψέματα στους πολίτες. Επομένως τώρα προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο, και διαφαίνεται εκ μέρους τους μια αμηχανία.

Ως εκ τούτου, εκτιμά, δεν θα πρέπει κανείς να αποκλείσει το ενδεχόμενο, αν και εφόσον, έρθουν στην κυβέρνηση τους επόμενους δύο τρεις μήνες, να αναθεωρήσουν στάση και να επιδιώξουν ορισμένες διευθετήσεις, ρυθμίσεις, από πλευράς ΕΕ, και ενδεχομένως να επιχειρήσουν ένα νέο δημοψήφισμα. Υπογραμμίζει ότι δεν υποστηρίζει ότι θα γίνει οπωσδήποτε κάτι τέτοιο αλλά είναι ένα σενάριο που δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει με κατηγορηματικότητα. Και σημειώνει ότι υπάρχουν ακόμη πολλές πράξεις να δούμε στο δράμα αυτό που ξεκίνησε με την ψήφο της προηγούμενης Πέμπτης.

Ως προς την ενεργοποίηση του άρθρου 50, τονίζει ότι το πρώτο βήμα είναι η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου να γνωστοποιήσει επισήμως στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την πρόθεσή της να αποχωρήσει. Στη συνέχεια, με βάση κάποιες κατευθυντήριες οδηγίες που θα χαράξει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα ακολουθήσουν διαπραγματεύσεις προκειμένου να υπογραφεί συμφωνία, πράξη αποχώρησης. Οι διαπραγματεύσεις αυτές μπορούν να διαρκέσουν δύο χρόνια.

Όπως σημειώνει αν μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα υπάρξει συμφωνία, καλώς. Αν δεν υπάρξει, αποχωρεί αυτομάτως το Ηνωμένο Βασίλειο από την Ένωση. Εκτός αν τόσο η ΕΕ όσο και η Μ. Βρετανία αποφασίσουν να παρατείνουν αυτήν την προθεσμία για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Δηλαδή τα δύο αυτά χρόνια μπορούν να γίνουν και τέσσερα και πέντε, κάτι που δεν υποστηρίζει ο ίδιος ότι θα γίνει σίγουρα αλλά υπάρχει αυτή η δυνατότητα.

Και επίσης, η συμφωνία αυτή θα πρέπει να επικυρωθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ο κ. Ιωακειμίδης σημειώνει ότι κανείς δεν πρέπει να αποκλείσει όταν θα έχουν αρχίσει οι διαπραγματεύσεις, οι οποίες θα πρέπει να λάβουν υπ’ όψιν και το μελλοντικό καθεστώς που θα διέπει τις σχέσεις του Ηνωμένου Βασιλείου με την ΕΕ, (και υπάρχουν πολλά πρότυπα τέτοιου είδους συμφωνιών), μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα, να υπάρξουν δεύτερες σκέψεις, να υπάρξει δεύτερο δημοψήφισμα και τα πράγματα να πάρουν μια εντελώς διαφορετική τροπή.

Ελένη Μαυρούλη, KYΠΕ, Αθήνα

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: