Το μέλλον των ρωσσοτουρκικών σχέσεων: Δεν είναι πυλώνας σταθερότητας Ρωσία και Τουρκία




Σε πάνελ που οργανώθηκε χθες στο Atlantic Council με θέμα «το μέλλον των ρωσοτουρκικών σχέσεων» τονίστηκε η σημασία της Τουρκίας ως συμμάχου των ΗΠΑ αλλά και η ανάγκη εκδημοκρατισμού της ενώ επικράτησε η αντίληψη ότι οι ρωσοτουρκικές σχέσεις δεν αναμένεται να επιδεινωθούν γιατί κυρίως δεν είναι προς το συμφέρον της Ρωσίας. Τονίστηκε επίσης ότι είναι πιθανό να αποκατασταθούν σε κάποιο βαθμό οι ρωσοτουρκικές σχέσεις αλλά θα πρέπει η αποκατάσταση τους να είναι σε όρους αποδεκτούς για τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.

Ο δημοκρατικός γερουσιαστής Gerry Connolly, μέλος μεταξύ άλλων της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων στο Κογκρέσο, στην εισαγωγική του ομιλία τόνισε ότι οι ρωσοτουρκικές σχέσεις από πυλώνας σταθερότητας στην Ευρώπη το 2013 λίγο έλλειψε να φθάσουν στην ενεργοποίηση του άρθρου 5 του ΝΑΤΟ.

Ανέφερε επίσης ότι ένας τρόπος με τον οποίο θα μπορούσαν οι ΗΠΑ να βοηθήσουν τη σύμμαχό Τουρκία θα ήταν μέσω της ενίσχυσης των δημοκρατικών θεσμών και της επίλυσης των οποιωνδήποτε εσωτερικών κινδύνων με δημοκρατικό τρόπο.

Οποιαδήποτε προσέγγιση μεταξύ μιας απολυταρχικής Ρωσίας και μιας εν δυνάμει απολυταρχικής Τουρκίας θα ήταν απώλεια για τις ΗΠΑ.

Προέβαλε το επιχείρημα ότι πολλοί από τους ρωσοτουρκικούς πολέμους στο παρελθόν οφείλονταν στο ζήτημα της Κριμαίας καθώς και η παρούσα ένταση εν πολλοίς οφείλεται στην προσάρτηση της Κριμαίας το Μάρτιο του 2014.

Ανάφερε ότι ακόμα και στις καλές εποχές, υπήρχαν προβλήματα όπως το ζήτημα του Ναγκόρνο Καραμπάχ καθώς και ο πόλεμος Ρωσίας-Γεωργίας το 2008 που έδειξε ότι η Ρωσία είναι έτοιμη να εμπλακεί σε πολεμικές συρράξεις στον Καύκασο.

Εκεί που οι απόψεις των δύο χωρών άρχισαν να διχάζονται ακόμη πιο σοβαρά ήταν για τη Συρία και λόγω της υποστήριξης της Ρωσίας στον Άσαντ. Σχετικά με την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού που είχε σαν συνέπεια τη σοβαρή επιδείνωση των διμερών σχέσεων, τόνισε ότι η Ρωσία είχε προειδοποιηθεί πάμπολλες φορές για το ότι η παραβίαση του τουρκικού εναέριου χώρου θα είχε συνέπειες.

Σε αυτό το πλαίσιο ΗΠΑ και ΝΑΤΟ επιβεβαίωσαν το δικαίωμα της Τουρκίας να υπερασπίζει τον εναέριο χώρο της δεδομένου μάλιστα ότι η Ρωσία δεν πολεμούσε τον ISIS αλλά τις μετριοπαθείς δυνάμεις της αντιπολίτευσης.

Παρότι η Ρωσία ανέλαβε μονομερείς ενέργειες εναντίον της Τουρκίας δε σταμάτησε η ροή του φυσικού αερίου ούτε και η πρόοδος των έργων στο πυρηνικό εργοστάσιο στο Ακούγιου.

Ο Connoly έκρινε ότι η αντιπαράθεση Τουρκίας – Ρωσία είναι σε μεγάλο βαθμό προσωπική μεταξύ Πούτιν – Ερντογάν.

Η Τουρκία, επισήμανε, είναι σημαντική χώρα, έχει στρατηγική σημασία, είναι σύμμαχος στο ΝΑΤΟ από το 1952, διαθέτει το δεύτερο μεγαλύτερο στρατό μέσα στο ΝΑΤΟ, διαθέτει τη βάση στο Ιντσιρλίκ και έχει στρατηγική εγγύτητα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Επίσης η Τουρκία έχει κάνει πάρα πολλά όσον αφορά την υποδοχή των προσφύγων, περισσότερο από κάθε άλλη χώρα. Η περιφερειακή αστάθεια καθιστά επιτακτική την ανάγκη μιας ισχυρής, σταθερής και δημοκρατικής Τουρκίας.

Οποιαδήποτε αποκατάσταση των σχέσεων και επαναπροσέγγιση που θα υπαγορεύονταν από τη Ρωσία θα ήταν ενάντια στα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του ΝΑΤΟ.

Οι σύμμαχοι της Τουρκίας θα πρέπει να βοηθήσουν στην αποκλιμάκωση των συγκρούσεων εναντίον του PKK, που έχει δημιουργήσει προβλήματα ασφαλείας σε διάφορες αστικές περιοχές της χώρας. Επίσης είναι πασίγνωστο ότι η Τουρκία νοιώθει απειλούμενη από τη συνεργασία των ΗΠΑ με το YPG στη Συρία.

Η Τουρκία αντιμετωπίζει τη Ρωσία από θέση ισχύος δεδομένου ότι είναι μια δημοκρατική χώρα σύμμαχος του ΝΑΤΟ. Οι πρόσφατες επιθέσεις εναντίον του Τύπου στο εσωτερικό της Τουρκίας στην ουσία αποσταθεροποιούν το ίδιο το εσωτερικό της Τουρκίας και δυσκολεύουν τους συμμάχους να σταθούν στο πλευρό της, όπως και δίνουν τη δυνατότητα στη Ρωσία να εκμεταλλευτεί αυτά τα δημοκρατικά κενά.

Τόνισε ότι το αξίωμα «ένας Τούρκος μπορεί να έχει φίλους μόνο Τούρκους» θα πρέπει να αποδειχθεί λανθασμένο και το ΝΑΤΟ να βοηθήσει στη αποκλιμάκωση των εντάσεων στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της έντασης με τη Ρωσία, αλλά με όρους ευνοϊκούς για το ΝΑΤΟ.

Στη συνέχεια ακολούθησε συζήτηση πάνελ την οποία διηύθυνε η δημοσιογράφος Karoun Demirjian της Washington Post πρώην ανταποκρίτρια στη Μόσχα.

Ο James Jeffrey πρώην Πρέσβης στην Τουρκία και νυν μέλος του Ινστιτούτου για τη Μέση Ανατολή, επισήμανε ότι οι σύμμαχοι πρέπει να βοηθήσουν την Τουρκία αλλά προηγουμένως θα πρέπει να συμφωνήσουν όσον αφορά την κρίση στη Συρία κάτι που θα απαιτούσε προσαρμογές και από τις δύο πλευρές. Επισήμανε επίσης ότι αν η Τουρκία θέλει να βρει μια συμφωνία με τη Ρωσία, πρέπει να υπάρχουν όρια στο ποια συμφωνία είναι αποδεκτή από τις ΗΠΑ. Σε αυτό το πλαίσιο επισήμανε ότι η Οστπολιτίκ της Δυτ. Γερμανίας στον Ψυχρό Πόλεμο άρχισε από κάποιο σημείο και μετά να γίνεται ιδιαίτερα ανησυχητική για τις ΗΠΑ. Για την υποψηφιότητα της Τουρκίας στην Ε.Ε. τόνισε ότι υπάρχει το πρόβλημα της πολιτιστικής ταυτότητας της Ε.Ε. όπως και η απολυταρχική διακυβέρνηση Ερντογάν, παρότι μια ρεαλιστική στάση για το ζήτημα, την οποία τηρούν οι ΗΠΑ, θα ήταν να υποστηριχθεί η ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε.

Ο John Herbst, πρώην πρέσβης στην Ουκρανία και μέλος του Atlantic Council τόνισε ότι η Ρωσία δεν περίμενε τη δυναμική αντίδραση της Τουρκίας στις αλλεπάλληλες παραβιάσεις του εναέριου χώρου της. Επίσης υποστήριξε ότι αργοπόρησε η υποστήριξη της ατλαντικής συμμαχίας στην Τουρκία μετά την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού. Για την υποψηφιότητα της Τουρκίας για ένταξη στην Ε.Ε. επισήμανε ότι ο εκδημοκρατισμός της θα λειτουργούσε επιβοηθητικά αλλά και η αλλαγή στάσης της στο Αρμενικό ζήτημα. Θεώρησε ότι η πιθανότητα κάποιου χτυπήματος της Ρωσίας εναντίον της Τουρκίας είναι πολύ πιο μικρή τώρα από ότι ήταν το Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο. Οι κυρώσεις της Ρωσίας εναντίον της Τουρκίας πέρα από τα προβλήματα που δημιουργούν στην Τουρκία, βλέπε τουρισμό, αυξάνουν τις ανησυχίες και στο εσωτερικό της Ρωσίας

Ο Τούρκος Soner Çağaptay από το Ινστιτούτο Μέσης Ανατολής υπενθύμισε ότι οι ρωσοτουρκικές σχέσεις χαρακτηρίζονται ιστορικά από βαθειά αντιπαλότητα. Υπογράμμισε ότι η Ρωσία προσπαθεί να δημιουργήσει μια στάσιμη κατάσταση στη Συρία αντίστοιχη με την κατάσταση της Βοσνίας στα μέσα του ’90. Αυτό η Τουρκία δεν θα μπορούσε να το αποδεχθεί γιατί θέλει την απομάκρυνση του Άσαντ. Ο ίδιος υπογράμμισε ότι ο μεγαλύτερος φόβος για τη Ρωσία είναι το ενδεχόμενο της ριζοσπαστικοποίησης των σουνιτών, δεδομένου ότι το 15 – 20% του ρωσικού πληθυσμού είναι σουνίτες γι αυτό και συμμαχεί με το σιιτικό Ιράν. Ο Çağaptay υποστήριξε ότι ο Πούτιν και οι Ρώσοι αξιωματούχοι στο δημόσιο λόγο τους δεν κατηγορούν την Τουρκία αλλά τον Ερντογάν πιστεύοντας ότι έτσι θα διχάσουν ακόμα περισσότερο την πολωμένη κοινωνία της Τουρκίας και θα στρέψουν μέρος της εναντίον του Ερντογάν. Υποστήριξε ότι η Ρωσία προκαλώντας, με τους βομβαρδισμούς της, την προσφυγική κρίση διευκολύνει το δρόμο της Τουρκίας προς την Ε.Ε. καθώς επίσης ότι υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ των ρωσικών βομβαρδισμών και των προσφυγικών ροών. Επίσης υπογράμμισε ότι η στάση του τουρκικού κοινού απέναντι στην Ε.Ε. άρχισε πάλι να ενισχύεται μετά την αποτυχημένη πολιτική Ερντογάν στη Μέση Ανατολή. Για τις συνέπειες των οικονομικών κυρώσεων της Ρωσίας υποστήριξε ότι η Τουρκία διαθέτει δυναμική οικονομία και μπορεί να βρει νέους εταίρους.

Ο Gerry Connoly τόνισε ότι η Δύση έχει ανάγκη από μια σταθερή και δημοκρατική Τουρκία και κάτι τέτοιο πιθανόν το θέλει και η Ρωσία. Το να δημιουργηθεί μια νέα Συρία στην Τουρκία θα ήταν τεράστια δυσκολία για την ίδια τη Ρωσία. Συνεπώς προέβλεψε ότι μακροπρόθεσμα οι δύο χώρες θα βρουν μεταξύ τους κάποιο μόντους βιβέντι που πιθανόν να μην είναι υπέρ των συμφερόντων των ΗΠΑ. Θεώρησε επίσης ότι είναι μεγάλος ο φόβος στη Ρωσία για το ενδεχόμενο ριζοσπαστικοποίησης των σουνιτών στο εσωτερικό της και αυτός ήταν ένας από τους παράγοντες που οδήγησε στην εκστρατεία της Σοβιετικής Ένωσης στο Αφγανιστάν. Αναφορικά με τις αντιδημοκρατικές πρακτικές του Ερντογάν επισήμανε ότι έχει πείσει ένα μέρος της κοινής γνώμης στις ΗΠΑ ότι δεν είναι ειλικρινής στην προσπάθειά του να γίνει η Τουρκία μέλος της Ε.Ε. Eίπε επίσης ότι είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ να στηρίζει το YPG στη Συρία και τους Πεσμεργκά στο Ιράκ, που πολεμούν εναντίον του ISIS και στο μέτρο που σε αυτό το θέμα δε συμπίπτουν τα συμφέροντα της Τουρκίας με αυτά των ΗΠΑ, θα πρέπει να βρεθεί μια λύση. Η σχέση των ΗΠΑ με το YPG στη Συρία, εντάσσεται στο ότι οι ΗΠΑ ρεαλιστικά αναζητούν αποτελεσματικούς συμμάχους στην περιοχή χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τάσσονται υπέρ ενός μεγάλου Κουρδιστάν. Δεν είναι το ίδιο με τους Πεσμεργκά στο Ιράκ με τους οποίους οι ΗΠΑ έχουν μια πιο παλιά σχέση.

Ο Connoly υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να προσπαθήσουν να πείσουν την Ε.Ε. να κάνει περισσότερα στην κατεύθυνση της ένταξης της Τουρκίας. Υποστήριξε ότι η στάση της Ε.Ε. απέναντι στην υποψηφιότητα της Τουρκίας είναι κάθε φορά μια στάση αναβολής και παρά το πολιτιστικό χάσμα που υπάρχει μεταξύ Ε.Ε. και Τουρκίας δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική. Υποστήριξε τέλος ότι ο Πούτιν δεν επιθυμεί διολίσθηση της διαμάχης με την Τουρκία γιατί κάτι τέτοιο θα είχε μεγαλύτερες οικονομικές συνέπειες για τη Ρωσία σε μια στιγμή που υπόκειται τις οικονομικές κυρώσεις και οι τιμές των υδρογονανθράκων βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: