Της Άννας Θεολόγου

Νέα δεδομένα έφερε στο προσκήνιο η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου που καθόλου δεν συμβαδίζουν με τα όσα διατυμπανίζει η κυβέρνηση για την σταθερότητα στο τραπεζικό σύστημα και τα βήματα προόδου που θέλουν οι ίδιοι να βλέπουν.

Οι εκροές καταθέσεων τον Ιούνιο του 2015 είναι της τάξης των 400 εκατομμυρίων περίπου, όπου μετά την άρση των περιορισμών κεφαλαίου από τον περασμένο Μάρτιο έχουν φύγει περίπου 1 δις ευρώ, με την συνολική ποσότητα σε καταθέσεις να φτάνει τα 46 δις περίπου και τα συνολικά δάνεια να σκαρφαλώνουν γύρω στα 63 δις.

Να θυμηθούμε ότι τον Δεκέμβριο του 2012 οι καταθέσεις ήταν γύρω στα 72 δις και έχουν αποχωρήσει κάτι περισσότερο από 25 δις, άρα δεν μπορούμε να μιλούμε για επαρκή κεφάλαια ενόψει και των νέων τεστ αντοχής ούτε και για τραπεζική σταθερότητα. Τα μη εξυπηρετούμενα, αυξήθηκαν στο 60% περίπου του χαρτοφυλακίου των τραπεζών, δηλαδή γύρω στα 36 δις δάνεια δεν αποδίδουν και συνεπώς 24δις δανείων καλούνται να καλύψουν το εναπομείναντα ποσό των καταθέσεων. Τα μαθηματικά δεν βγαίνουν για αυτούς που αρέσκονται να μιλούν με αριθμούς..

Η ουσία της κατάστασης πάει 2 χρόνια πίσω είτε αρέσει σε κάποιους είτε όχι. Η κακή διαχείριση των τραπεζών και η αλόγιστη χρήση των κεφαλαίων σε δανεισμό και επενδύσεις είναι το κομμάτι το οποίο όλοι γνωρίζουν αλλά το τι έγινε στην πραγματικότητα ακόμα δεν έχει δει το φως της δημοσιότητας..

Επιγραμματικά για να πάρουμε το δάνειο ύψους περίπου 11 δις, 10 δις από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης και 894εκατομμύρια από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, έπρεπε να συνεισφέρουμε εξ ιδίων κεφαλαίων και γι’ αυτό έγινε το κούρεμα στην Λαϊκή Τράπεζα υπό την προϋπόθεση ότι θα παρέμενε σε λειτουργία. Αντ’ αυτού έπαψε η λειτουργία της, δεν πτώχευσε, κάτι που θα φανεί σημαντικό παρακάτω, και κλήθηκε η Τράπεζα Κύπρου με κούρεμα των καταθέσεων της κατά 47% να αναλάβει κύκλο εργασιών της Λαϊκής, απολαμβάνοντας τα περιουσιακά στοιχεία της με πρόθεση για πώληση και με αντίτιμο την πληρωμή του ELA από εγγυημένα κρατικά ομόλογα ύψους 2.9δις.

Εάν πτώχευε η Λαϊκή Τράπεζα, ο ELA θα έπρεπε να αποπληρωθεί από τις υπόλοιπες Κεντρικές Τράπεζες των χωρών της ευρωζώνης κατ’ αναλογία εθνικού προϊόντος, με βάση τον κανονισμό της ΕΚΤ για την διαχείριση του σε περίπτωση πτώχευσης.

Ερώτημα: «Ποιος πήρε την απόφαση να μην πτωχεύσει η Λαϊκή εφόσον είχε ήδη κλείσει?» Η απάντηση υπάρχει μέσα στους κανονισμούς για τη διαχείριση κρατικών εταιρειών των Υπουργών που έχουν την ευθύνη.

Η κυβέρνηση δεν έχει αντιληφθεί πλήρως τις συνέπειες των φορομπηχτικών πολιτικών της και των πολιτικών προστασίας των τραπεζών οι οποίες συνεχίζουν την κακή διαχείριση. Πρώτο και καλύτερο παράδειγμα η πώληση των δανείων που θα συμβάλει στην μείωση του μεγέθους της εταιρείας, θα προκαλέσει απώλεια θέσεων εργασίας και κεφαλαιακή ανεπάρκεια λόγω της ζημιάς που θα επέλθει από την έκπτωση στην αξία των δανείων.

Εάν δεν ελάμβαναν αυτό το μέτρο, θα μπορούσε, αν και πλέον είναι αργά, να γίνει πραγματική αναδιάρθρωση των δανείων με φτηνή αναχρηματοδότηση, με κούρεμα στις χρεώσεις, αύξηση του ορίζοντα αποπληρωμής, σοβαρή μείωση των επιτοκίων λόγω αρνητικών επιτοκίων της ΕΚΤ και μείωση του ποσού της δόσης ώστε η είσπραξη να προέλθει από τους υφιστάμενους οφειλέτες και να είναι μια κερδοφόρα συμφωνία και για τα δύο μέρη. Δυστυχώς οι τράπεζες θέλουν και την πίττα σωστή και τον σκύλο χορτάτο και αυτό εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να γίνει.

Έτσι ο φορολογούμενος πολίτης πληρώνει από την δυσχερή οικονομική του κατάσταση μια παράνομη απόφαση της κυβέρνησης στην διαχείριση του ELA, καλείται να αναλάβει εξ ολοκλήρου την ζημιά των κακών επιλογών των τραπεζών και καλείται να αναλάβει μερίδιο από την αύξηση του δημόσιου χρέους που καταλήγει παράνομα στις τράπεζες. Ένα δημόσιο χρέος που συνεχώς αυξάνεται παρά τα μαγειρέματα στους δείκτες από την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, που δεν είναι του παρόντος να αναλύσουμε, με τα φορολογικά έσοδα είτε από άμεσους είτε από έμμεσους φόρους να είναι μειωμένα και η κυβέρνηση να μιλά συνεχώς για επιτυχή έξοδο από το μνημόνιο το 2016.

Η έξοδος συνεπάγεται με πλεονασματικούς προϋπολογισμούς, αυξημένα έσοδα και μειωμένες δαπάνες για ορίζοντα 20ετών μέχρι την αποπληρωμή των χρεών και δυστυχώς δεν έχουμε παρατηρήσει ότι τα μειωμένα φορολογικά έσοδα έρχονται λόγω μείωσης της κατανάλωσης, μια συνέπεια η οποία ήταν αναπόφευκτη με την πάροδο των δύο τελευταίων ετών και την αδράνεια της κυβέρνησης να χειριστεί ορθά την κατάσταση.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: