«Bitter Lemons», τα “Πικρολέμονα» του Lawrence Durrell όπου προαναγγέλλεται η τύχη της Κύπρου




Ο «χάρτης του Κίσσινγκερ» φαντάζει σαν αντιγραφή και αποτύπωση σε χαρτί της συνομωσίας που, χρόνια πριν, σχεδίαζαν σε βάρος της Κύπρου και του Ελληνισμού «φίλοι και σύμμαχοι», με αιχμές δόρατος τον Λόρενς Ντάρρελ και την ομάδα που έδρασε τις δεκαετίες ’40 και ’50 στην Κύπρο, την Ελλάδα και τη Μέση Ανατολή.

Σε μια πολυσέλιδη μελέτη της (περίληψη της οποίας παρουσίασε ο «Φιλελεύθερος» στις 25/3/13 και αναδημοσιεύουμε σήμερα για λόγους επικαιρότητας)  η  Μαρία Γουαδαλούπε Φλόρες Λιέρα προσφέρει στους ειδικούς, που έχουν ασχοληθεί με το έργο και τις ημέρεςτου «φιλέλληνα» βρετανού συγγραφέα,  μια διαφορετική ανάγνωση των «Πικρολέμονων» από αυτές που γνωρίζαμε ως σήμερα.

XARTHSfromCIAtoKISSINGER-e1365405798297[1]

 

ΛΟΡΕΝΣ ΝΤΑΡΕΛ:  Ο ΜΑΥΡΟΣ ΜΑΝΤΑΤΟΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΤΥΧΗΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ: Η προειδοποίηση για το σήμερα που κανείς τότε δεν αντιλήφθηκε…

Γράφει η MΑΡΙΑ ΓΟΥΑΔΑΛΟΥΠΕ ΦΛΟΡΕΣ ΛΙΕΡΑ

Το 1957 […] ο Ντάρελ εκδίδει τα Πικρολέμονα, μια προειδοποίηση για το τι πρόκειται να υποστούν οι Κύπριοι, οι Cyps όπως περιφρονητικά τους αποκαλεί, οι «άτακτοι νησιώτες», οι «αρκετά βλάκες», αν συνεχίσουν να διεκδικούν την Ένωση με την Ελλάδα και την αυτοδιάθεση.

Σε ότι αφορά την Κύπρο ο Ντάρελ δεν υπήρξε ποτέ ένας προνομιούχος  μάρτυρας που είχε έρθει με την πρόθεση να ξαναβρεί τον παράδεισο που του στέρησε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος και βρέθηκε αντιμέτωπος με απρόσμενα γεγονότα. Η αποβίβασή του στο νησί ήταν οτιδήποτε άλλο εκτός από τυχαία. Ο συγγραφέας γνώριζε πολύ καλά για ποιό λόγο βρέθηκε εκεί. Και αν ζούσε σήμερα λίγο θα του έλειπε για να βγει στους δρόμους και να φωνάξει πως ήταν περήφανος που βρισκόταν ανάμεσα στους πρωτεργάτες όχι μόνο της διχοτόμησης που «ντε φάκτο» έχουμε, αλλά και της στρατιωτικής εισβολής του 1974 που προηγήθηκε.

Ο Ντάρελ υπήρξε ενεργός παράγοντας των πολιτικών εξελίξεων που επηρέαζαν τον ελληνισμό σε όλο του το φάσμα κατά την ταραγμένη εποχή του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Ήταν ακόμα ένας από τους διανοούμενους που στρατολόγησαν το Foreign Office και οι υπηρεσίες κατασκοπίας, -κατά πάσα πιθανότητα η Special Operations Executive (SOE)-, χάρη στις γνώσεις που αποκόμισε από την εποχή που έζησε στην Κέρκυρα, σε σχέση με μια περιοχή που είχε στρατηγική σημασία για την βρετανική αυτοκρατορία, όπως ήταν και εξακολουθεί να είναι η ανατολική Μεσόγειος.

Σύμφωνα με την μαρτυρία του, με το επιχείρημα πως αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, κατάφερε να φιλοξενηθεί στο σπίτι ενός από τα περισσότερο αξιοσέβαστα πρόσωπα της Κερύνειας, «τον δάσκαλο Πάνο» [σ.σ. το Νίκο Χιωτέλη], από τον οποίον βρήκε τον τρόπο να απομυζήσει κάθε λογής χρήσιμες πληροφορίες και γνώσεις καλυμμένος  από το κύρος του οποίου μπόρεσε να εισχωρήσει στα άδυτα της καθημερινότητας του νησιού.

Darrell01-XAZTHLAMPHS01-23JULY2013

Φιλοξενήθηκε επίσης στο σπίτι του αρχιτέκτονα Austin Harrison (μαρτυρία αυτού του τελευταίου), στη Λάπηθο, πόλη που όχι χωρίς υστεροβουλία, υπαινίσσεται «τουρκοκυπριακό χωριό», γεγονός που τον έφερε σ’ επαφή με τις αντιλήψεις που είχαν και με την ζωή που έκαναν οι ομοεθνείς του, αποξενωμένοι και αποκομμένοι από τους ντόπιους. Η αναπαλαίωση της κατοικίας που αγόρασε στο Μπέλλα Παίς μέσω του Σαμπρί Ταχίρ, ένας τουρκοκύπριου μεσίτη και κερδοσκόπου, που αισχροκέρδησε με οικοδομικά  υλικά και που υπήρξε πληροφοριοδότης της αποικιακής αστυνομίας, τον έβαλε σ’ επαφή με την τουρκοκυπριακή κοινότητα.

Ύστερα από λίγους μήνες, κατάφερε να προσληφθεί ως δάσκαλος Αγγλικών στο Παγκύπριο Γυμνάσιο της Λευκωσίας, συνώνυμο της κυπριακής παιδαγωγικής και ακαδημαϊκής αριστείας, που χαρακτηρίστηκε από την εισαγωγή του γερμανικού πρότυπου βασισμένου στις κλασικές σπουδές και που υπήρξε φυτώριο  της εφηβικής πρωτοπορίας του αντιαποικιακού κινήματος Ένωσης-Αυτοδιάθεσης.

Με αυτόν τον τρόπο, ο Ντάρελ συναναστρέφεται όλα τα κοινωνικά στρώματα των τριών σημαντικότερων παραγόντων του πληθυσμού -βρετανών, ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων-. Περιπλανιέται ασταμάτητα και πιάνει φιλίες με όσους συντυχαίνει στο δρόμο του. Είναι παρών σε όλες τις δραστηριότητες της κοινωνικής καθημερινότητας, πίνοντας με κάθε ευκαιρία και καλώντας τους άλλους να πιούν.

Για τον Ντάρελ όλοι είναι, ακόμα και άθελά τους, πληροφοριοδότες. Και οι πολυτιμότεροι είναι ακριβώς εκείνοι που το κάνουν εν αγνοία τους.  Κι όταν επιστρέφει σπίτι του καταγράφει, αρχειοθετεί και διαβαθμίζει τις πληροφορίες που μαζεύει, και τις δίνει όλες στον διευθυντή της έδρας του Βρετανικού Συμβουλίου στο νησί, στον Μaurice Cardiff. Και οι δυο τους βρίσκονται ανάμεσα στους οπαδούς της σκληρής πολιτικής γραμμής και του βρώμικου πολέμου με τελικό σκοπό την παραμονή της Κύπρου κάτω από τον βρετανικό έλεγχο.

Η παρουσία των «μελών» του πιο αγαπημένου του κύκλου, ατόμων με τα οποία συναντιόντουσαν επανειλημμένα στις μετακινήσεις τους ανά την ανατολική Μεσόγειο, οι αποκαλούμενοι από τον ίδιο «ανθρώπινα χελιδόνια», μαζί με τους «ερημίτες της Λαπήθου», αποδεικνύουν ακράδαντα πως η Μεγάλη Βρετανία θεωρούσε την Κύπρο το επόμενο βήμα στα σχέδια της για να χαράξει την πολιτική της στην περιοχή και πως είχε συγκεντρώσει στο νησί την αφρόκρεμα των «κομάντος»  της, του στρατού και του πνεύματος, περιπλανώμενους σ’ ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο, από την εποχή του πρώτου παγκοσμίου πολέμου.

Ο Ντάρελ απαριθμεί («δίνει στεγνά» στην καθομιλουμένη αγοραία ελληνική)  τα πρόσωπα «χάρη στα οποία η ζωή στο νησί γινόταν υποφερτή» για τον ίδιο.

 Οι πληροφορίες και οι συμβουλές από αυτούς και από πολλά άλλα πρόσωπα, έμπειρα σε ότι αφορούσε την συλλογή πληροφοριών, τις στρατηγικές καταστολής, τα βασανιστήρια, την εξαγορά συνειδήσεων, το σαμποτάζ, την παραπληροφόρηση, τη προπαγάνδα, κλπ., υπήρξαν η πρώτη ύλη χάρη στην οποία το βρετανικό στέμμα μπόρεσε να χαράξει με επιτυχία τον βρώμικο πόλεμο που εξαπέλυσε σ’ όλο το φάσμα και την έκταση του ελληνικού χώρου.

Ο Ντάρελ αναγνωρίζει χωρίς περιστροφές την αφοσίωσή του την ώρα που συνέτασσε αναφορές πολιτικού περιεχομένου, που συμπεριλάμβαναν κάθε λογής στοιχεία και που μπορούσαν να είναι πολύτιμες σε όσους έπαιρναν τις πολιτικές αποφάσεις. Κι αυτό το επισημαίνει επανειλημμένα, επειδή θέλει να αφήσει το στίγμα του. Περηφανεύεται που βρίσκεται ανάμεσα στους πρωτεργάτες της πολιτικής της διχοτόμησης του νησιού, και επειδή είναι ένας μηχανορράφος που κι αν υπήρξε προδότης των φίλων του, υπήρξε συγχρόνως ένας πιστός υπηρέτης της βρετανικής πολιτικής σκοπιμότητας.

Ο Ντάρελ ποτέ δεν αμφισβητεί πως το «κυπριακό αεροπλανοφόρο» πρέπει να παραμείνει σε βρετανικά χέρια, είτε με πονηρά τεχνάσματα είτε με την βία. Γι αυτό και χρησιμοποιεί ως ύστατο επιχείρημα ότι επιβάλλεται η συνεργασία «με την επιταγή της Ιστορίας», η οποία έχει αποφασίσει πως οι μοίρα της Κύπρου είναι σφραγισμένη από την τραγωδία διότι, «υπήρξε πάντα αμέσου ενδιαφέροντος για την οποιαδήποτε ναυτική δύναμη». Με αυτό τον τρόπο, προειδοποιεί πως η Αμμόχωστος θα ακολουθήσει «το πεπρωμένο της» ως πόλη φάντασμα και πως η Λάπηθος και η Κυρήνεια βρίσκονται ανάμεσα στις περιοχές που τους μέλλεται να χαθούν κάποια χρόνια αργότερα.

Ο συγγραφέας των Πικρολέμονων ισχυρίζεται: «Τα συμπεράσματά στα οποία κατέληξα ήταν περίπου τα εξής: τη σημερινή κατάσταση θα μπορούσαμε έστω και τώρα να τη θέσουμε υπό έλεγχο και να τη χειρισθούμε όσο βρισκόταν ακόμη στην οπερεττική της φάση -θα μπορούσε να πει κανείς- και θα είμασταν σε θέση να τη μεταστρέψουμε προς όφελός μας με ωραία λόγια. Ήταν μια καλή ευκαιρία για να κερδίσουμε ίσως δεκαπέντε ή είκοσι χρόνια με την απλή υπόσχεση ενός δημοκρατικού δημοψηφίσματος. Τούτο θα ήταν πολύτιμο κέρδος -πραγματικά ανεκτίμητο- γιατί μας έδινε τον καιρό να ανασυγκροτήσουμε ολόκληρο τον κυβερνητικό μηχανισμό […]» (σ. 204). Και αποφαίνεται: «Η Κύπρος μου φαινόταν σαν μια περίπτωση όπου η κυριαρχία και η ασφάλεια δεν ήταν κατ’ ανάγκη συνεξαρτημένες και πως μέσα σε μια προκαθορισμένη προθεσμία είκοσι ετών (που νομίζω θα γινόταν δεκτή), μπορούσαμε να πετύχουμε πολλά.» (σ. 225) Επίσης, «[…] οι ηθικοί και νομικοί τίτλοι μας πάνω στο νησί ήταν απρόσβλητοι […] Το ίδιο ίσχυε και για τους τούρκους […] Αλλά με δεκαπέντε χρόνια στο χέρι όλα θα ήταν δυνατό να συμβούν […]» (σ. 204-205).

Δεν είναι βέβαιο ότι ο Ντάρελ αναφέρεται ακριβώς σε ένα πραγματικό δημοψήφισμα, διότι επιπλέον δηλώνει πως η δική του λύση και οι εισηγήσεις του θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως τα παραληρήματα ενός παράφρονα προσωρινού δημόσιου λειτουργού. Όμως, αυτό ακριβώς συνέβη και, μάλιστα,  μέσα στα χρονικά πλαίσια που εκείνος θεωρούσε ως αναγκαία: Η εισβολή και η κατοχή του νησιού από τουρκικά στρατεύματα, και η -μέχρι σήμερα- «ντε φάκτο» διχοτόμηση του με τη βρετανική συγκατάβαση. Μπορεί κανείς να απορρίψει την ιδέα πως ο ίδιος ο Ντάρελ αποτέλεσε μέρος της ομάδας που εισηγήθηκε αυτήν την πιθανότητα ως εναλλακτική λύση για τις ανάγκες του στέμματος;

Ο Ντάρελ αναφέρει πολύ συχνά πως ψάχνοντας για την καλύτερη λύση δεν χρειαζόταν τίποτε άλλο παρά να σηκώσει κανείς το βλέμμα για να διαπιστώσει πως «η Τουρκία προβάλλει από παντού».  Γιατί τα «αητοφύλαχτα ταμπούρια» της οροσειράς του Τροόδους συναγωνίζονται με εκείνα των βουνών του Ταύρου, από την άλλη μεριά,   «υπενθυμίζοντας πως ολόκληρο το νησί, γεωλογικά είναι απλώς ένα παράρτημα της ασιατικής ηπείρου που κάποτε είχε αποκοπεί κι αφέθηκε να αρμενίζει. Η οροσειρά της Κερύνειας ανήκει σε άλλο κόσμο» (σ. 33).[…] Μια προσθήκη, μια απόφυση δηλαδή, της Ανατολίας είναι η Κύπρος. Και αυτή η σκέψη, που τον απασχολούσε «εκατό φορές την ημέρα», ερχόταν μαζί με την πεποίθηση πως η πεδιάδα Μεσαορίας «χωρίζει με φυσικό τρόπο το νησί σε δυο περιοχές».

Δεδομένου του βραβείου Duff Cooper και εν όψει των προπαγανδιστικών στόχων που ήθελαν να επιτύχουν, ήταν λογικό το βιβλίο να αγκαλιαστεί από τους κριτικούς «για την συγγραφική του ποιότητα». Αλλά στο Λονδίνο

Πώς εξηγείται, ωστόσο, το γεγονός ότι στη Κύπρο, κατά κύριο λόγο, αλλά και σε χώρες που έχουν υποστεί συνέπειες από παρόμοιες πολιτικές, το βιβλίο αυτό να έγινε δεκτό τόσα χρόνια τώρα με το χειροκρότημα της κριτικής και της κοινής γνώμης, τη στιγμή που τόσοι άνθρωποι δεινοπαθούν ως αποτέλεσμα της ζωής και των πράξεων ατόμων σαν το Ντάρελ;

[Λόρενς Ντάρελ, Πικρολέμονα [μετφ. Αιμίλιος Χουρμούζιος], εκδ. Γρηγόρης, Αθήνα.]

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: