Τι έγινε στη συνεδρίαση του Δ.Σ. του ΔΝΤ για την Ελλάδα – Τα εύγε της Λαγκάρντ και οι γκρίνιες




Από ΜΙΧΑΛΗ ΙΓΝΑΤΙΟΥ

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ.- «Ολοκληρώθηκε ομαλά» λίγο μετά τα μεσάνυχτα της Παρασκευής, όπως τονίστηκε από πηγή που συμμετείχε σ’ αυτήν, η συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που κράτησε 2 ώρες και 40 λεπτά και ασχολήθηκε αποκλειστικά με το Ελληνικό Πρόγραμμα. Ομως, στην τελική ψηφοφορία σημειώθηκε μία αποχή, αυτή του αντιπροσώπου της Σαουδικής Αραβίας, ο οποίος διαφώνησε με το σχεδιασμό (design) του Ελληνικού Προγράμματος.

Η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, που άσκησε κριτική για τη φοροδιαφυγή, δήλωσε ότι «οι ελληνικές αρχές έχουν σημειώσει αξιοσημείωτη πρόοδο στη μείωση των δημοσιονομικών και εξωτερικών ανισορροπιών και την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας». Πρόσθεσε ότι «οι αρχές εξακολουθούν να είναι δεσμευμένες να κάνουν ταχεία πρόοδο όσον αφορά την ενίσχυση της παραγωγικότητας, τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και για τις φορολογικές και μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση».

Η απόφαση, με την οποία εγκρίθηκε η εκταμίευση της νέας δόσης του δανείου, περίπου 1,7 δις. Ευρώ, «ήταν αναμενόμενη» υπογράμμισε η ίδια πηγή, η οποία ανέφερε ότι ο αντιπρόσωπος της Ελλάδας κατάφερε να αντιμετωπίσει την σκληρή κριτική, η οποία προήλθε από τους αντιπροσώπους των εκτός Ευρώπης χωρών, και σε μερικές περιπτώσεις ξεπέρασε και τα όρια. Οι αντιπρόσωποι της Ευρώπης ήταν πολύ υποστηρικτικοί προς την Ελλάδα, αλλά οι εκπρόσωποι των υπολοίπων χωρών άσκησαν «από χλιαρή έως και πολύ σκληρή κριτική».

Σύμφωνα με την πηγή είναι πολύ σημαντικό ότι «σίγησε ο αντιπρόσωπος της Βραζιλίας», ο οποίος περιόρισε την κριτική του, υλοποιώντας την υπόσχεσή του, αλλά για τα μέλη του Δ.Σ. ήταν έκπληξη και η αποχή της Σαουδικής Αραβίας αλλά και η κριτική του αντιπροσώπου της.

Οι εκθέσεις του Ταμείου, που συνοδεύουν την απόφαση θα παραμείνουν απόρρητες μέχρι τη Δευτέρα, αλλά υπάρχουν σ’ αυτές και θετικά και αρνητικά σημεία. Ο επικεφαλής της Αποστολής Πολ Τόμσεν επέμενε στην εισήγησή του στο θέμα της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς και στην ανάγκη να προχωρήσουν με γρήγορους ρυθμούς οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.

Σύμφωνα με πληροφορίες γίνεται αναφορά σε μικρή πρόοδο για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, αφού οι πλούσιοι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν πληρώνουν το δικό τους μερίδιο. Αυτό τονίστηκε ότι σημαίνει εξάρτηση του προγράμματος από τις περικοπές των δαπανών και την αύξηση των φόρων σε μισθωτούς και συνταξιούχους.

Επίσης γίνεται αναφορά στην αποτυχία απελευθέρωσης των κλειστών επαγγελματων και το άνοιγμα των αγορών στον ανταγωνισμό. Υποστηρίζουν ότι οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας έχουν φέρει σημαντική μείωση των ονομαστικών μισθών, και πάλι θύματα είναι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. Τονίζεται ότι οι τιμές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και υπογραμμίστηκε ότι απαιτούνται αποφασιστικές διορθωτικές διαρθρωτικές αλλαγές και ισορροπημένη κατανομή του βάρους της προσαρμογής, ενώ γίνεται ειδική αναφορά στην ανεργία των νέων.

Για το θέμα της φοροδιαφυγής κατατέθηκε το επιχείρημα στα λεγόμενα του κ. Τόμσεν ότι «γίνεται μεγάλη προσπάθεια από την κυβέρνηση, και ότι η εκτελεστική εξουσία κάνει τις συλλήψεις, αλλά δεν ανταποκρίνονται και δεν κάνουν τη δουλειά τους τα φορολογικά δικαστήρια. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να παρέμβει στο θέμα αυτό», υπογραμμίστηκε στη διάρκεια της συνεδρίασης. «Η ελληνική κυβέρνηση κατάλαβε ότι τα φορολογικά δικαστήρια είναι ο ασθενής κρίκος της προσπάθειας, και θα προσπαθήσει να επιλύσει το θέμα, διότι επιθυμεί πραγματικά να πατάξει τη φοροδιαφυγή», σημειώθηκε χαρακτηριστικά.

Εκτός της φοροδιαφυγής, η οποία μονοπώλησε την κριτική των περισσοτέρων, ο κ. Τόμσεν αναφέρθηκε στην αποτυχία απελευθέρωσης των επαγγελμάτων και της αγοράς, στις ιδιωτικοποιήσεις που δεν προχωρούν, αλλά και στη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα.

Στο σημείο αυτό, ο αντιπρόσωπος της Ελλάδας έδωσε απαντήσεις, που χαρακτηρίστηκαν πειστικές, ιδιαίτερα για το δημόσιο τομέα, αλλά τα μέλη της Αποστολής άφησαν να εννοηθεί ότι το θέμα των απολύσεων στο δημόσιο τομέα, είναι ακόμα στα χαρτιά…

Αναφορικά με την αξιολόγηση του Ελληνικού Προγράμματος, πολλοί αντιπρόσωποι άσκησαν κριτική και τόνισαν πως έπρεπε να γίνει σε ειδική συνεδρίαση του Δ.Σ. Στην έκθεση γίνεται κριτική ότι ήταν πολύ αισιόδοξες οι προβλέψεις (των μελών της Αποστολής του Ταμείου), ιδιαίτερα υποτίμησαν τις δυνατότητες του δημοσίου τομέα. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι το 2011 ήταν μία χαμένη χρονιά.

Η έκθεση έγινε από ανεξάρτητη επιτροπή του Ταμείου. Σ’ αυτήν τονίζονται τα προβλήματα του Προγράμματος καθώς -όπως υποστηριζουν- το Ταμείο είχε να κάνει για πρώτη φορά και με ένα άλλο οργανισμό, την Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία δεν είχε εργαλεία για να αντιμετωπίσει και να επιλύσει την κρίση. Υπογραμμίζεται ότι Ταμείο υποτίμησαν τη δυνατότητα και την ικανότητα του ελληνικού δημόσιου τομέα να φέρει εις πέρας τις μεταρρυθμίσεις.

Επίσης, σύμφωνα με την ανεξάρτητη επιτροπή, η ελληνική κυβέρνηση που υπέγραψε το Μνημόνιο δεν ανέλαβε και την ιδιοκτησία (ownership) του Ελληνικού Προγράμματος, με αποτέλεσμα να αποτύχει η υλοποίηση και η εφαρμογή του.

Εγινε επίσης συζήτηση και για το «κούρεμα» του χρέους που δυστυχώς ΔΕΝ έγινε το Μάιο του 2010, όπως επιθυμούσε ο Ντομινίκ Στρος Καν. Ακούστηκαν πολλές απόψεις, έγινε και στο θέμα αυτό κριτική, αλλά από τους Ευρωπαίους αντιπροσώπους κατατέθηκε ότι η ελληνική κυβέρνηση απέρριψε τότε το «κούρεμα», ενώ ειπωθηκε επίσης ότι η Αθήνα δεν είχε πολιτική κάλυψη (από τους εταίρους της).

Μετά το τέλος της συνεδρίασης, το ΔΝΤ ανακοίνωσε τα εξής:

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) ολοκλήρωσε σήμερα την τρίτη επισκόπηση της απόδοσης της Ελλάδος στο οικονομικό πρόγραμμα που στηρίζεται από μια συμφωνία Διευρυμένου Πιστωτικού Μηχανισμού (ΔΠΜ). Η ολοκλήρωση αυτής της επισκόπησης επιτρέπει την εκταμίευση 1,5 δισεκατομμυρίου μονάδων Ειδικού Τραβηκτικού Δικαιώματος (περίπου € 1,74 δισεκατομμύρια ή $ 2,26 δισεκατομμύρια), που ανεβάζει τις συνολικές εκταμιεύσεις της συμφωνίας σε 5,7 δισεκατομμύρια μονάδες Ειδικού Τραβηκτικού Δικαιώματος (περίπου €5,67 δισεκατομμύρια ή $ 8,5 δισεκατομμύρια).

Η συμφωνία ΔΠΜ ύψους περίπου  €173 δισεκατομμυρίων, η οποία εγκρίθηκε στις 15 Μαρτίου 2012 (βλέπε Δελτίο Τύπου 12/85), αποτελεί μέρος ενός χρηματοδοτικού πακέτου από κοινού με χώρες-μέλη της ζώνης του Ευρώ για ένα διάστημα τεσσάρων ετών. Περιλαμβάνει κατ’ εξαίρεση πρόσβαση σε πόρους του ΔΝΤ που ισοδυναμούν περίπου με το 2.159 τοις εκατό της ποσόστωσης της Ελλάδος.

Το Διοικητικό Συμβούλιο ολοκλήρωσε επίσης σήμερα τις Διαβουλεύσεις του 2013 με την Ελλάδα για το Άρθρο IV, η οποία εξετάζει πολιτικές σε μακροπρόθεσμη βάση. Θα δημοσιευτεί μια ξεχωριστή Ενημερωτική Ανακοίνωση σχετικά με την αξιολόγηση του Συμβουλίου για τις Διαβουλεύσεις με την Ελλάδα.

Η ΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ κ. ΛΑΓΚΑΡΝΤ: “Οι ελληνικές αρχές έχουν κάνει  αξιοσημείωτη πρόοδο στη μείωση των δημοσιονομικών και των ανισορροπιών και στην  αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας”, αναφέρει στη δήλωσή της, μετά τη  συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου του ΔΝΤ, η γενική διευθύντρια του Ταμείου  κ. Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία όμως εκφράζει τη διαφωνία της στη πρόθεση της  ελληνικής κυβέρνησης να ζητήσει μείωση των φόρων.

“Οι (ελληνικές) αρχές”, τονίζει.  “παραμένουν αφοσιωμένες προκειμένου να πετύχουν ραγδαία πρόοδο όσον αφορά την  ενίσχυση της παραγωγικότητας, τις διαρθρωτικές αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις  στο φορολογικό και στη δημόσια διοίκηση”.

Σύμφωνα με την κ. Λαγκάρντ “η  Ελλάδα βρίσκεται σε καλό δρόμο για να ολοκληρώσει το φιλόδοξο σχέδιο  δημοσιονομικής της προσαρμογής, και παραμένει «εντός τροχιάς» προκειμένου να  πετύχει τους δημοσιονομικούς της στόχους για το 2013. Κρίσιμη προτεραιότητα  είναι η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής προχωρώντας γρήγορα στην αναμόρφωση της  φορολογικής διοίκησης στη βελτίωση της επιχειρησιακής της ανεξαρτησίας και στη  δικαιότερη κατανομή του βάρους της προσαρμογής”.

Υπογραμμίζει ότι “πΠρέπει  να υπάρξει αντίσταση σε πιέσεις για μείωση των φόρων με χρήση του χώρου  προκύπτει από κάθε δημοσιονομική υπεραπόδοση”, και σημειώνει τα  εξής:

“Αποφασιστικά βήματα είναι αναγκαία  για την αναμόρφωση της δημόσιας διοίκησης, συμπεριλαμβάνοντας, μέσω στοχευμένων  μειώσεων προσωπικού, τη μείωση του κόστους, τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας  και της αύξηση της δικαιοσύνης».

Η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ  δείχνει να αναγνωρίζει τις σοβαρές προσπάθειες για την ανάκτηση της  ανταγωνιστικότητας, αλλά κάνει λόγο για την ανάγκη ευρύτερων μεταρρυθμίσεων  όπως η απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων. Υπογραμμίζει ότι η διαδικασία  ανακεφαλαιοποίηση ολοκληρώνεται και τονίζει την ανάγκη να προχωρήσει η θέσπιση  νέου πλαισίου προκειμένου να περάσουν στον ιδιωτικό τομέα οι τράπεζες που  βρίσκονται σε κρατικό έλεγχο.

Αναφορικά με το ελληνικό χρέος,  υπογραμμίζει την υποχρέωση και τη δέσμευση των εταίρων της Ελλάδας στην  Ευρώπη να ενισχύσουν τη χώρα μας και μετά τη διάρκεια του  προγράμματος. Τονίζει τα εξής:

«Το δημόσιο χρέος αναμένεται να  παραμείνει σε υψηλά επίπεδα και την επόμενη δεκαετία. Οι διαβεβαιώσεις από τους  Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας ότι θα εξετάσουν περαιτέρω μέτρα και βοήθεια, αν  χρειαστεί, για να μειωθεί το χρέος σημαντικά κάτω από 110 τοις εκατό του ΑΕΠ  μέχρι το 2022, υπό την προϋπόθεση πλήρους εφαρμογής όλων των όρων που  περλαμβάνονται στο πρόγραμμα από την Ελλάδα, είναι ευπρόσδεκτες. Η συνεχιζόμενη  δέσμευσή τους να παράσχουν επαρκή οικονομική στήριξη προς την Ελλάδα κατά τη  διάρκεια του προγράμματος και πέρα από αυτό, μέχρι να αποκτήσει ξανά αξιολόγηση  από τις αγορές, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα συμμορφώνεται πλήρως με το  πρόγραμμα, είναι επίσης απαραίτητη».

Following the Executive Board’s discussion, Ms. Christine Lagarde, Managing  Director and Chair, stated:

“The Greek authorities have made commendable progress in reducing fiscal and  external imbalances and in restoring competitiveness. The authorities remain  committed to make rapid progress on productivity-enhancing structural reforms  and on tax and public administration reforms.

“Greece is well underway to complete its ambitious fiscal adjustment plan,  and is on track to meet its 2013 fiscal targets. A critical priority is to  tackle tax evasion by pressing forward rapidly with reform of the revenue  administration to improve operational independence and make the burden of  adjustment more equitable. Pressures to reduce taxes using the space from any  fiscal over-performance should be resisted. Decisive steps are needed to reform  public administration, including through targeted staff reductions, to lower  costs, improve efficiency, and increase fairness.

“Efforts continue in earnest to address external imbalances and restore  competitiveness, notably through far-reaching labor market reforms, which have  increased wage flexibility. Broader structural reforms to enhance productivity  and improve the business environment need to be accelerated, including the  liberalization of regulated professions and other product and service markets.  Such reform is essential to reduce costs, improve efficiency, and ensure that  the burden of adjustment falls not just on wages.

“The recapitalization of core banks and resolution of non-core banks are  nearing completion. The authorities must reinforce the governance framework and  return to the private sector the stakes in banks that are under the government’s  control at an early time. The authorities are reforming the insolvency and  non-performing loan resolution frameworks, to facilitate the repair of balance  sheets and restoration of credit growth.

“Public debt is projected to remain high well into the next decade. The  assurances from Greece’s European partners that they will consider further  measures and assistance, if necessary, to reduce debt to substantially below  110 percent of GDP by 2022, conditional on Greece’s full  implementation of all conditions contained in the program, are welcome. Their  continued commitment to provide adequate financial support to Greece during the  life of the program and beyond until it has regained market assess, provided  that Greece complies fully with the program, is also essential.”

Photo by IMF

www.mignatiou.comwww.ethnos.gr

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: