Ο Οτσαλάν όπως τον γνώρισα βαδίζοντας στα βουνά του Κουρδιστάν, πριν η Ελλάδα τον παραδώσει στην Τουρκία

File Photo Ο συγγραφέας με τον ηγέτη των Κούρδων στη Δαμασκό




Του ΠΑΝΟΥ ΠΙΚΡΑΜΕΝΟΥ

Όλα ξεκίνησαν στις 27 Νοεμβρίου  1978, στο Φις, ένα μικρό χωριό στην περιοχή Λίτσε του Ντιάρμπακιρ.

Μία χούφτα ονειροπόλοι αριστεροί φοιτητές, με επικεφαλής τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν ιδρύουν το Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν, το ΡΚΚ.

Το 1984, μετά από μακρόχρονη προετοιμασία στα στρατόπεδα της κοιλάδας Μπεκάα, στον Λίβανο, ο Άπο, όπως αποκαλούν οι Κούρδοι τον Οτσαλάν, κηρύσσει την επιστροφή στην πατρίδα.

Χιλιάδες καλοεκπαιδευμένοι αντάρτες διεισδύουν από παντού στην Τουρκία κάνοντας την ζωή των Τούρκων στρατοκρατών εφιάλτη.

Η  κατάληξη σε ότι αφορά τον ηγέτη αυτής της ιστορικής επανάστασης δυστυχώς έγινε στην Ελλάδα: Ήταν ο άθλιος χειρισμός από την  «κυρία Κατεχάκη», τον «μεγάλο τραγουδιστή» κ. Πάγκαλο και τον «ευχαριστούμε τις ΗΠΑ» κ. Σημίτη

Πριν ακριβώς από 23 χρόνια, τον Φλεβάρη 1999, ο ελληνικός λαός μάθαινε ότι  στην Κένυα, είχε συντελεστεί η παράδοση του Οτσαλάν στα χέρια των Τούρκων, με εμπλοκή της τότε ελληνικής κυβέρνησης.

Screenshot via YouTube video

Δυο μέρες μετά την παράδοση, ο τότε πρωθυπουργός Σημίτης εξέδωσε μια μακροσκελέστατη ανακοίνωση για την υπόθεση Οτσαλάν. Τι επέλεξε να τονίσει σε κείνη την ανακοίνωση ο κύριος Σημίτης; Επέλεξε, μιλώντας για το «κουρδικό ζήτημα», να δηλώσει: «Είμαστε κατά των ένοπλων ανταρσιών και των πράξεων τρομοκρατίας και βίας»!

Μερικές όμως ημέρες πριν την τραγωδία, ο τότε πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα Νίκολας Μπερνς απαντώντας σε επίμονες ερωτήσεις δημοσιογράφων, ενώ δήλωνε άγνοια για το που βρισκόταν ο τότε καταδιωκόμενος ηγέτης των Κούρδων, φρόντισε να επισημάνει ότι ότι «η Ελλάδα έλαβε  τις αποφάσεις, που έπρεπε να πάρει» (Δηλώσεις πρεσβευτή ΗΠΑ Μπερνς για Κούρδο ηγέτη PKK, Αριθμός Είδησης: 426771 Θεσσαλονίκη, Ελλάδα 03/02/1999 00:00 ΑΠΕ του Γιάννη Γεωργίου / ΒΛΚ)

Το ταξίδι του 1997

Μία συνέντευξη που θέλαμε να πάρουμε από τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν, τον ηγέτη του Εργατικού Κουρδικού Κόμματος (ΡΚΚ) ήταν η αφορμή να κάνουμε ένα μοναδικό ταξίδι στα βουνά του Βόρειου Ιράκ.

Βαδίζοντας ασταμάτητα για πολλές ημέρες και νύχτες παράλληλα στα σύνορα της Τουρκίας, διασχίσαμε σχεδόν ολόκληρο το Ιρακινό Κουρδιστάν

Kανένας δεν φανταζόταν, ότι ένα  ολιγοήμερο αεροπορικό ταξίδι στην Μέση Ανατολή, και ίσως κάνα δύο ώρες πεζοπορία για να δούμε και λίγο από κοντά ένα στρατόπεδο, θα εξελισσόταν σε μία εικοσαήμερη μυθιστορηματική περιπέτεια σε μία από τις πιο ταραγμένες περιοχές του πλανήτη.

Μας έμελλε να εμπλακούμε σε μάχη στον τότε κουρδικό εμφύλιο με το KDP (Δημοκρατικό Κόμμα Κουρδιστάν), να διαφύγουμε υπό την απειλή των πολυβόλων περνώντας σε απόσταση μικρότερη των 500 μέτρων από το οχυρό τους, να διαβούμε άγρια ποτάμια, να διασχίσουμε περπατώντας συνεχώς πάνω από δεκαπέντε νύχτες σχεδόν ολόκληρο το Β. Ιράκ, να σκαρφαλώσουμε δύο φορές τα απόκρημνα Λευκά Όρη ύψους 2.000 μέτρων και το βουνό Λινκί, δίπλα στον ποταμό Ζαπ, ύψους 2.300 μέτρων και να υποστούμε τους βομβαρδισμούς της τουρκικής αεροπορίας.

Αποσπάσματα από το βιβλίο «ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΑΝ»

…συνεχίζαμε την πορεία μέσα στην νύχτα και… είχε πάψει πια να είναι μία απλή ταλαιπωρία. Και το παραμικρό βήμα ήταν κουραστικό ιδίως όταν βαδίζαμε στην λάσπη. Κάθε μία ώρα περίπου κάναμε πεντάλεπτες στάσεις και οι επικεφαλής μας μοίραζαν καραμέλες. Ο γιατρός που συνόδευε την ομάδα μας εξήγησε ότι αυτό γίνεται για να αντικαθιστώνται άμεσα οι γλυκογόνες ουσίες του ήπατος που καταναλώνονται γρήγορα με την συνεχή κίνηση. Αν και τα γνωρίζαμε αυτά, μας εντυπωσίασε η επιστημονική προσέγγιση του θέματος όπως και το γεγονός ότι στην ομάδα υπήρχε γιατρός.

Εδώ αξίζει να αναφερθούμε στον τρόπο που βαδίζαμε. Εμπρός σε κάποια απόσταση από την κυρίως ομάδα προχωρούσαν 4-5 ανιχνευτές οι οποίοι ήταν σε συνεχή επικοινωνία με τον ανιχνευτή που βάδιζε στην κεφαλή της σειράς. Στα πλάγια της ομάδας βάδιζαν επίσης άλλοι ανιχνευτές. Με αυτόν τον τρόπο η ομάδα βάδιζε ασφαλής αφού το έδαφος γύρω της «χτενιζόταν» σε μία ακτίνα 400-500 μέτρων. Συνεχή επικοινωνία είχε και ο πρώτος της ομάδας -βαδίζαμε σε μία σειρά- με τους ανιχνευτές που βάδιζαν στο τέλος. Σε κάποια σημεία ενώθηκαν μαζί μας και άλλες 3 ή 4 ομάδες και έτσι ο αριθμός των ανταρτών έφτασε περίπου τους 100. Βαδίζοντας εν σειρά και σε απόσταση τουλάχιστον 4-5 μέτρων ο ένας από τον άλλο η γραμμή πρέπει να είχε συνολικό μήκος 400-500 μέτρα. Στις επικίνδυνες περιοχές βαδίζαμε σε απόσταση 10 ή και 20 μέτρων οπότε το μήκος αυξανόταν κατά πολύ. Από τον τρόπο που προχωρούσαμε αρχίσαμε να αντιλαμβανόμαστε ότι δεν είχαμε να κάνουμε με άτακτους. Αντίθετα πρόκειται για έναν καλοεκπαιδευμένο και πολύ πειθαρχημένο στρατό, με εντυπωσιακή φυσική κατάσταση…

O οπλισμός

…στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθούμε στον οπλισμό των Κούρδων. Κάθε μαχητής φέρει ένα όπλο τύπου ΑΚ-47 Καλάσνικωφ ρωσικής κατασκευής, και πέντε γεμιστήρες των 30 φυσιγγίων μαζί με αυτόν που βρίσκεται στο όπλο. Όπως μας είπαν δεν φέρουν μεγαλύτερο αριθμό γεμιστήρων για να μην αυξήσουν το βάρος που μεταφέρουν. Ένας καλός μαχητής μπορεί να πολεμήσει δύο ημέρες με τα πυρομαχικά αυτά. Κάθε ομάδα τριάντα περίπου ατόμων, φέρει ένα αντιαρματικό RPG, ένα βαρύ πολυβόλο ρωσικής κατασκευής και ένα όπλο ελεύθερου σκοπευτή τύπου Ντραγκούνωφ με τηλεφακό. Το τελευταίο, φέρουν και μικρότερες ομάδες επτά ατόμων, έχει 3χλμ εμβέλεια και είναι αποτελεσματικό στο 1χλμ. Το RPG χρησιμοποιείται περισσότερο ως ψυχολογικό όπλο αφού στα βουνά τα οχήματα είναι εξαιρετικά σπάνια. Επίσης υπάρχουν πολλά όπλα αμερικανικής κατασκευής τύπου Μ-16 τα οποία δεν ανήκουν στον συνήθη εξοπλισμό αλλά είναι λάφυρα πολέμου από τις τουρκικές ειδικές δυνάμεις. Είναι εξαιρετικά τιμητικό για κάποιον να έχει Μ-16 και η χρήση τους ενθαρρύνεται γιατί επηρεάζουν πολύ άσχημα το ηθικό των Τούρκων στρατιωτών. Το ίδιο ισχύει με τα τζόκεϋ των τουρκικών ειδικών δυνάμεων ή τα αμερικάνικα στρατιωτικά γιλέκα. Μας εντυπωσίασε το γεγονός ότι οι αντάρτες προμηθεύονται πυρομαχικά για τα Μ-16 μέσα από την Νότια Τουρκία όπου όπως φαίνεται ανθεί το λαθρεμπόριο όπλων και ναρκωτικών.

Η μάχη κράτησε δύο περίπου ώρες και οι απώλειες ήταν όπως μας είπαν δύο νεκροί από την εχθρική πλευρά. Οι ανιχνευτές και η ομάδα που είχε περάσει στην απέναντι όχθη διέφυγαν και επέστρεψαν ασφαλείς στο αρχηγείο τους, εκτός από έναν νεαρό που χάθηκε και περιπλανήθηκε μερικές μέρες ώσπου επέστρεψε και αυτός σώος. Η μισή δική μας ομάδα αναδιπλώθηκε σε βάθος 100-200 μέτρων ενώ η άλλη μισή κατέβηκε στην όχθη για να εμποδίσει ενδεχόμενη προσπάθεια των εχθρών να διαβούν το ποτάμι. Πολλοί αντάρτες ήταν νεοσύλλεκτοι και μόλις έρχονταν από τα στρατόπεδα εκπαίδευσης. Αρκετοί, ιδίως κοπέλες, ήταν πολύ νεαρής ηλικίας, μερικές δεν ήταν πάνω από δεκαέξι χρονών. Όπως μας είπαν, μετά από μερικούς μήνες πολεμούν ακριβώς όπως οι υπόλοιποι…

Την νύχτα ενώ βρέχει καταρρακτωδώς αλλάζουμε πάλι θέση και μετά από δύο ώρες πορεία σκαρφαλώνοντας τα γλιστερά σχεδόν κάθετα βράχια, καταφεύγουμε σε ένα άλλο απόκρημνο φαράγγι. Σιωπηλοί και τρέμοντας από το κρύο περιμένουμε άυπνοι να ξημερώσει…

…τελικά σήμερα περνάμε τον Τίγρη. Ξεκινάμε από τις 2μ.μ. και βαδίζουμε συνεχώς μέσα από χαράδρες. Φτάνουμε σε μία  έκταση που κατηφορίζει ελαφρά προς το ποτάμι, στρωμένη με γρασίδι που απέχει από την όχθη περίπου ένα χιλιόμετρο. Η απέναντι πλευρά φαίνεται ήσυχη αλλά αυτό που μας καθησυχάζει πάνω απ’ όλα είναι η παρουσία ενός Άραβα βοσκού. Το ένστικτο και η πείρα των ανθρώπων αυτών είναι κάτι εντυπωσιακό. Αν είχε αντιληφθεί την παραμικρή κίνηση από την απέναντι πλευρά σίγουρα δεν θα βρίσκονταν στο σημείο αυτό, διακινδυνεύοντας το κοπάδι του.

Παρ’ όλα αυτά τα μέτρα ασφαλείας είναι κάτι παραπάνω από σχολαστικά. Στις 3.30 μ.μ. οι ανιχνευτές είχαν ήδη ακροβολιστεί στην απέναντι όχθη και σιγά-σιγά, σε ομάδες 4-5 ατόμων διασχίζαμε βαδίζοντας ήρεμα την ακάλυπτη έκταση, ενώ οι υπόλοιποι περίμεναν καλυμμένοι πίσω από κάτι βράχια. Μόλις φτάσαμε στην όχθη είδαμε ότι ήταν πολύ απότομη, σχεδόν κάθετη ύψους 10 περίπου μέτρων και είχαμε έναν επίπεδο χώρο 1,5 μ. περίπου για να σταθούμε, δίπλα στο νερό. Ήταν από τις πιο δύσκολες στιγμές του ταξιδιού. Κατεβήκαμε με μεγάλη δυσκολία την απόκρημνη γλιστερή όχθη ενώ τέσσερις Κούρδοι την κατέβαιναν τρέχοντας μεταφέροντας ένα από τα φουσκωτά σκάφη. Ήταν καταπληκτικοί!

Διαβαίνοντας τον Τίγρη

Ανησυχούσαμε γιατί στεκόμαστε δίπλα στο νερό εντελώς ακάλυπτοι. Αν κάποιος ελεύθερος σκοπευτής μας πυροβολούσε από απέναντι θα ήταν σχεδόν αδύνατο να αναρριχηθούμε γρήγορα στην απότομη όχθη, αλλά και αν αναρριχόμαστε, για να καλυφθούμε θα έπρεπε να διασχίσουμε την ακάλυπτη έκταση. Το να βουτήξουμε στο ορμητικό ρεύμα του Τίγρη ισοδυναμούσε με αυτοκτονία. πιο ψηλά, στην απέναντι όχθη, ένα κοπάδι λύκων ούρλιαζε συνεχώς… Η ένταση ήταν μεγάλη, αλλά εμπιστευόμαστε τον στρατηγό Τζελάλ που από τις συζητήσεις μας φάνηκε ότι ήταν εξαιρετικός γνώστης της στρατιωτικής τακτικής και μάλλον ήξερε τι έκανε. Αφού πέρασαν δύο ή τρεις ομάδες, οι αντάρτες προσπάθησαν να ρίξουν στο νερό το μουλάρι για να περάσει κολυμπώντας απέναντι. Στάθηκε όμως αδύνατο γιατί αφού προχωρούσε μερικά μέτρα επέστρεφε στην όχθη. Έτσι το έδεσαν σε ένα φουσκωτό και το τράβηξαν μέχρι την μέση του ρεύματος. Εκεί το άφησαν να κολυμπήσει μόνο του γιατί παρέσυσε και το φουσκωτό. Το δύστυχο όμως δεν μπόρεσε να ξεφύγει από το κέντρο του ρεύματος και χάθηκε στο ποτάμι…

Η τελευταία ομάδα πέρασε μέσα στο σκοτάδι, κάτω από δυνατή βροχή. Στις 9 μ.μ. αφού ανασυνταχτήκαμε ξεκινήσαμε μία πορεία που έμελλε να αποδειχθεί κυριολεκτικά εφιαλτική.

Βρισκόμαστε στον απέραντο κάμπο της Μεσοποταμίας και έβρεχε. Την λάσπη της Μεσοποταμίας την αναφέρει μέχρι και η Αγία Γραφή. Προχωρούσαμε τσαλαβουτώντας μέχρι την κνήμη στο μαλακό αργιλώδες έδαφος. Σηκώνοντας το πόδι για το επόμενο βήμα, αυτό πρέπει να είχε βάρος 2-3 κιλά από την λάσπη που κολλούσε πάνω του. Κάθε λίγο σταματούσαμε για να πάρουμε το ο.k. από τους ανιχνευτές που προχωρούσαν εμπρός. Στο βάθος φάνηκαν κάτι φώτα. Ήταν το οχυρό του KDP. Διασχίζαμε εχθρική περιοχή.

Ο στρατηγός Τζελάλ, σκεπτόμενος με σωφροσύνη αλλά και τόλμη, αποφάσισε να περάσουμε σε απόσταση μικρότερη των 500 μέτρων από το οχυρό. Ούτε τόσο κοντά ώστε να μας αντιληφθούν, ούτε και τόσο μακριά ώστε να συναντήσουμε περιπόλους που μας ίσως μας έψαχναν. Απλώς θα περνούσαμε από εκεί που δεν μας περίμεναν. Η ένταση και η αγωνία ήταν φοβερή. Οι αντάρτες είχαν τυλίξει τα όπλα τους με τα μαντήλια και κάθε μεταλλικό αντικείμενο είχε κρυφτεί στο βάθος των σακιδίων. Ένα βήξιμο ή ένα φτέρνισμα μπορούσε να μας προδώσει.

Μετά από μία ώρα περνούσαμε ακριβώς μπροστά από το οχυρό. Είχε τετράγωνο σχήμα και γύρω-γύρω προβολείς φώτιζαν το έδαφος σε αρκετή απόσταση. Η πεδιάδα ήταν επίπεδη και αν μας πολυβολούσαν δεν υπήρχε τρόπος να καλυφθούμε. Ακόμα και η εικόνα ήταν εφιαλτική. Προχωρώντας σιγά-σιγά αφήσαμε τα φώτα πίσω μας. Το κάθε βήμα ήταν βασανιστικό και το μουλάρι που προοριζόταν για εμάς είχε χαθεί…

File Photo Κούρδοι αντάρτες στα βουνά του Κουρδιστάν

…το πρωί σκαρφαλώνουμε από ένα στενό μονοπάτι το βουνό Τσιαέ Σιπί (Λευκά Όρη) ύψους 2.000 μέτρων! Κατάφερα να κάνω ένα μέρος της διαδρομής με άλογο. Ή τα  άλογα βαδίζουν καλύτερα σε ανηφορικό έδαφος ή άρχισα να τα συνηθίζω…

. Απέναντί μας βρίσκεται η Τουρκία σε απόσταση 5-10 χλμ. Οι Κούρδοι είναι περήφανοι για τα βουνά τους. Τα θεωρούν φυσικό πλούτο της χώρας τους. Τώρα, μας είπαν, βρισκόμασταν στο ανεξάρτητο Κουρδιστάν. Γιόρτασαν την άφιξή μας με έναν πυροβολισμό. Η ομάδα είχε εξαντληθεί και παραμείναμε δύο ώρες για ξεκούραση.

Συνεχώς διάφοροι αντάρτες ρωτούσαν πως μας φαίνεται το τοπίο και αν στην Ελλάδα έχουμε τέτοια βουνά. Απογοητεύτηκαν λίγο όταν τους είπα ότι και στην Ελλάδα υπάρχουν βουνά, και τους υπενθύμισα τον Όλυμπο που τον ήξεραν αρκετοί από αυτούς από την ελληνική μυθολογία. Ήπιαμε άφθονο πεντακάθαρο νερό, που είχε μαζευτεί από την βροχή στα κοιλώματα των βράχων. Και φυσικά τσάι. Το τσάι είναι ίσως η μοναδική απόλαυση αυτών των ανθρώπων. Παρά το ότι δεν μεταφέρουν σχεδόν τίποτε μαζί τους, εκτός από τα απολύτως απαραίτητα, ποτέ, ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες δεν έλειψε η μεταλλική τσαγιέρα, τα γυάλινα μικρά ποτηράκια και φυσικά το τσάι και η ζάχαρη.

Στο Κουρδιστάν ανακάλυψα και πόσο πολύτιμο είναι το ρόφημα αυτό. Σε ξεκουράζει μετά από μία κοπιαστική πορεία, εξαφανίζει το αίσθημα της δίψας πολύ καλύτερα από μερικά ποτήρια νερό, μειώνει το αίσθημα της κούρασης, σου δίνει ενέργεια χάρις στην ζάχαρη που περιέχει και φυσικά σε ζεσταίνει τις παγερές νύχτες. Το πίνουν δυνατό και πολύ γλυκό. Μόλις το ποτήρι σου κοντεύει να αδειάσει πάντα θα βρεθεί ένας ευγενικός Κούρδος για να στο ξαναγεμίσει. Μετά από μερικά ποτήρια χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να τους πείσεις ότι δεν θέλεις άλλο πια.

…μετά από τρεις ώρες διαδρομή στρίψαμε σε έναν χωματόδρομο και κατεβήκαμε στους πρόποδες ενός βουνού.

Μας είπαν ότι φτάσαμε. Για μία στιγμή ήλπισα ότι δεν θα χρειαζόταν να περπατήσουμε πολύ, ίσως ο προορισμός μας να ήταν εκεί στους πρόποδες του βουνού. Όμως όχι! Περπατήσαμε άλλες δύο ώρες σε ένα πολύ ανηφορικό, στενό μονοπάτι που ανέβαινε φιδωτά τον κάθετο βράχο.

Το θέαμα ήταν μεγαλοπρεπές. Ολόκληρη η διαδρομή ήταν ένα στενό ανηφορικό φαράγγι με τοιχώματα που πολλές φορές έφταναν και τα 100 μέτρα ύψος. Αναρίθμητα ρυάκια και ποταμάκια διέκοπταν το μονοπάτι δυσκολεύοντας την πορεία μας. Κάθε πέντε λεπτά κάνουμε στάση. Καταλαβαίνω όλο και καλύτερα γιατί ο τουρκικός στρατός δεν μπορεί να εισβάλει εδώ από ξηράς. Σε κάθε στροφή του μονοπατιού θα μπορούσε να υπάρχει ένα πολυβολείο. Κανένας στρατός, όσο καλά εκπαιδευμένος και να είναι δεν έχει πιθανότητες επιτυχίας. Και παρόμοια σημεία υπάρχουν απ’ ότι μας λένε εκατοντάδες…

Μπαίνοντας στη φωλιά των ανταρτών

Ξαφνικά το βουνό παρουσιάζεται… κούφιο. Αριστερά μας βλέπουμε μία γιγάντια σπηλιά με άνοιγμα ύψους 20-30 μέτρων και μέσα μία δεύτερη μικρότερη σπηλιά. Εμπρός, ένα φυλάκιο από σάκους με χώμα και η σημαία του Κουρδιστάν, κόκκινη με κίτρινο αστέρι να ανεμίζει! Η φρουρά ειδοποιημένη για την άφιξή μας, παρατεταγμένη μας χαιρετάει με ενθουσιασμό. Ενώ βαδίζαμε, διασταυρωνόμαστε με έναν σαρικοφόρο με παραδοσιακή φορεσιά που μας λέει ευγενικά «Καλησπέρα» στα …ελληνικά! Βρισκόμαστε στην είσοδο του Ζαπ, του θρυλικού απάτητου αρχηγείου του ARGK. Εδώ είναι η καρδιά του ελεύθερου Κουρδιστάν.

Ένας ορεινός όγκος, μεγάλος όσο η Πίνδος περίπου, απρόσιτος γύρω-γύρω εκτός από κάποιες εισόδους που φρουρούνται με μεγάλη προσοχή. Στο εσωτερικό ένας δαίδαλος από χαράδρες, μικρές κοιλάδες και απότομες βουνοκορφές που φτάνουν τα 2.500 μέτρα…  Για να πλησιάσουν τεθωρακισμένα ή άλλα οχήματα ούτε κουβέντα. Δεν μπορούμε να φανταστούμε ποίες ειδικές δυνάμεις μπορούν να εισβάλλουν με επιτυχία μέσω αυτών των στενών μονοπατιών ή των απόκρημνων βουνοπλαγιών έχοντας να αντιμετωπίσουν αυτούς τους ορεσίβιους που είναι αποφασισμένοι να σκοτωθούν. Θα ήταν καθαρή αυτοκτονία. Οι Ιρακινοί και ιδίως οι Τούρκοι έχουν πληρώσει ακριβά τις όποιες προσπάθειες. Η περιοχή είναι σωστή «σφηκοφωλιά».

Υπάρχουν εκατοντάδες σπηλιές, φυσικές ή τεχνητές, σκαλισμένες σε μεγάλο ύψος πάνω στον βράχο και οι οποίες δεσπόζουν σε μικρές κοιλάδες και λειτουργούν ως κατοικίες, φυλάκια και καταφύγια. Μερικές ενώ έχουν στενά στόμια ύψους 1-2 μέτρων, έχουν πολύ μεγάλο βάθος και μεγάλη έκταση εσωτερικά. Δεκάδες πηγές, ρυάκια και ποταμάκια παρέχουν άφθονο νερό στους αντάρτες και οι τεράστιες ποσότητες πυρομαχικών και τροφίμων που έχουν αποθηκευμένες τους δίνει την δυνατότητα να αντέξουν σε μακροχρόνια πολιορκία.

Καθώς ερχόμαστε είδαμε κάποιους κρατήρες από ρουκέτες. Πιστέψαμε ότι ήταν από παλαιότερους βομβαρδισμούς. Όχι όμως… Ακριβώς εδώ, που είναι η πύλη του Ζαπ, με την σημαία του Κουρδιστάν, είναι ο αγαπημένος στόχος των Τούρκων πιλότων… Καινούργια έκπληξη για εμάς που πιστεύαμε ότι οι βομβαρδισμοί είχαν σταματήσει εδώ και αρκετούς μήνες…

Μας καθησύχασαν όμως λέγοντας μας ότι σπάνια οι Τούρκοι πιλότοι έχουν ευστοχία στις βολές τους. Καθώς δεν γνωρίζουν τι είδους αντιεραπορική προστασία υπάρχει, είναι εξαιρετικά επιφυλακτικοί και κατά κανόνα δεν πλησιάζουν πολύ. Έτσι είναι αδύνατο να κτυπήσουν το στόμιο μίας σπηλιάς ή έστω και να διακρίνουν μία μικρή ομάδα ανταρτών που βαδίζει ακάλυπτη σε κάποια κοιλάδα. Οι ρουκέτες πέφτουν σχεδόν πάντα στην τύχη.

Στη συνέχεια, και κατά την διάρκεια πολυήμερων διαδρομών μέσα στο Ζαπ είναι ζήτημα να είδαμε 5-6 εύστοχες βολές. Και όταν λέμε εύστοχες εννοούμε κρατήρες πάνω σε κάποιο μονοπάτι ή σε απόσταση 10-20 μέτρων. Όσα θύματα έχουν υπάρξει -και σχεδόν όλα είναι ελαφρά τραυματίες- θεωρούνται από τους Κούρδους τυχαία περιστατικά. Τα επιθετικά ελικόπτερα τύπου Σούπερ Κόμπρα και Κόμπρα που οι Κούρδοι τα θεωρούν επικίνδυνα, επιτίθενται κυρίως μέσα στο έδαφος της Τουρκίας και δεν έρχονται εδώ. Άλλωστε θα ήταν εξαιρετικά ευπρόσβλητα μέσα σε αυτούς τους λαβύρινθους με τις κάθετες πλαγιές…

Αργά το πρωί ξεκινάμε με μουλάρια από την πύλη και προχωράμε στα ενδότερα του Ζαπ. Θα είχαμε την σπάνια ευκαιρία να συναντήσουμε τον αρχιστράτηγο Τζουμά. Πρόκειται για τον υπ’ αριθμόν 1 στόχο των Τούρκων μετά τον πρόεδρο του ΡΚΚ Αμπντουλάχ Οτσαλάν. Μετακινείται συνεχώς και κανένας δεν γνωρίζει ακριβώς σε ποία τοποθεσία βρίσκεται.

Μας συνόδευαν ο Αχμέτ που εκτελούσε και χρέη ορντινάντσας και οι δύο σωματοφύλακές μας. Κατά τις 11π.μ. ακούγεται από μακριά το βουητό ενός αεροπλάνου. Η ανησυχία μας πάλι μεγαλώνει… Το αεροπλάνο τριγυρνούσε γύρω από την οροσειρά σαν ένα ενοχλητικό κουνούπι. Μετά από μερικά λεπτά ακούστηκαν αρκετά κοντά μας οι πρώτες εκρήξεις. Είχαν βομβαρδίσει το φυλάκιο απ’ όπου ξεκινήσαμε μισή ώρα πριν… Οι εκρήξεις ακούγονταν όλο και κοντινότερες.

Προχωρούσαμε γρήγορα, χωρίς στάσεις, ελπίζοντας ότι ο πιλότος θα ρίξει κάπου αλλού τις ρουκέτες του και θα φύγει. Κάποτε οι κοιλάδες που βρίσκονται μέσα στην οροσειρά Ζαπ κατοικούνταν. Είδαμε τα ερείπια από πολλά χωριά. Όμως δεν υπήρχε ούτε ένα σπίτι όρθιο. Όλα είχαν βομαδιστεί πολλές φορές από Τούρκους ή Ιρακινούς  και έβλεπες μόνο σωρούς από πέτρες.

Κάποια στιγμή ενώ βαδίζαμε σε έναν χώρο ακάλυπτο μέσα σε μία μικρή κοιλάδα, άκουσα τον θόρυβο από τον κινητήρα του αεροπλάνου να δυναμώνει πάρα πολύ. Βρισκόταν σχεδόν πίσω μας… Η ένταση ήταν τρομερή…

Το αεροπλάνο έφυγε και μας εξήγησαν ότι το καλύτερο που έχει να κάνει κάποιος σε παρόμοιες περιπτώσεις είναι να συνεχίσει την πορεία μέχρι να φτάσει σε κάποια σπηλιά. Ο πιλότος δεν μπορεί να μας δει. Το πολύ-πολύ να διακρίνει το μονοπάτι και να ρίξει στα τυφλά τις ρουκέτες του. Αν το αεροπλάνο κατέβει πολύ χαμηλά οι αντάρτες ξέρουν πότε πυροδοτείται η ρουκέτα και έχουν μερικά δευτερόλεπτα χρόνο να καλυφθούν. Όταν το αεροπλάνο επιτίθεται με τα πολυβόλα το καλύτερο είναι να ξαπλώσεις κάθετα στην κατεύθυνση των βλημάτων.

Τα βλήματα πέφτουν στο έδαφος σε απόσταση τουλάχιστον ενός μέτρου το ένα από το άλλο λόγω της ταχύτητας του αεροπλάνου. Έτσι οι πιθανότητες να χτυπηθείς ελαχιστοποιούνται γιατί το πλάτος του σώματος είναι λιγότερο από ένα μέτρο. Αν ξαπλώσεις στο έδαφος οριζόντια με την κατεύθυνση των βλημάτων μπορεί να σε κτυπήσουν και δύο βλήματα. Π.χ. ένα στο κάτω μέρος του σώματος και δεύτερο ένα μέτρο πιο πάνω…

Έχουμε φτάσει στον ποταμό Ζαπ, όχι πολύ μακριά από τα σύνορα του Ιράν προχωρώντας  πάντα δίπλα στα σύνορα της Τουρκίας. Ένα αεροπλάνο βουίζει εδώ και αρκετή ώρα κάπου κοντά. Το τοπίο όμως είναι εκπληκτικό. Βαδίζουμε για δύο ώρες σ΄ ένα στενό και προφανώς αρχαίο μονοπάτι, που κατεβαίνει περίπου 1.000μ. φιδωτά, σκαλισμένο στα κάθετα βράχια σαν και αυτά που βλέπουμε σε ταινίες με περιπέτειες στις Άνδεις. Στο τέλος νόμιζες ότι κατέβαινες σε κάποια κοιλάδα με χαμένο πολιτισμό των Ίνκας…

Στην είσοδο του αρχηγείο, μας περιμένει ο ίδιος ο Τζεμίλ Μπαγίκ. Μας φιλάει σταυρωτά και μας οδηγεί μέσα. Οι εκπλήξεις διαδέχονται η μία την άλλη. Εδώ στα απρόσιτα αυτά ερημικά βουνά, μακριά από οποιαδήποτε κατοικημένη περιοχή βλέπουμε την πιο σύγχρονη τεχνολογία. Ηλεκτρικό ρεύμα, ασυρμάτους, δορυφορικές κεραίες, τηλεόραση και μία συσκευή δορυφορικής τηλεφωνίας (Satelite). Μετά από τόσες ημέρες καθόμαστε για πρώτη φορά σε πλαστικές πολυθρόνες και όχι οκλαδόν στο χώμα…

File Photo Ο στρατηγός Τζεμίλ Μπαγίκ γνωστός ως “Τζουμά”

Hellas Journal με πληροφορίες από το βιβλίο “Οδοιπορικό στο Κουρδιστάν”/ Πάνος Πικραμένος

Το κουρδικό ζήτημα και η μεγάλη-μικρή Τουρκία: Η Ελλάδα φέρθηκε άτιμα στον Οτσαλάν

Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: