Τζαμάϊκα, Φανάρι, Κένυα: Οδηγός «επιβίωσης» στους πιθανούς συνασπισμούς των γερμανικών εκλογών

Μέλη του κόμματος των Πρασίνων χορεύουν μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων. EPA/JENS SCHLUETER / POOL




Δύσκολες και ενδεχομένως πολύμηνες προμηνύονται οι  διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης στη Γερμανία. Τις προηγούμενες εκλογές χρειάστηκαν σχεδόν 6 μήνες για να καταλήξουν στον μεγάλο συνασποσμό CDU / SPD.

Ήδη από σήμερα το πρωί, οι ηγεσίες των κομμάτων που είναι πιθανό να συμμετάσχουν σ’ ένα μελλοντικό συνασπισμό συνεδριάζουν στο Βερολίνο και αναμένεται να δώσουν ενδείξεις για τις συμμαχίες που εξετάζουν.

Σύμφωνα με τα επίσημα προσωρινά αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν από την εκλογική επιτροπή, το κεντροαριστερό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) και ο επικεφαλής του Όλαφ Σολτς συγκέντρωσαν 25,7% των ψήφων, ξεπερνώντας με μικρή διαφορά τη συντηρητική ένωση Χριστιανοδημοκρατών και Χριστιανοκοινωνιστών (CDU-CSU) του Άρμιν Λάσετ, που συγκέντρωσε το ιστορικά χαμηλο ποσοστό του 24,1%.

Ποτέ οι συντηρητικοί δεν είχαν πέσει κάτω από το όριο του 30%. Πρόκειται για ηχηρή ήττα για το στρατόπεδο της καγκελαρίου Άγγελας Μέρκελ τη στιγμή που εκείνη συνταξιοδοτείται πολιτικά.

Πώς εκλέγεται ο καγκελάριος

Πέρα απ’ αυτό, τίποτε δεν θεωρείται ακόμη πως έχει κριθεί στη χώρα. Διότι στη Γερμανία δεν είναι οι ψηφοφόροι που εκλέγουν απ’ ευθείας τον επικεφαλής της κυβέρνησης, αλλά οι βουλευτές, μόλις σχηματίσουν μια πλειοψηφία.

Η πλειοψηφία αυτή είναι τούτη τη φορά, αν δεν επαναληφθεί ο μεγάλος συνασπισμός απότην ανάποδη, καγγελάριος από το SPD με συνεργασία των Χριστιανοδημοκρατών, αποτελεί μια ιδιαίτερα περίπλοκη διαδικασία διότι θα πρέπει να συμμετάσχουν τρία κόμματα -κάτι που έχει να γίνει από τα χρόνια του 1950- λόγω του κατακερματισμού των ψήφων.

Φανάρι, Κένυα, Τζαμάϊκα

Ως γνωστό, οι δυνητικοί συνασπισμοί που μπορούν να δώσουν κυβέρνηση στη Γερμανία έχουν λάβει κάποια πιο «χαριτωμένα» ονόματα με βάση τα χρώματα που παράγει ο πιθανός συνδυασμός κομμάτων.

Ετσι οι πιθανοί συνδυασμοί, προτού κλείσει η κάλπη, ήταν οι εξής:

  • «Φανάρι»: Κυβένηση με το SPD, (Κόκκινο) τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους (Κίτρινο)
  • «Τζαμάικα»: Το εύκολο προσωνύμιο μιας κυβέρνησης SPD, πράσινων και Φιλελεύθερων.
  • «Κόκκινο, Κόκκινο, Πράσινο»:  Συνασπισμός SPD με Πράσινους και Die Linke

Τέλος υπάρχουν δύο ακόμη συνδυασμοί – η «Κένυα» (SPD, CDU, Πράσινοι) και ο συνασπισμός «Γερμανία» (CDU, SPD, FDP,  τα χρώματα των οποίων συμπίπτουν με εκείαν της γερμανικής σημαίας.

 «Πριν από τα Χριστούγεννα» 

Στη Γερμανία, οι συνομιλίες για το σχηματισμό νέας κυβέρνησης εξαρτώνται μόνο από τα πολιτικά κόμματα.

Στο τέλος των προηγούμενων εκλογών το 2017, ο σημερινός μεγάλος συνασπισμός δεν είχε καταστεί δυνατό να σχηματισθεί παρά μόνο έξι μήνες αργότερα, γεγονός που προκάλεσε πολιτική παράλυση στη Γερμανία, ιδιαίτερα όσον αφορά τα ευρωπαϊκά ζητήματα.

Εντούτοις, τόσο το SPD όσο και η κεντροδεξιά είπαν ότι έχουν στόχο να υπάρξει μια κατάληξη πριν από τα Χριστούγεννα. Θα τα καταφέρουν;

Προς αριθμό ρεκόρ η Μπούντεσταγκ

Με τα σημερινά δεδομένα, λύσεις είναι δυνατές για μια πλειοψηφία στην Μπούντεσταγκ, η οποία θα έχει αριθμό ρεκόρ 735 βουλευτών, δηλαδή 137 περισσότερους απ’ ό,τι πριν από τέσσερα χρόνια, σύμφωνα με την εκλογική επιτροπή.

Το SPD, με 206 βουλευτές, θα μπορούσε έτσι να συμμαχήσει με τους Πράσινους, που ήρθαν τρίτοι στην ψηφοφορία με 14,8% (118 βουλευτές) και τους φιλελεύθερους του FDP, ένα κόμμα της δεξιάς το οποίο συγκέντρωσε 11,5% (92 βουλευτές). Εναλλακτικά, οι συντηρητικοί (196 έδρες) θα μπορούσαν να κυβερνήσουν με τους Πράσινους και το FDP.

Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση της Yougov που δημοσιοποιήθηκε την περασμένη νύκτα, μια πλειονότητα των ψηφοφόρων ευνοεί την πρώτη επιλογή. Και 43% εξ αυτών εκτιμούν ότι ο Όλαφ Σολτς πρέπει να γίνει ο επόμενος καγκελάριος της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας.

Οι ρυθμιστές

Όλα θα εξαρτηθούν συνεπώς από την καλή βούληση δύο μικρών κομμάτων, που χαρακτηρίζονται σήμερα από την Bild «ρυθμιστές».

Ο επικεφαλής του FDP Κρίστιαν Λίντνερ δήλωσε εξάλλου χθες, Κυριακή, πως θα ήταν «επιθυμητό» για το κόμμα του και τους οικολόγους «να συζητήσουν κατ’ αρχάς μεταξύ τους» πριν αποφασίσουν αν θα συμμαχήσουν με τους συντηρητικούς ή με τους σοσιαλδημοκράτες.

Για το παλαιότερο κόμμα της Γερμανίας, οι ερχόμενες εβδομάδες θα είναι μια δοκιμή. Στη διάρκεια όλης της προεκλογικής εκστρατείας, οι σοσιαλδημοκράτες έβαλαν τελος στους θρυλικούς καβγάδες τους ανάμεσα στην αριστερή και την κεντρώα πτέρυγα για να υποστηρίξουν άπαντες τον επικεφαλής τους, νυν υπουργό Οικονομικών της Άγγελα Μερκελ.

Όμως πώς θα αντιδράσει το κόμμα αν ο νέος του «ήρωας Όλαφ» υποχρεωθεί να θάψει το μισό πρόγραμμά του για να καλοπιάσει τη φιλελεύθερη δεξιά;, αναρωτιέται η εφημερίδα Sueddeutsche Zeitung. Διότι το FDP δεν θα δεχθεί ποτέ μια αύξηση των φόρων για τους πλουσιότερους, όπως επιθυμούν το SPD και οι Πράσινοι.

Και σε τελική ανάλυση, υπογραμμίζει η εφημερίδα, ο σχηματισμός ενός συνασπισμού θα τεθεί σε ψηφοφορία μεταξύ των μελών του SPD. Το 2018 είχαν προτιμήσει να διορίσουν ένα ντουέτο αγνώστων της αριστερής πτέρυγας του κόμματος.

Το εκλογικό σύστημα

Ο γερμανός ψηφοφόρος ψηφίζει σε ένα ψηφοδέλτιο με δύο στήλες και άρα δύο ψήφους.

– Ο ψηφοφόρος με την λεγόμενη «πρώτη ψήφο» (Erststimme) εκλέγει άμεσα έναν υποψήφιο της εκλογικής του περιφέρειας (Direktmandat), βάζοντας σταυρό στο αριστερό μέρος του ψηφοδελτίου. Την έδρα κερδίζει όποιος πάρει τους περισσότερους σταυρούς, ισχύει δηλαδή το σύστημα της σχετικής πλειοψηφίας. Ετσι εκλέγονται οι μισοί από τους 598 βουλευτές της Bundestag, ένας δηλαδή σε κάθε μία από τις 299 (μονοεδρικές) περιφέρειες στις οποίες διαιρείται η επικράτεια, ανεξάρτητα από το εάν το κόμμα τους συγκεντρώσει 5% σε ομοσπονδιακό επίπεδο.

– Με την «δεύτερη ψήφο» του (Zweitstimme), ο ψηφοφόρος επιλέγει ένα κόμμα, βάζοντας σταυρό στη δεξιά πλευρά του ψηφοδελτίου, το οποίο μπορεί να είναι και διαφορετικό από το πρώτο ή ακόμα και κανένα. Ετσι, οι υπόλοιποι 299 βουλευτές της Bundestag, εκλέγονται -αναλόγως σειράς αναγραφής τους- από τις 16 λίστες, όσες δηλαδή και τα κρατίδια (πολυεδρικές περιφέρειες), τις οποίες έχουν καταρτίσει τα ίδια τα κόμματα. Οι έδρες κατανέμονται αναλόγως του ποσοστού το οποίο έλαβε κάθε κόμμα σε εθνικό επίπεδο από τη «δεύτερη ψήφο», και υπολογίζονται επί του συνόλου των 598 εδρών της Bundestag.

Κατανέμονται όμως μόνο ανάμεσα στα κόμματα τα οποία συγκέντρωσαν 5% σε εθνικό επίπεδο ή έχουν κερδίσει τουλάχιστον τρεις έδρες σε μονοεδρικές περιφέρειες (με την «πρώτη ψήφο»), έστω και αν δεν έχουν συγκεντρώσει το 5% σε ομοσπονδιακό επίπεδο.

Ετσι, εάν ένα κόμμα λάβει το 20% των ψήφων σε εθνικό επίπεδο θα λάβει και το αντίστοιχο ποσοστό εδρών επί του συνόλου των εδρών της Bundestag, δηλαδή των 598. Εφαρμόζεται δηλαδή η απλή αναλογική στην τελική κατανομή των εδρών.

Καθοριστικής σημασίας για την κατανομή των εδρών, τις οποίες δικαιούται ένα κόμμα, δεν είναι επομένως η πρώτη αλλά η δεύτερη ψήφος, αφού το εθνικό ποσοστό είναι εκείνο το οποίο κρίνει τελικά τον αριθμό των εδρών που θα λάβει κάθε κόμμα. Ο υπολογισμός του αριθμού των εδρών γίνεται πρώτα σε επίπεδο επικράτειας και ύστερα αυτές οι έδρες κατανέμονται αναλογικώς στα κρατίδια

Η κατανομή των εδρών γίνεται ως εξής : Αρχικά εισέρχονται στη Βουλή οι 299 άμεσα εκλεγμένοι βουλευτές με την «πρώτη ψήφο», και στη συνέχεια τις υπόλοιπες 299 έδρες καταλαμβάνουν -αναλόγως θέσεως στις λίστες και ποσοστού εκάστου κόμματος- οι υποψήφιοι.

-Αν ένα κόμμα έχει εκλέξει στις μονοεδρικές περιφέρειες λιγότερες έδρες από αυτές που δικαιούται σε σχέση με το εθνικό του ποσοστό, τότε αυτές συμπληρώνονται με βουλευτές από τη λίστα του κόμματος (της «δεύτερης ψήφου», δηλαδή) ώστε οι έδρες να είναι ανάλογες με το ομοσπονδιακό ποσοστό.

-Αν, αντιθέτως, ένα κόμμα έχει κερδίσει περισσότερες έδρες στις μονοεδρικές με την πρώτη ψήφο από όσες δικαιούται ανάλογα με το εθνικό ποσοστό του (Uberhangmandate), κάτι που δεν είναι καθόλου σπάνιο, τότε οι έδρες αυτές δεν χάνονται. Tις διατηρεί μεν, αλλά αυξάνονται αναλογικά και οι έδρες των άλλων κομμάτων (Ausgleichmandate), λαμβάνουν δηλαδή πρόσθετες έδρες και τα άλλα κόμματα, ώστε να μην αλλοιώνεται η αναλογική εκπροσώπησή τους στη Βουλή. Στην περίπτωση αυτή γίνεται λόγος για «υπεράριθμες έδρες», οι οποίες και αυξάνουν τον συνολικό αριθμό των βουλευτών της Bundestag, η οποία έτσι δεν έχει σταθερό αριθμό εδρών. Αυτός ο μηχανισμός εξισορρόπησης των αδικιών δια της αυξήσεως των εδρών και των υπόλοιπων κομμάτων υπάρχει από το 2013. Για αυτό και η τελευταία Βουλή αριθμούσε 631 αντί 598 βουλευτών.

Mε πληροφορίες από AFP, ΑΠΕ – ΜΠΕ, BBC

Νίκη Σοσιαλδημοκρατών, ιστορικό χαμηλό για CDU/CSU: Τα πιθανότερα σενάρια για τον σχηματισμό κυβέρνησης

Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: