File photo: Ο ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική, Ζοζέπ Μπορέλ. Copyright: European Union
Το κάρο μπροστά από το άλογο επιχειρούν να βάλουν πάλι οι Βρυξέλλες σε ότι αφορά την αναζήτηση ισορροπιών στις ευρωτουρκικές σχέσεις, ενώ η τουρκική ηγεσία συνεχίζει να πουλά φιλοευρωπαϊκά φούμαρα στους ευρωπαίους φίλους της, όπως έκανε χθες ο κ. Ερντογάν, ο οποίος, αφού ευχαρίστησε την Γερμανίδα καγκελάριο Αγγελα Μέρκελ, εξέφρασε την …βούληση της Τουρκίας για να ανοίξει «νέα σελίδα» στις ευρωτουρκικές σχέσεις.
Ο κ. Ερντογάν δικαιολογημένα εξέφρασε τις ευχαριστίες του στην κ. Μέρκελ για την «εποικοδομητική συνεισφορά» της καθώς στην διάρκεια της γερμανικής προεδρίας της Ε.Ε. με παρέμβαση της ουσιαστικά εμποδίστηκε η προώθηση αποφάσεων που θα οδηγούσαν σε σκλήρυνση της ευρωπαϊκής στάσης και στην επιβολή μέτρων εναντίον της Τουρκίας για την πειρατική πολιτική της εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου, για τον αποσταθεροποιητικό της ρόλο στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και για τις σοβαρές παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών.
Τα λάθος μηνύματα μετά την Σύνοδο Κορυφής όμως συνεχίζουν να εκπέμπονται και ο Ύπατος Εκπρόσωπος Ζ. Μπορέλ αντί να ασχοληθεί με την κατάρτιση καταλόγου περιοριστικών μέτρων τα οποία θα επιβληθούν στην Τουρκία εάν επαναλάβει τις προκλήσεις, με ανάρτηση του στο προσωπικό ιστολόγιο του, ανακαλύπτει ότι το κλειδί για όλα τώρα είναι η επανάληψη των διερευνητικών επαφών Ελλάδας-Τουρκίας και η επανάληψη των συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού.
Με τον τρόπο αυτό ο κ. Μπορέλ επιχειρεί να αθωώσει την Τουρκία για την αναθεωρητική και επιθετική πολιτική που ακολουθεί και να μεταφέρει την πίεση στην Ελλάδα και στην Κύπρο, ωσάν να εξαρτάται από τις δυο χώρες τόσο η στάση της Τουρκίας, όσο και το μέλλον των ευρωτουρκικών σχέσεων.
Στο άρθρο του ο κ. Μπορέλ περιγράφει την προσπάθεια μεσολάβησής του από το καλοκαίρι και μετά, όταν είχε κλιμακωθεί η ένταση και επισημαίνει:
«Δεν θέλω να συνεχίσω με μια αναλυτική περιγραφή των διαφόρων προσπαθειών μου να βρούμε χώρο για έναν ανανεωμένο διμερή διάλογο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας σχετικά με τις θαλάσσιες διαφορές και τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης ή να συζητήσω πώς θα στηρίξω τις προσπάθειες του ΟΗΕ για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού. Αρκεί να πούμε εδώ ότι η διοχέτευση και των δύο θεμάτων μέσω κατάλληλων διπλωματικών και τεχνικών διαδικασιών είναι απαραίτητη για τη δημιουργία χώρου για μια υγιή σχέση Ε.Ε.-Τουρκίας. Αυτά είναι ζητήματα που δεν μπορούν πλέον να αναβληθούν”.
Αφού κάποιος εξηγήσει στον κ. Μπορέλ ότι αντικείμενο των διερευνητικών επαφών δεν είναι οι «θαλάσσιες διαφορές» αλλά η οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών βάσει του Δικαίου της Θάλασσας θα πρέπει να επισημανθεί ότι το πρόβλημα δεν είναι η απουσία των διερευνητικών επαφών και των συνομιλιών για το Κυπριακό, αλλά η αμφισβήτηση της κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και της Κύπρου.
Ο κ. Μπορέλ διστάζει ακόμη και να αναφερθεί σε «αποσταθεροποιητικό ρόλο» όταν περιγράφει τις γνωστές τυχοδιωκτικές παρεμβάσεις της Τουρκίας από τον Καύκασο μέχρι την Λιβύη και την Ανατολική Αφρική και δηλώνει μάλλον με θαυμασμό ότι η Τουρκία έχει σημειώσει μεγάλες επιτυχίες και αυτό θα πρέπει η Ε.Ε. να το λάβει υπόψη της
Και ενώ ο ευρωπαίος αξιωματούχος παραδέχεται ότι όλα αυτά θέτουν θεμελιώδη ερωτήματα για τους στόχους της Τουρκίας και το πόσο είναι συμβατά με την ιδιότητα του υποψήφιου μέλους σπεύδει και πάλι να «ξεπλύνει» την Τουρκία χαιρετίζοντας τις δηλώσεις της τουρκικής ηγεσίας που όπως λέει «διακηρύσσουν το στρατηγικό ενδιαφέρον της Τουρκίας να ενταχθεί στην ΕΕ».
Ο κ. Μπορέλ προσθέτει ότι θα πρέπει οι δηλώσεις να «ακολουθούνται από ενέργειες που επιβεβαιώνουν τέτοιες προθέσεις» σπεύδοντας όμως να συνηγορήσει υπέρ της γείτονος λέγοντας ότι θα πρέπει και οι ευρωπαίοι να «δείξουν στην Τουρκία ότι θα ήταν ευπρόσδεκτη ως μέλος της οικογένειας εάν τηρήσει το δικό της μέρος της συμφωνίας».
Ο κ. Μπορέλ δείχνει να μην μπορεί ή να μην θέλει να αντιληφθεί ότι η Τουρκία δεν ενδιαφέρεται να τηρήσει το δικό της μέρος της Συμφωνίας και ότι αν το ήθελε θα έπρεπε να αρχίσει πριν απ’ όλα με τον σεβασμό του κράτους δικαίου, με την απόσυρση των κατοχικών στρατευμάτων της από το έδαφος ενός κράτους-μέλους αλλά και την αποδοχή και επικύρωση της σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας UNCLOS που αποτελείς μέρος του κοινοτικού κεκτημένου .
Πάντως ο Ύπατος Εκπρόσωπος έστω και με μισόλογα παραδέχεται ότι εάν συνεχισθεί η «καθοδική πορεία» στις ευρωτουρκικές σχέσεις «υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η Ε.Ε. να πρέπει να υιοθετήσει ισχυρά μέτρα, για να πείσει την Τουρκία ότι είναι σοβαρή και αποφασισμένη να διασφαλίσει το σεβασμό των συμφερόντων μας».
Συγχρόνως όμως σπεύδει να προσθέσει ότι «σε συνεργασία με την Κομισιόν και τα κράτη-μέλη, θα συζητήσουμε τις προτάσεις μας για μια θετική ατζέντα με την Τουρκία… που θα μπορούσε να περιλαμβάνει την ενίσχυση της περιφερειακής συνεργασίας μέσω μιας διάσκεψης της Ανατολικής Μεσογείου. Αλλά για να συμβούν όλα αυτά, πρέπει να σταματήσουν οι ενέργειες που μπορεί να θεωρηθούν επιθετικές ή αντίθετες προς τα συμφέροντα της Ε.Ε.».
Είναι προφανές πλέον ότι Ύπατος Εκπρόσωπος αναδεικνύεται ο ίδιος σε πραγματικό πρόβλημα και σε τροχοπέδη στην προσπάθεια διαμόρφωσης μιας έστω και τεχνοκρατικής προσέγγισης για την αντιμετώπιση του «Τουρκικού Ζητήματος».
ΟΛΕΣ ΟΙ ΓΝΩΜΕΣ, ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΕΔΩ ΚΑΙ ΕΔΩ
Η Ευρώπη αρνείται να ακολουθήσει το δρόμο που έδειξε ο Πομπέο: Η Ουάσιγκτον… φιλούσε υπέροχα…