File Photo: Ο Τζον Μπάιντεν με τη σύζυγό του, Τζιλ. EPA,JIM LO SCALZO
Είναι αδύνατον να προβλέψει κανείς αυτή τη στιγμή τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών. Ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί θαυμάσια να επανεκλεγεί.
Το μόνο για το οποίο μπορούμε να είμαστε βέβαιοι είναι ότι η προεκλογική εκστρατεία θα είναι πολύ βίαιη. Η Αριστερά ετοιμάζεται για τη μάχη αυτή με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, αφού βρίσκεται αντιμέτωπη με βαθιές διαιρέσεις: οι ριζοσπάστες απέναντι στους πραγματιστές.
Οι πρώτοι θέλουν ριζικές αλλαγές, αρνούνται τα ημίμετρα, θεωρούν τον συμβιβασμό συνώνυμο με τη διαφθορά και θέλουν πάση θυσία να επιβληθούν. Από μια άποψη θυμίζουν τον Τραμπ. Οι δεύτεροι ακολουθούν τη γραμμή του Μπαράκ Ομπάμα και του Μπιλ Κλίντον: θέλουν να μεταρρυθμίσουν τη χώρα, αλλά με πιο ήπιο τρόπο, βήμα-βήμα. Κυριότερος εκπρόσωπος της πρώτης τάσης είναι ο Μπέρνι Σάντερς και της δεύτερης ο Τζο Μπάιντεν.
Η αδιαλλαξία των ριζοσπαστών ανησυχεί τους μετριοπαθείς, που φοβούνται ότι την ώρα της κάλπης οι ψηφοφόροι θα απομακρυνθούν από το κόμμα. Αυτό είναι και το βασικό ερώτημα αυτής της προεκλογικής διαδικασίας: ποιος μπορεί να νικήσει τον Τραμπ; Πρέπει να δοθούν υποσχέσεις για μείζονες αλλαγές ή να καθησυχαστούν οι ψηφοφόροι; Προς το παρόν, κανείς δεν γνωρίζει ποια προσέγγιση είναι η καλύτερη. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι ο Μπέρνι Σάντερς δεν μπορεί να νικήσει τον Νοέμβριο.
Πολλά λέγονται για τη λεγόμενη ταυτοτική Αριστερά, που υπερασπίζεται παθιασμένα τις μειονότητες. Αλλά η έμφαση που δίνουν σε ζητήματα όπως το φύλο ελάχιστους Αμερικανούς ενδιαφέρει.
Οι μαύροι, για παράδειγμα, που δεν έχουν πανεπιστημιακό δίπλωμα και ζουν μακριά από τις πόλεις, αδιαφορούν. Οι νέοι, πάλι, έχουν ευρύτερες αναζητήσεις και στρέφουν το κόμμα προς τα αριστερά. Είναι λογικό. Από τότε που γεννήθηκαν, η χώρα τους πηγαίνει από τη μια αποτυχία στην άλλη: πόλεμος στο Ιράκ, χρηματοπιστωτική κρίση, επιστροφή του φυλετικού ζητήματος. Είναι θεμιτό λοιπόν να επιμένουν ότι κάτι πρέπει να αλλάξει.
Οι νέοι αυτοί εμφανίζονται δύσπιστοι απέναντι στον Μπάιντεν, ο οποίος υποστηρίζεται κυρίως από τους πιο ηλικιωμένους ψηφοφόρους και τους μαύρους. Ο τελευταίος μεγάλος μετασχηματισμός που έζησε ο αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα χρονολογείται από τη δεκαετία του 1990. Ο κοινωνιολογικός χαρακτήρας των ψηφοφόρων του άρχισε τότε να αλλάζει, η ανώτερη μεσαία τάξη άρχισε να προσεγγίζει το κόμμα, ενώ τα λαϊκά στρώματα απομακρύνονταν. Έτσι, οι λευκοί εργάτες ψηφίζουν σήμερα Ρεπουμπλικανούς, ενώ οι κερδισμένοι της παγκοσμιοποίησης υποστηρίζουν τους Δημοκρατικούς.
Άλλοτε μας κατηγορούσαν για τον παρεμβατισμό μας, σήμερα μας κατηγορούν για τον απομονωτισμό μας, καθώς το κενό που δημιουργήθηκε έχει καταληφθεί από τη Ρωσία, την Τουρκία, την Κίνα, το Ιράν. Ίσως τελικά υπάρχει κάτι χειρότερο από έναν κόσμο υπό την αιγίδα της αμερικανικής ισχύος: ένας κόσμος όπου η αμερικανική ισχύς λείπει.
Ο Ντόναλντ Τραμπ στηρίζεται σε ένα εκλογικό σώμα που οι πεποιθήσεις του δεν θα αλλάξουν.
Οι Αμερικανοί αυτοί, στην πλειοψηφία τους λευκοί χριστιανοί μεγάλης ηλικίας που ζουν στην ύπαιθρο, ανησυχούν κυρίως για την εξαφάνιση της λευκής ταυτότητας. Πιστεύουν ότι οι μετανάστες, η Αριστερά, οι νέοι, είναι έτοιμοι να κλέψουν τη χώρα τους. Και ο Τραμπ είναι ο προστάτης τους. Ένας άνθρωπος που τους καθησυχάζει και καταρρίπτει ορισμένα ταμπού. Αυτό το εκλογικό σώμα αποτελεί το 35-40% του συνόλου. Και επιπλέον γερνάει. Αλλά είναι αρκετό για να δώσει τη νίκη στον Τραμπ το 2020.
(*) Ο Τζορτζ Πάκερ είναι μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας και δημοσιογράφος του περιοδικού Atlantic – Πηγή: συνέντευξη στη Monde via ΑΠΕ-ΜΠΕ