Απούσα από το Μουντιάλ, η Ιταλία παρακολούθησε με κακή διάθεση τον θρίαμβο της Γαλλίας, και παραμένει σε αυτή τη διάθεση ακόμη κι όταν δεν πρόκειται για πικρίες που γεννά το ποδόσφαιρο.
Θα πρέπει λοιπόν να πειστώ ότι:
Στην πραγματικότητα, ένα ρεύμα κακής διάθεσης διαπερνά όλες τις εποχές, κι είναι απολύτως φυσιολογικό (ο Φλωμπέρ το εξήγησε πολύ καλά στη Αισθηματική Αγωγή). Στις περισσότερες περιπτώσεις, όμως, αυτό το ρεύμα διοχετευόταν προς έναν στόχο και οι λόγοι ήταν προφανείς. Την άνοιξη του 1993, στην αρχή της επιχείρησης Καθαρά Χέρια που έμελλε να σαρώσει μια ολόκληρη πολιτική τάξη, τα νομίσματα που είχαν πετάξει στο πρόσωπο του σοσιαλιστή ηγέτη Μπετίνο Κράξι είχαν έναν συγκεκριμένο στόχο (έναν αποδιοπομπαίο τράγο). Στην αρχή της δεκαετίας του 2000, πάλι, ο αντιμπερλουσκονισμός είχε κινητοποιήσει μια μεγάλη ενέργεια εναντίον του ανοξείδωτου «Καβαλιέρε».
Είναι αλήθεια ότι πριν από μερικά χρόνια δεν θα μπορούσα να φανταστώ έναν Ματέο Σαλβίνι στο υπουργείο Εσωτερικών. Για να παραφράσω όμως τον τραγουδιστή Τζόρτζιο Γκάπερ, ίσως να πρέπει να φοβάμαι λιγότερο τον ίδιο τον Σαλβίνι από τον Σαλβίνι μέσα μου.
Και όταν διαβάζω τα tweets των οπαδών του για το πόσο αστείο είναι το θέαμα μιας γυναίκας που διασώζεται στη θάλασσα, ανατριχιάζω. Αναρωτιέμαι πώς μπορεί να είναι κανείς τόσο απάνθρωπος. Χωρίς να λογαριάζω τον κίνδυνο να παίξω τον ρόλο του αδιάλλακτου απέναντι στους αδιάλλακτους.
Ένα παράδειγμα: είμαι εχθρός του Σαλβίνι, και ταυτόχρονα είμαι και εχθρός δικός σου, που του πλέκεις το εγκώμιο και, κατά συνέπεια, με θεωρείς εχθρό σου. Σου ανταποδίδω τα ίσα, πολύ περισσότερο που θεωρείς τους μετανάστες εχθρούς, ενώ εγώ δεν θα σταματήσω ποτέ να καταγγέλλω σ’εκείνους τους εχθρούς τους. Πού μας οδηγεί όλο αυτό; Σε μια αμοιβαία δυσπιστία που είναι αδύνατον να υποχωρήσει, σε μια διαδοχή ίδιων φράσεων που διατυπώνονται με τον ίδιο τρόπο, σε μια επικοινωνία μεταξύ ανθρώπων που έχουν τα αυτιά τους κλειστά.
Γιατί όλο αυτό το διάστημα η νευρικότητα και η κακή διάθεση έχουν εισβάλει στην καθημερινότητα: μας κάνουν να στριγγλίζουμε μπροστά σε ένα ασήμαντο γεγονός, να βγαίνουμε στο δρόμο φορώντας τον μανδύα του υπερήρωα των προκαταλήψεων. Ολοι έχουμε γίνει κατά βάθος κακοί, όλοι νιώθουμε απελπισία και όλοι έχουμε την ψευδαίσθηση ότι έχουμε δίκιο.
Πολλαπλασιάστε αυτό το φαινόμενο επί 60 εκατομμύρια πολίτες και θα νιώσετε να ασφυκτιάτε. Θα συνειδητοποιήσετε όμως και την πραγματική πρόκληση για τους κατοίκους αυτής της χώρας: να πάψουν να είναι επαγγελματίες του καγχασμού, να σταματήσουν να είναι αποκλειστικά εναντίον και να επιλέξουν να είναι εκ νέου υπέρ κάποιου πράγματος. Που να είναι πέρα από την αυλή τους και τη δεξαμενή των βεβαιοτήτων τους.
(*) Ο Πάολο ντι Πάολο είναι ιταλός συγγραφέας – (Πηγή: Liberation via ΑΠΕ-ΜΠΕ)
Η Ρωσία επιδιώκει ως …“λύση” επαναφορά της συμφωνίας για την εκδίωξη Οτσαλάν από τη Συρία