ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΝΑΣ Δ. ΛΙΟΥΝΤΡΗ (*)
Εξετάζοντας τις μεγάλες Επαναστάσεις που συντάραξαν την Ευρωπαϊκή ήπειρο και διαμόρφωσαν εν πολλοίς τις αντιλήψεις μας για την Πολιτεία, παρατηρούμε ότι θρυαλλίδα για την απελευθέρωση κοινωνικών δυνάμεων και την αναπροσαρμογή της κοινωνικής οργάνωσης αποτελούσε η αδυναμία άσκησης ελεύθερης οικονομικής δραστηριότητας, συνεπεία της οποίας επικρατούσε διάχυτο αίσθημα αδιεξόδου και ελλείψεως εναλλακτικών για την εξασφάλιση της επιβίωσης.
Η παροιμιώδης φράση που αποδίδεται στη Μαρία Αντουανέτα «Δώστε παντεσπάνι (στο λαό)» συμπυκνώνει το αίτιο της Γαλλικής Επανάστασης: επρόκειτο για έναν πληθυσμό που αδυνατούσε να εξασφαλίσει τη στοιχειώδη ανάγκη του για ψωμί και εξεγειρόταν εναντίον του σπάταλου ηγεμόνα τον οποίον δεν είχε επιλέξει και του οποίου οι αποφάσεις ήταν αυθαίρετες, απρόβλεπτες και ανέλεγκτες υπό την έννοια ότι ουδείς ήξερε που στηρίζονταν και τι εξυπηρετούσαν.
Στην άλλη πλευρά της Μάγχης, οι Άγγλοι έθεσαν το θεμέλιο του κοινοβουλευτισμού όταν αντιστοίχως επέβαλαν στον βασιλιά τους να μην επιβάλει καμία φορολογική επιβάρυνση εφόσον αυτή δεν έχει προκύψει από τη σύμφωνη γνώμη των εκπροσώπων τους. Χαρακτηριστικό το σύνθημα “no taxation without representation”.
Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την πτώση του Χίτλερ, ο οποίος παρεμπιπτόντως ανεδείχθη ως προασπιστής του εξαθλιωμένου και ταπεινωμένου γερμανικού λαού, εγκαθιδρύθηκε ένα σύστημα υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ το οποίο στηριζόταν στους εξής δύο πυλώνες: την κοινοβουλευτική δημοκρατία και την ελεύθερη οικονομία της αγοράς.Φτάσαμε όμως, εν καιρώ παγκοσμιοποίησης, το κεφάλαιο να κινείται χωρίς περιορισμούς, και να παρακάμπτει τους όποιους κρατικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς, με μόνο σκοπό το κέρδος.
Η φιλελεύθερη δημοκρατία ανθίζει σε συνθήκες ελευθερίας και ισότητας τις οποίες εγγυάται το κράτος και κατ’ επέκταση οι διεθνείς οργανισμοί στους οποίους αυτό μετέχει (το κράτος εντάσσεται σε διεθνή σχήματα ώστε να μπορεί να προασπίσει τα συμφέροντά του, κύριο μεταξύ αυτών είναι η ίδια του η επιβίωση).
Η ελεύθερη άσκηση οικονομικής δράσης και η μέσω αυτής συμμετοχή στην οικονομική και κοινωνική ζωή αποτελούν δικαιώματα και μάλιστα αναβαθμισμένης σημασίας την εποχή του homo economicus. Αυτά τα δικαιώματα προσβάλλονται όταν επιχειρήσεις προσπαθούν με αθέμιτα μέσα να εξασφαλίσουν καλύτερη θέση στην αγορά εις βάρος άλλων οικονομικών δρώντων και εν τέλει εις βάρος του κάθε πολίτη.
Αυτό που συνοπτικά αποκαλείται διαφθορά έχει ως στόχο και αποτέλεσμα την ενδυνάμωση ή αν μη τι άλλο την ανενόχλητη δράση συγκεκριμένων κέντρων των οποίων ο κύκλος εργασιών σχετίζεται με σημαντικά έννομα αγαθά, όπως η υγεία (φαρμακοβιομηχανίες), η ενέργεια και το περιβάλλον (πετρελαιοπαραγωγικές και ναυτιλιακές εταιρείες). Τα τελευταία χρόνια και ιδίως την περίοδο της κρίσης, τα κακώς κείμενα του οικονομικού και πολιτικού συστήματος και οι μεταξύ τους σχέσεις αλληλεξάρτησης ανεδείχθησαν μεν, διεκόπησαν δε;
Αναλυτικότερα, οι εν λόγω επιχειρήσεις/πρόσωπα, ελέγχοντας καθοριστικά την οικονομία, ασκούν αθέμιτη επιρροή σε πολιτειακά όργανα (πολιτικά πρόσωπα, διοικητικούς φορείς, δημοσιογράφους) με στόχο να εξασφαλίσουν και να διευρύνουν τα κέρδη τους, συντηρώντας έτσι έναν φαύλο κύκλο: εφόσον έχουν οικονομική ισχύ επηρεάζουν την πολιτική εξουσία και εφόσον επηρεάζουν την πολιτική εξουσία έχουν οικονομική ισχύ.
Το περαιτέρω αποτέλεσμα αυτής της διεθνώς καταγεγραμμένης τάσης είναι η διάβρωση του δημοκρατικού πολιτεύματος, με την εξουδετέρωση της δυνατότητας μιας κοινωνικής ομάδας να αλλάξει μέσω της εκλογικής διαδικασίας τον προσανατολισμό της (εκλογές χωρίς ουσιαστικό αντίκτυπο).
Η περίπτωση της Βραζιλίας είναι χαρακτηριστική: οι δύο προηγούμενοι Πρόεδροί της, Λούλα και Ρούσεφ, είναι κατηγορούμενοι για σκάνδαλα διαφθοράς με αποτέλεσμα ο λαός να γυρίσει την πλάτη στο παραδοσιακό κομματικό σύστημα και να εκλέξει στον προεδρικό θώκο τον Μπολσονάρο, ο οποίος συγκεντρώνει όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά.
Ένα ακόμη σχετικό παράδειγμα έρχεται από τις ΗΠΑ: η Χίλαρι Κλίντον κέρδισε οριακά το χρίσμα των Δημοκρατικών για τις προεδρικές εκλογές από τον Μπέρνι Σάντερς ο οποίος πολιτεύθηκε με αντι-συστημική ατζέντα. Εάν είχε κερδίσει το χρίσμα ο τελευταίος, ενδεχομένως σήμερα θα μιλάγαμε για μία άλλη Αμερική.
Άλλος ένας θεσμός που αποτυγχάνει στο ρόλο του είναι ο τύπος, του οποίου η ελευθερία κατοχυρώνεται και προστατεύεται για να πληροφορεί και να ενημερώνει το λαό για τα πεπραγμένα των τριών εξουσιών (νομοθετική, εκτελεστική, δικαστική) ώστε να ασκείται άτυπος και δημόσιος έλεγχος τους με γνώμονα το συλλογικό συμφέρον. Όμως, πλέον η πρόσβαση στην αληθή πληροφορία είναι περιορισμένη και ελεγχόμενη.
Οι δε δημοσιογράφοι που τολμούν να ερευνούν καταγγελίες και να φέρνουν στη δημοσιότητα στοιχειοθετημένα σκάνδαλα που αφορούν σε πολιτικούς ή σημαίνοντες οικονομικούς δρώντες αντιμετωπίζουν σοβαρούς κινδύνους. Η αναφορά στη δολοφονία της Ντάφνι Γκαρουάνα Γκαλιζία αρκεί.
Εμβαθύνοντας ακόμα περισσότερο, το νομικό καθεστώς που διέπει τους πληροφοριοδότες δημοσίου συμφέροντος (συνήθως πρώην ή νύν εργαζομένους σε επιχειρήσεις που παρανομούν) -εγχωρίως και διεθνώς- είναι ένας ανασταλτικός παράγοντας για την αποκάλυψη και εν τέλειτιμώρηση παράνομων πρακτικών που ακολουθούν οι επιχειρήσεις έχοντας ως στόχο την εδραίωσή τους και την οικονομική μεγέθυνση τους.
Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις των Ραφαέλ Αλέ, Τζόναθαν Σούγκαρμαν και Έρικ Μπεν Αρτζι που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην αποκάλυψη του τρόπου με τον οποίο συστημικές τράπεζες βοηθούσαν πελάτες τους να «βγάλουν» χρήματα σε φορολογικούς παραδείσους με στόχο αφενός την αποφυγή της φορολογίας και αφετέρου την απόκρυψη εσόδων που προκύπτουν από παράνομες δραστηριότητες.
Προσφάτως, στην Ισπανία, ο Rodrigo Rato, πρώην στέλεχος του Δ.Ν.Τ., πρώην τραπεζίτης και πρώην Υπουργός, μπήκε στη φυλακή χάριν των προσπαθειών ενός κινήματος πολιτών για τους χειρισμούς του στην τραπεζική κρίση της Ισπανίας οι οποίοι χειρισμοί είχαν ως αποτέλεσμα πλήθος μικροκαταθετών να χάσει τα χρήματά του. Το εντυπωσιακό είναι ότι το κατόρθωσε ένα κίνημα πολιτών, και όχι η ασθμαίνουσα πίσω από τις εξελίξεις κρατική εξουσία – υποθέτοντας καλοπροαίρετα ότι είχε την πρόθεση να αντιμετωπίσει την διαφθορά.
Τελικό συμπέρασμα: Η μη ανάληψη των πολιτειακών ευθυνών, ο μη σχεδιασμός μέτρων -κατασταλτικών και προληπτικών- για την αντιμετώπιση του φαινομένου της διαφθοράς αποτελούν αιτία μίας λανθάνουσας, πλην υπαρκτής γενικευμένης πολιτειακής κρίσης κατά την οποία αμφισβητούνται παραδοσιακές δομές και παραδοχές της κοινωνίας μας με αποτελέσματα ασαφή και -ενδεχομένως- απρόβλεπτα. Για λόγους δημοκρατίας και συλλογικής ευημερίας, έχει καταστεί αναγκαία η ανάληψη δράσης. Έχουμε ήδη αργήσει.
*Η Χριστιάννα Δ. Λιούντρη είναι πτυχιούχος Διεθνών Σχέσεων και τελειόφοιτη της Νομικής Σχολής Αθηνών. Via ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ο θάνατος ενός άστεγου, οι πολιτικοί απατεώνες και οι εικόνες του σημερινού μας κόσμου