Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι φασίστας, είναι όμως ένας πολύ επικίνδυνος άνθρωπος




Του Ρόμπερτ Πάξτον *

Μια ετικέτα πρέπει να χρησιμοποιείται όταν βοηθά στην κατανόηση ενός ανθρώπου. Και δεν νομίζω ότι ο χαρακτηρισμός «φασίστας» βοηθά να κατανοηθεί ο Ντόναλντ Τραμπ. Ανάμεσα στο φαινόμενο Τραμπ και τον φασισμό υπάρχουν ασφαλώς ομοιότητες στη θεματολογία και το στιλ, αλλά οι κοινωνικές και πολιτικές δυναμικές είναι πολύ διαφορετικές.

Η βασική λειτουργία του φασισμού είναι να ενώσει έναν διχασμένο λαό μέσω της υποταγής του ατόμου στην κοινότητα και να δημιουργήσει για τον σκοπό αυτό ένα ισχυρό κράτος: Ο Χίτλερ, για παράδειγμα, κατέστρεψε τις εξουσίες των κρατιδίων για να μεγαλώσει το κεντρικό κράτος. Ο Τραμπ θέλει το αντίθετο: Να συρρικνωθεί το κεντρικό κράτος, να σταματήσει η προστασία των φτωχών ή του περιβάλλοντος.

Δεν βρισκόμαστε μπροστά σ’ έναν εξτρεμισμό της Δεξιάς, αλλά μπροστά σ’ έναν εξτρεμισμό του Κέντρου, που πρεσβεύει την υπεροχή του ατόμου: Το άτομο καλείται να κάνει ό,τι θέλει, να πλουτίσει, να διασκεδάσει. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Τραμπ δεν έχει υιοθετήσει αρκετά στοιχεία της φασιστικής παράδοσης. Το θέμα της παρακμής, για παράδειγμα: Η Αμερική βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση, στα ηνία βρίσκεται ένας αδύναμος άνθρωπος. Ο Τραμπ χρησιμοποιεί επίσης τη σχέση ανάμεσα στον εθνικισμό και την ανάγκη της κάθαρσης του έθνους. Ορίζει έναν εσωτερικό εχθρό (τον μετανάστη ή τον μουσουλμάνο). Καταγγέλλει την αδυναμία της διπλωματίας και προτείνει την επίλυση των προβλημάτων με τη βία. Ύστερα υπάρχει το στιλ: Οι εκφράσεις του προσώπου του, ο τρόπος να σε κοιτάζει επιθετικά, κατευθείαν στα μάτια, η σχέση του με το κοινό. Όλα αυτά δεν τα έχει μάθει όμως από βιβλία για τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι. Αυτή είναι η προσωπικότητά του. Ακόμη και το περίφημο tweet του Μουσολίνι για το οποίο κατηγορήθηκε («Καλύτερα να ζεις μια ημέρα σαν λιοντάρι παρά εκατό ημέρες σαν πρόβατο»), κάποιος το ανήρτησε, του άρεσε, το αναπαρήγαγε.

Τίποτα δεν τον σταματά. Επιτίθεται στον Πάπα, επιτίθεται στους βετεράνους του πολέμου… Οι οπαδοί του δεν ενδιαφέρονται για το περιεχόμενο των λόγων του, αλλά μόνο για την εικόνα του: Ένας ισχυρός άνθρωπος, που δεν είναι πολιτικός, που θα δράσει αποφασιστικά για να αποκαταστήσει το μυθικό μεγαλείο της Αμερικής. Μπορεί να πει και να κάνει οτιδήποτε. Αρνείται να αποκηρύξει τον Ντέιβιντ Ντιουκ, πρώην αρχηγό της Κου Κλουξ Κλαν στη Λουιζιάνα, ο οποίος εξέφρασε την υποστήριξή του προς το πρόσωπό του. Οποιοσδήποτε άλλος πολιτικός το είχε κάνει αυτό θα είχε υπογράψει την πολιτική του αυτοκτονία. Αυτός όχι. Είναι απίστευτο!

Ομολογώ πως η πορεία του Ντόναλντ Τραμπ με έχει καταπλήξει. Μόλις πριν από έξι μήνες, έμοιαζε με πρόσωπο βγαλμένο από κωμωδία. Τον αποκαλούσαν «The Donald», ήταν γελοίος, όλοι γελούσαν μαζί του. Και ξαφνικά έγινε ένας ισχυρός άντρας: Τα λόγια του βρήκαν απήχηση σε ορισμένες κοινωνικές κατηγορίες, κυρίως εκείνους που δεν ωφελήθηκαν από την οικονομική ανάκαμψη, λευκούς άνδρες, άνεργους ή υποαπασχολούμενους, χαμηλής μόρφωσης, ανθρώπους που τρέφουν μνησικακία για άλλους Αμερικανούς που προοδεύουν, πλουτίζουν ή εισπράττουν επιδόματα, και κυρίως τους μαύρους. Κανείς πριν από τον Τραμπ δεν είχε καταφέρει να προκαλέσει μια τόσο μεγάλη λαϊκή οργή κατά της Αριστεράς. Προσπάθησε να το κάνει το Tea Party, αλλά ο Τραμπ τους πήρε όλο το οξυγόνο.

Δύσκολα βρίσκει κανείς προηγούμενα στην αμερικανική πολιτική ιστορία. Ο λαϊκιστής κυβερνήτης της Λουιζιάνα, Χιούι Λονγκ, τη δεκαετία του ’30, είχε μόνο ένα τοπικό ακροατήριο. Ο Τσαρλς Κάφλιν, ένας καθολικός ιερέας που μισούσε τον Ρούσβελτ, ήταν αντισημίτης, οι ραδιοφωνικές του εκπομπές είχαν μεγάλο κοινό (30 εκατομμύρια ακροατές), αλλά ο Ρούσβελτ ήταν πολύ δημοφιλής, ο Κάφλιν δεν μπορούσε να κάνει πολλά πράγματα. Όσο για τον ρατσιστή Τζορτζ Γουάλας, διεκδίκησε την προεδρία το 1968, αλλά δεν κέρδισε παρά πέντε πολιτείες του Νότου. Το φαινόμενο Τραμπ είναι πραγματικά καινούργιο. Και κατέστη δυνατό χάρις στην κατάρρευση του ρόλου των κομμάτων στον ορισμό των υποψηφίων για την προεδρία. Έτσι άλλωστε εξηγείται και η περίπτωση Μπέρνι Σάντερς (τον οποίο δεν συγκρίνω φυσικά με τον Τραμπ). Η άλλη μεγάλη αλλαγή είναι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, από τα οποία η κοινή γνώμη επηρεάζεται αποφασιστικά.

Η Αμερική δεν μπορεί να συγκριθεί με την Ιταλία μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ούτε με τη Γερμανία την περίοδο της Ύφεσης. Κανείς κομμουνιστής δεν απειλεί να πάρει την εξουσία. Βλέπω όμως πολλούς παραλληλισμούς με τη δεκαετία του ’30: Την απόρριψη των ξένων από τις εύθραυστες κοινωνικές κατηγορίες, την αίσθηση παρακμής, την πόλωση της πολιτικής ζωής… Ο Λεόν Μπλουμ, που είχε αναλάβει την εξουσία σε κλίμα ενθουσιασμού αλλά δεν μπόρεσε να κυβερνήσει, μοιάζει πολύ με τον Μπαράκ Ομπάμα!

Αν ποτέ ο Ντόναλντ Τραμπ αναλάμβανε την εξουσία, θα ήταν επικίνδυνος τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό μέτωπο, και για τον ίδιο λόγο: Δεν ανέχεται τις αντιφάσεις και δεν δεσμεύεται από τον νόμο. Πιστεύει στη βία. Περιφρονεί τη διπλωματία. Κατηγορεί τη Χίλαρι Κλίντον ότι υποστήριξε τον πόλεμο στο Ιράκ, το 2002, και την ίδια στιγμή απειλεί να στείλει στρατό στη Συρία. Αν συγκρουστεί με τους δικαστές ή με το Κογκρέσο, κανείς δεν ξέρει πώς θα αντιδράσει. Μπορεί να καταφύγει στο πλήθος. Δεν έχει ενδιαφερθεί ποτέ για τα δημόσια πράγματα: Δεν μπορώ να τον φανταστώ να εκτελεί σε καθημερινή βάση τα προεδρικά του καθήκοντα…

Σε ιδεολογικό επίπεδο, είναι πολύ δεξιός στο θέμα της μετανάστευσης, αλλά επικρίνει λιγότερο την κοινωνική προστασία σε σχέση με άλλους Ρεπουμπλικανούς υποψηφίους. Δέχεται πως οι πλούσιοι πρέπει να πληρώνουν περισσότερους φόρους. Είναι πολύ λιγότερο δεξιός από τον Τεντ Κρουζ. Είναι απρόβλεπτος: Μπορεί να γίνει πολύ επικίνδυνος, αλλά έχει κι ένα στοιχείο μπλόφας. Αν κερδίσει το χρίσμα, θα πρέπει να πείσει τους μετριοπαθείς για να γίνει πρόεδρος. Ίσως τότε ανακαλύψουμε έναν άλλον Τραμπ. Εκεί που έχει σταθερή θέση, κι έχει κάνει μεγάλη ζημιά, είναι για τους μουσουλμάνους. Δεν έχει πάψει να ισχυρίζεται ότι στις 11 Σεπτεμβρίου 2001 μουσουλμάνοι χόρευαν στην άλλη όχθη του ποταμού Χάντσον – ένα χοντρό και επαίσχυντο ψέμα. Και συνέχισε να εκμεταλλεύεται έτσι τους φόβους των Αμερικανών. Ο μουσουλμάνος μετατρέπεται στον μεγαλύτερο κίνδυνο για τον αμερικανικό πολιτισμό. Θα φτάσουμε να νοσταλγήσουμε τον υιό Μπους, που επέμενε ότι η Αμερική δεν βρίσκεται σε πόλεμο με το ισλάμ, μια θρησκεία που θέλει την ειρήνη…

Πηγή: L’Obs

  • Ο Ρόμπερτ Πάξτον είναι ομότιμος καθηγητής στο πανεπιστήμιο Columbia με ειδίκευση στην κοινωνική και πολιτική ιστορία της Σύγχρονης Ευρώπης και, ιδιαίτερα, στην Γαλλία του Βισύ. Εργάστηκε κυρίως σε δύο θέματα: Την κατεχόμενη από τους ναζί Γαλλία και την άνοδο και εξάπλωση του φασισμού. Στα ελληνικά κυκλοφορεί το βιβλίο του «Η ανατομία του φασισμού» (Κέδρος, 2006).

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: