Ιδού το ερώτημα: Το ΔΝΤ απαιτεί ελάφρυνση χρέους, αλλά η Ευρώπη θα την δώσει; Χλωμό…




ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΙΓΝΑΤΙΟΥ

Ο στόχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους δεν αλλάζει, παραμένει σταθερός καθώς συνεχίζει να πιστεύει ότι με τα σημερινά δεδομένα η βιωσιμότητα δεν επιβεβαιώνεται.

Με βάση την παραδοχή αυτή, ο διευθυντής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Πολ Τόμσεν και η επικεφαλής της Αποστολής, Ντέλια Βελκουλέσκου δεν διανοούνται να παρουσιαστούν ενώπιον του Δ.Σ. του ΔΝΤ και να ζητήσουν την ανάμειξη του, σε τεχνικό και χρηματοδοτικό επίπεδο, στο νέο Πρόγραμμα.

Παρά το γεγονός ότι μερικοί Ευρωπαίοι υποστηρίζουν ότι το Ταμείο οχυρώνεται σε αυτή τη θέση για να καλύψει λάθη του παρελθόντος –κάτι που δεν είναι ανακριβές- εν τούτοις η σκληρή θέση για την ελάφρυνση γίνεται επιτακτική λόγω του γεγονότος ότι η απόφαση της γενικής διευθύντριας Κριστίν Λαγκάρντ επιβάλλει αυστηρή τήρηση του Καταστατικού. Στη φάση αυτή δεν θα επιτραπούν «μαγειρέματα» της βιωσιμότητας του χρέους, ειπώθηκε χαρακτηριστικά, και το μήνυμα αφορά πρώτιστα τους Ευρωπαίους.

Το Ταμείο επιμένει να εστιάζει στο τελικό αποτέλεσμα που θα έχουν οι προσπάθειες τόσο της Ελλάδας όσο και των Ευρωπαίων εταίρων της. Δηλαδή ανεξαρτήτως από το ποιος από τους δυο αποφασίσει να κάνει ένα βήμα πίσω, το ΔΝΤ ενδιαφέρεται «να βγαίνει μόνο η εξίσωση», όπως τονίστηκε και δημόσια επανειλημμένα, δηλαδή να επιτυγχάνονται οι στόχοι που έχουν τεθεί.

Γνώστες των σκέψεων των στελεχών του Ταμείου υποστηρίζουν ότι ο στόχος του 3,5 τοις εκατό για το 2018 με την λήξη του προγράμματος του ESM, είναι για το ΔΝΤ υπερβολικά φιλόδοξος και επιτυγχάνεται εξαιρετικά δύσκολα.

Ωστόσο αν οι Ευρωπαίοι αποφασίσουν να προχωρήσουν σε μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους, κάτι που αυτή τη στιγμή θεωρείται αδύνατο, για να μην αναγκαστεί η Ελλάδα να κάνει κοινωνικά δύσκολες μεταρρυθμίσεις, το ΔΝΤ δεν φαίνεται πως θα έχει αντίρρηση με την προϋπόθεση πάντα ότι “οι αριθμοί θα βγαίνουν”. Στο Ταμείο, αν και δεν υπάρχει επίσημη ενημέρωση, θα αποδέχονταν γενναία επιμήκυνση του χρέους, έχοντας ως δεδομένο ότι τίποτα εκ των υπολοίπων λύσεων δεν θα περάσει από τα Κοινοβούλια χωρών, που έχουν μικρότερες συντάξεις και χαμηλότερους μισθούς.

Τουλάχιστον αυτό προκύπτει από αυτά που και επισήμως δήλωσε ο εκπρόσωπος του Ταμείου Τζέρι ο Ράις προ ολίγων ημερών. Άρα, για να χρησιμοποιήσουμε προσφιλή όρο του κ. Πολ Τόμσεν, το μπαλάκι αυτή την στιγμή φαίνεται πως βρίσκεται στην πλευρά των ευρωπαίων οι οποίοι θα πρέπει να αποφασίσουν πως θα χειριστούν το θέμα.

Σύμφωνα με την έκθεση βιωσιμότητας του Ταμείου, που κυκλοφόρησε λίγες μέρες πριν από το δημοψήφισμα του περασμένου Ιουλίου, το ελληνικό χρέος για να γίνει βιώσιμο χρειάζεται βαθιές παρεμβάσεις. Το ΔΝΤ κάποια στιγμή θα πραγματοποιήσει και νέα ανάλυση βιωσιμότητας χρέους λαμβάνοντας υπόψη τα σημερινά δεδομένα και από αυτήν θα προκύψει ποια είναι η επικαιροποιημένη πρόταση του ταμείου για τον τρόπο ελάφρυνσης.

Το βασικό συμπέρασμα εκείνης της έκθεσης ήταν ότι αν δεν δεχθούν οι Ευρωπαίοι κούρεμα, θα απαιτηθεί μία δραματική αναδιάρθρωση του χρέους. Όμως, τα δεδομένα είναι χειρότερα από τον περασμένο Ιούλιο, οπότε μπορεί να είναι και μεγαλύτερες οι δυσάρεστες εκπλήξεις. Και ως γνωστόν, οι Ευρωπαίοι είναι κάθετα αντίθετοι σε ένα κούρεμα του ελληνικού χρέους.

Όπως έχει πρόσφατα διαμηνύσει το Ταμείο, εξάλλου, εμμένει και στο δημοσιονομικό κενό που βλέπει ο κ. Πόουλ Τόμσεν, ύψους 4-5% του ΑΕΠ για την επόμενη τριετία, παρά τις ενστάσεις της ελληνικής κυβέρνησης αλλά και τους Ευρωπαϊκούς υπολογισμούς, που σύμφωνα με πληροφορίες είναι σαφώς χαμηλότεροι. Οσο μεγαλύτερο όμως το κενό, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η πίεση του Ταμείου, κατά πρώτο λόγο στην ελληνική κυβέρνηση για μεταρρυθμίσεις, και κατά δεύτερο στους Ευρωπαίους για ελάφρυνση του χρέους.

Προς αυτή την κατεύθυνση, μία λύση θα ήταν μία τεράστια επιμήκυνση των λήξεων και η περαιτέρω μείωση των επιτοκίων – εφόσον βέβαια δεν προκύψει μία πολύ πιο αρνητική εικόνα για τη βιωσιμότητα του χρέους στην επικείμενη ανάλυση του Ταμείου.

ΤΙ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ Η ΕΚΘΕΣΗ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ

Σύμφωνα με την ανάλυση βιωσιμότητας του Ιουλίου το δημόσιο χρέος της Ελλάδας ήταν εξαιρετικά μη βιώσιμο (και) αυτό οφείλεται στη χαλάρωση των εφαρμοζόμενων πολιτικών τον τελευταίο χρόνο, με την πρόσφατη επιδείνωση του εσωτερικού μακροοικονομικού και χρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος, εξαιτίας του κλεισίματος του τραπεζικού συστήματος, να επιβαρύνει σημαντικά την αρνητική δυναμική.

Σημείωνε ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες έως το τέλος του 2018 εκτιμώνται πλέον σε 85 δισ. ευρώ, και το χρέος αναμένεται να φθάσει στο υψηλότερο σημείο του κοντά στο 200% του ΑΕΠ στα επόμενα δύο χρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει γρήγορη συμφωνία για το νέο πρόγραμμα. Το ελληνικό χρέος μπορεί να γίνει πλέον βιώσιμο μέσω μέτρων ελάφρυνσης που ξεπερνούν κατά πολύ το τι ήταν έως τώρα πρόθυμη να σκεφτεί η Ευρώπη», τόνιζε τον Ιούλιο το ΔΝΤ.
Συγκεκριμένα σημείωνε:

«Η προκαταρκτική (αμοιβαία συμφωνημένη) εκτίμηση των τριών θεσμών είναι ότι οι συνολικές χρηματοδοτικές ανάγκες έως το τέλος του 2018 θα αυξηθούν στα 85 δισ. ευρώ, ή περίπου 25 δισ. ευρώ υψηλότερα αυτού που προέβλεπε η DSA του ΔΝΤ, η οποία δημοσιεύθηκε πριν από δύο εβδομάδες, σε μεγάλο βαθμό λόγω της εκτιμώμενης ανάγκης για μεγαλύτερο ‘‘μαξιλάρι’’ για τον τραπεζικό τομέα, στα 25 δισ. Ευρώ».

Σύμφωνα με το ΔΝΤ οι εκδοχές ήταν τρεις:
1). Το χρέος θα κορυφωνόταν κοντά στο 200% του ΑΕΠ τα επόμενα δύο χρόνια. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις προηγούμενες προβλέψεις πως η κορύφωση του χρέους –στο 177% του ΑΕΠ το 2014– βρίσκεται ήδη πίσω μας.
2). Εως το 2022, το χρέος προβλέπεται τώρα ότι θα βρίσκεται στο 170% του ΑΕΠ, σε σύγκριση με το εκτιμώμενο 142% του ΑΕΠ που προβλεπόταν στη δημοσιοποιηθείσα DSA μας.
3). Οι μεικτές χρηματοδοτικές ανάγκες θα αυξάνονταν σε επίπεδα πολύ υψηλότερα αυτών που ήταν κατά την τελευταία αξιολόγηση (και πάνω από το όριο του 15% που θεωρείται ασφαλές) και θα εξακολουθούσαν να αυξάνονται μακροπρόθεσμα.

WWW.ETHNOS.GRWWW.MIGNATIOU.COM

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: